Κίνητρο της έρευνας, που οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου, ήταν η απάντηση στο ερώτημα «πώς αποτύπωσε ο αθηναϊκός Τύπος τα Δεκεμβριανά;» –ένα θέμα στο οποίο δεν έχει επικεντρωθεί κάποια άλλη δημοσιευμένη μελέτη. Το ενδιαφέρον στρέφεται στη στάση που τηρεί το κάθε έντυπο προς τις αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση εθνικής ενότητας και, μετά τη διάσπασή της, το κυβερνητικό και ΕΑΜικό στρατόπεδο αντιστοίχως.

Οι εφημερίδες που μελετήθηκαν από τον εθνικιστικό-φιλοβασιλικό χώρο είναι η «Δόξα», το «Ελληνικόν Αίμα» και η «Μεγάλη Ελλάς», από τον κεντρώο πολιτικό χώρο οι εφημερίδες «Ανεξαρτησία», «Ελευθερία» και «Καθημερινά Νέα», ενώ τα ΕΑΜικά έντυπα είναι ο «Απελευθερωτής», η «Ελεύθερη Ελλάδα», η «Μάχη» και ο «Ριζοσπάστης». Η ίδια παρατηρεί ότι «σε αντίθεση με τις αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο, που προκάλεσε η κρίση στην Ελλάδα, ο ελληνικός αστικός Τύπος παρουσίασε την άποψη πως οι κυβερνητικές και βρετανικές ενέργειες ήταν επιβεβλημένες, προκειμένου να διασωθεί η χώρα από την «επιβολή κομμουνιστικής δικτατορίας» που αποπειράθηκε το ΚΚΕ». Υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι «η τομή ΕΑΜ – αντιΕΑΜ υπερκαλύπτει τη διαφοροποίηση μεταξύ Δεξιάς και Κέντρου, αφού το σύνολο του αστικού Τύπου προβάλλει την άποψη ότι ο Δεκέμβρης αποτέλεσε την «από μακρού οργανωθείσα στάση κατά του κράτους»». Υπογραμμίζει, ωστόσο, και ορισμένες διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις φιλοβασιλικές-εθνικιστικές εφημερίδες του «άκρατου αντικομμουνισμού» και αυτές του κεντρώου χώρου «που διατυπώνουν λιγότερο ακραία πολιτικά συνθήματα».

Ο συγγραφέας δεν είναι ιστορικός. Το βιβλίο του για τα Δεκεμβριανά –μια καλή εισαγωγή πάντως για τους νεότερους –συνιστά «μια όσο το δυνατό καλύτερα συγκροτημένη αφήγηση, βασισμένη σε περιορισμένη βιβλιογραφία», πάνω από 100 τίτλους κατά τα λοιπά.
Ηταν ανήλικος (9,5 χρόνων) την περίοδο της ένοπλης σύγκρουσης του 1944 αλλά τα γεγονότα «έμειναν βαθιά χαραγμένα στη μνήμη μου, σαν τη σημαντικότερη ίσως ιστορική περίοδο που έζησα». Θεωρώντας ότι «έχουμε ένα μεγάλο κενό στην πληροφόρηση για το τι συνέβη αυτή τη σημαντική στιγμή της νεοελληνικής ιστορίας» και αρκετά «μεγάλα ερωτηματικά», ο ίδιος δεν σταμάτησε ποτέ να διερευνά «μέσα από τα κείμενα που γράφτηκαν και από τις δύο πλευρές και τους, ελάχιστους, αντικειμενικούς κριτές, την αλήθεια για τα Δεκεμβριανά». Στο τέλος του πρώτου μέρους διατυπώνει συνοπτικά τα συμπεράσματά του «όσο πιο αντικειμενικά μπορεί» –αναφέρει συνοπτικά ότι «η ιστορία του κινήματος του Δεκέμβρη 1944 είναι μια ιστορία συνεχών λαθών της ηγεσίας του ΚΚΕ, λαθών που εξασφάλισαν και την ήττα στο κίνημα και τις καταστροφικές συνέπειες της συμφωνίας της Βάρκιζας» –ενώ στο δεύτερο μέρος του βιβλίου παραθέτει αδημοσίευτες αλλά εξαιρετικά ζωντανές «αφηγήσεις Αθηναίων που έζησαν τη φρίκη τότε σε μικρή ηλικία». Οι τελευταίες δείχνουν, κατά τον ίδιο, «πόσο σχετική ήταν η εμφύλια ρήξη» καθώς η οικογένεια, η φιλία και η γειτονιά πολλές φορές αποτελούσαν «ενωτικά σχήματα και όχι πολωτικά».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ