«Πόσο δυναμική, μα και πόσο εύθραυστη γυναίκα» γράφει για την Πενέλοπε Κρους ο Πέδρο Αλμοδόβαρ στις σημειώσεις του, δημοσιευμένες στο επίσημο press book της ταινίας «Γύρνα πίσω». «Μα και πόσο όμορφη. Ακούγεται κλισέ, το ξέρω, αλλά στην περίπτωση της Πενέλοπε είναι η μόνη αλήθεια. Αυτά τα μάτια, ο λαιμός, οι ώμοι, τα στήθη της! Η Πενέλοπε έχει ένα από τα πιο εντυπωσιακά μπούστα στον παγκόσμιο κινηματογράφο!»
Ναι, ο φακός του Πέδρο Αλμοδόβαρ λάτρεψε την Πενέλοπε Κρους από την πρώτη τους κιόλας ταινία, την «Καυτή σάρκα». Με το «καλημέρα», η 26χρονη τότε Κρους κυριάρχησε στην οθόνη του Αλμοδόβαρ. «Μέσα σε 7-8 λεπτά η Πενέλοπε καταβροχθίζει την οθόνη, ενώ παίζει την πόρνη που αναγκάζεται να γεννήσει μέσα στο λεωφορείο» είπε αργότερα ο σκηνοθέτης. Γυρισμένη το 1996, η «Καυτή σάρκα» σηματοδότησε την έναρξη της πλούσιας συνεργασίας των δύο ισπανών καλλιτεχνών, η οποία ως σήμερα καλύπτει 13 χρόνια, με τέσσερις ακόμη ταινίες: «Ολα για τη μητέρα μου» (1999), «Γύρνα πίσω» (2006), «Ραγισμένες αγκαλιές» (2009) και η ταινία που γυρίζουν αυτή την εποχή, το «Los amantes pasajeros», που θα διανεμηθεί το 2013.
Αλλά και η Κρους ποτέ δεν «πρόδωσε» τον μέντορά της. Αντιθέτως. Προσφέροντας ο ένας στον άλλον τον καλύτερό του εαυτό, έχουν τελικά κερδίσει και οι δύο. Η Κρους ίσως λίγο περισσότερα, γιατί οφείλει στον Αλμοδόβαρ ένα πολύ μεγάλο μέρος της διεθνούς επιτυχίας της. Ανατρέχοντας σε μια παλιά συνέντευξη που της είχα πάρει στο Λονδίνο με αφορμή το «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» διαβάζω: «Υπήρξα τυχερή, πολύ τυχερή, διότι κάποιοι άνθρωποι στην Αμερική έδειξαν ενδιαφέρον για μένα και αυτό νομίζω ότι το οφείλω κυρίως στον Πέδρο Αλμοδόβαρ. Το Χόλιγουντ είναι η μεγαλύτερη κινηματογραφική βιομηχανία στον κόσμο και με ενδιαφέρει, αλλά ό,τι και να κάνω επιθυμώ να ξαναβρεθώ κοντά στον Πέδρο, διότι πάνω απ’ όλα θέλω να παίζω ρόλους που δεν έχω παίξει στο παρελθόν». Αυτό ακριβώς της έχει δώσει ο Αλμοδόβαρ, που πάντοτε αναζητούσε μούσες.
Στις ταινίες της πρώτης φάσης της καριέρας του («Ματαδόρ», «Μια ζωή ταλαιπωρία», «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης» κ.ά.) είχε στο πλευρό του την Κάρμεν Μάουρα. Αργότερα ήρθε η σειρά της Βικτόρια Αμπρίλ με το «Δέσε με!», την «Κίκα», τα «Ψηλά τακούνια». Μούσα του για συγκεκριμένα πράγματα έχει υπάρξει και η Μαρίσα Παρέδες («Το μυστικό μου λουλούδι»). Με την Κρους όμως ο Αλμοδόβαρ επέβαλε μια μούσα διεθνούς ακτινοβολίας. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που απ’ όλες αυτές τις γυναίκες του η Πενέλοπε Κρους είναι η μοναδική που προτάθηκε για Οσκαρ για δική του ταινία – το «Γύρνα πίσω».
Η γυναίκα και ο μύθος
Οσοι διαβάσουν το βιβλίο «Συζητώντας με τον Πέδρο Αλμοδόβαρ» (εκδ. Ηλέκτρα) θα δουν ότι ο σκηνοθέτης συμφωνεί με την άποψη του δημοσιογράφου Φρεντερίκ Στρος ότι η εντύπωση που αφήνει η Πενέλοπε Κρους στο «Γύρνα πίσω» (αναμφισβήτητα την κορυφαία ταινία της πολύχρονης συνεργασίας τους) έχει σχεδόν δύο επίπεδα παρουσίας: από τη μία οτιδήποτε αφορά απευθείας τον ρόλο της, από την άλλη οτιδήποτε παραπέμπει στη μυθολογία των γυναικών ηθοποιών του κινηματογράφου.
«Πρέπει να πω ότι για να υποδυθεί τη Ραϊμούντα η Πενέλοπε διέθετε τρία ουσιώδη προτερήματα» λέει ο Αλμοδόβαρ. «Κατ’ αρχάς, ακόμη κι αν είναι ντυμένη απλά και λαϊκά, η Πενέλοπε μπορεί να είναι μια πανέμορφη γυναίκα. Επειτα, έχει μέσα της τη μαχητική ενέργεια μιας γυναίκας που πρέπει να αγωνιστεί για να υπερασπιστεί την κόρη της και την οικογένειά της. Και, τέλος, είναι πολύ ευάλωτη. Ηταν απαραίτητο να έχει συγχρόνως τη δύναμη και το ευάλωτο της Ραϊμούντα, που έζησε τρομερά παιδικά χρόνια, είχε ναυαγισμένα νιάτα και πάλεψε για να υπερνικήσει όλες αυτές τις δοκιμασίες».
Ενώ το «Γύρνα πίσω» ανάγεται στον νεορεαλισμό με κάποιες σουρεαλιστικές πινελιές, ο Αλμοδόβαρ δεν δίστασε να δώσει «μια εικόνα της Πενέλοπε που στηρίζεται σε όλα τα γνήσια κινηματογραφικά τεχνάσματα». Αποφάσισε να μην κρατήσει αυστηρά το νεορεαλιστικό ύφος, γιατί έτσι η ηθοποιός θα ήταν λιγότερο μακιγιαρισμένη και λιγότερο εξεζητημένα ντυμένη. Με το «Γύρνα πίσω» ο Αλμοδόβαρ θέλησε να βρει ξανά την εικόνα της γυναίκας μητέρας και νοικοκυράς σε όλο της το μεγαλείο, όπως υπάρχει στον ιταλικό κινηματογράφο.
«Στον ισπανικό κινηματογράφο», λέει, «συμβαίνει οι ρόλοι της μητέρας και νοικοκυράς να έχουν ερμηνευθεί από γυναίκες μάλλον κοντές, αρκετά γεμάτες, που δεν είχαν άλλη έγνοια από τον άνδρα και το σπίτι τους. Στον ιταλικό κινηματογράφο είναι επίσης καρφωμένες στην πραγματικότητα, αλλά παραμένουν ποθητές». Για τον ίδιο η Σοφία Λόρεν είναι το απόλυτο παράδειγμα: «Τη βλέπουμε στους δρόμους της Νάπολι την ώρα που πουλάει ψάρια. Είναι έξοχη, όμως πιστεύουμε στ’ αλήθεια πως είναι «ψαρού»!». Στο «Γύρνα πίσω» ο σκηνοθέτης ήθελε από την Κρους να αντιπροσωπεύσει ακριβώς αυτό: «Εναν πολύ γενναιόδωρο τρόπο υποκριτικής μέσα από τα βάθη της ψυχής της. Ευαίσθητη στο παραμικρό».
Το να είσαι μούσα του Πέδρο Αλμοδόβαρ βέβαια δεν σημαίνει ότι απλώς θα τον εμπνεύσεις και τελείωσες. Η Πενέλοπε Κρους έχει εργαστεί σκληρά για να πετύχει δίπλα στον σκηνοθέτη της.

Μούσα μεν, εργάτρια δε
Στο «Γύρνα πίσω» «σκάναραν» τα πάντα, από το σχέδιο του μεϊκάπ των ματιών της ως τον τρόπο βαδίσματός της. «Το περπάτημα της Πενέλοπε είναι πολύ ελαφρύ, ενώ εγώ το ήθελα πιο κουρασμένο, πιο βαρύ» λέει ο Αλμοδόβαρ, επισημαίνοντας μάλιστα ότι για τον συγκεκριμένο ρόλο μόνο τα… οπίσθια της Πενέλοπε ήταν λάθος, καθ’ ότι λιγότερο χυμώδη από εκείνα που συναντάμε σε γυναίκες τέτοιων ρόλων.
Από την άλλη, τα επιμελημένα ξεχτένιστα μαλλιά της στοίχισαν και στους δύο τόσες προσπάθειες όσες θα απαιτούσε το χτένισμα της Μαρίας Αντουανέτας! Τους απασχόλησαν δεκάδες ακόμη λεπτομέρειες. Ξαναδιάβασαν μαζί ατάκα προς ατάκα το σενάριο, δίνοντας βαρύτητα στην ομιλία με την προφορά «μαντσέγο» της Λα Μάντσα, που ήταν και για τους δύο πολύ δύσκολη.
«Η Πενέλοπε υποχρεώθηκε να απαλείψει τη νεανική ελαφράδα της φωνής της και να δείξει μια ιδιαίτερη προσοχή στην κατάληξη των προτάσεών της, κατεβάζοντας τον τόνο αντί να τον ανεβάζει, όπως το κάνει από φυσικού της. Απαιτείται χρόνος για όλα αυτά. Ενώ έχει την ικανότητα να είναι μια έξοχη ηθοποιός δίχως όλη αυτή την προετοιμασία, της αρέσει η άσκηση. Λαχταρά να εμβαθύνει το επάγγελμά της και αρέσει και σε μένα να δουλεύω σε αυτή την κατεύθυνση. Μόλις τελειώσει αυτή τη δουλειά, όπου τα έχει ενσωματώσει όλα, είναι ικανή να δώσει τα μέγιστα και να φθάσει σε απίστευτα επίπεδα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ