Πολλοί θαυμαστές του Καβάφη, μουσικοί και μη, έχουν εκφράσει δημόσια τη γνώμη ότι η ποίησή του δεν προσφέρεται για μελοποίηση. Ταυτόχρονα όμως ο Καβάφης συμβαίνει να είναι όχι μόνο ο πιο μεταφρασμένος αλλά και ο πιο μελοποιημένος νεοέλληνας ποιητής. Πού οφείλεται αυτό το παράδοξο; Αντιστέκεται ή όχι το καβαφικό έργο σε μουσικές αποδόσεις;
Το άρθρο αυτό βασίζεται σε μια καινούργια, σύνθετη προσέγγιση στον Καβάφη την οποία επεξεργάζονται από τον Δεκέμβριο του 2010 δύο μουσικοί και ένας φιλόλογος.
Συγκεκριμένα, οι δύο συνυπογράφοντες (ένας κριτικός και ένας πιανίστας) και η διακεκριμένη μεσόφωνος Αλεξάνδρα Γκράβας έχουν ετοιμάσει ένα ρεσιτάλ με καβαφικά ποιήματα μελοποιημένα από 16 συνθέτες σε πέντε γλώσσες. Τον Απρίλιο του 2012 το ρεσιτάλ παρουσιάστηκε στα αμερικανικά πανεπιστήμια Michigan, Iowa, Indiana, Columbia, Brown και Yale. Χορηγός της περιοδείας ήταν το Πρόγραμμα Επισκεπτών Καθηγητών (University Seminars Program), το οποίο διευθύνει η δρ Μαρία Σερέτη και αποτελεί βασικό μέρος των δραστηριοτήτων του Θυγατρικού Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλεξάνδρου Σ. Ωνάση ΗΠΑ, το οποίο διευθύνει ο πρέσβης Λουκάς Τσίλας. Το ρεσιτάλ προγραμματίζεται να επαναληφθεί σε διαφορετικές μορφές στην Αμερική, στην Ελλάδα, στη Βρετανία και σε άλλες χώρες.
Από το 1925 στο 2012


Το εγχείρημα μας τόνισε εμφαντικά την παλαιότερη και σημερινή διασπορική διάσταση του Ελληνισμού. Στους Ελληνες της διασποράς ανήκουν ο ιδρυτής, o σημερινός πρόεδρος (κ. Αντώνης Παπαδημητρίου) και οι δύο αρμόδιοι του χορηγού Ιδρύματος, ο ποιητής, οι τρεις συντελεστές του ρεσιτάλ, πολλοί από τους συνθέτες, πολλοί από τους νεοελληνιστές καθηγητές των έξι πανεπιστημίων και πολλοί ακροατές (όπως και όσοι προικοδότησαν την Εδρα Καβάφη του Μίσιγκαν που εγκαινιάστηκε το 2001).
Το ρεσιτάλ αρχίζει με ένα τραγούδι του συνθέτη, πιανίστα και μαέστρου Δημήτρη Μητρόπουλου, ο οποίος σταδιοδρόμησε στο εξωτερικό και ήταν ο πρώτος που μελοποίησε Καβάφη (1925), και κλείνει με την παγκόσμια πρεμιέρα ενός τραγουδιού (2012) του Δημοσθένη Στεφανίδη, ενός άλλου συνθέτη, πιανίστα και μαέστρου που επίσης σταδιοδρομεί στο εξωτερικό. Τονίζουμε λοιπόν ότι ο Καβάφης είναι ο συγγραφέας του οικουμενικού Ελληνισμού, ενός Ελληνισμού φυγόκεντρου και νομαδικού που ύστερα από πολλές δεκαετίες ελλαδοκεντρικής εσωστρέφειας έρχεται στις μέρες μας πάλι στο προσκήνιο.
Αυτός ο ποιητής του οικουμενικού Ελληνισμού δεν είναι εθνικός ποιητής (όπως ο Παλαμάς και ο Ελύτης) αλλά ούτε και πανανθρώπινος (όπως ο Σεφέρης και ο Ρίτσος). Δεν λέει τα ίδια πράγματα σε όλους τους ανθρώπους αλλά κατορθώνει κάτι πολύ σπάνιο: λέει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους, και έτσι παραμένει ανεξάντλητος. Το έργο του είναι διαθέσιμο σε πάμπολλες χρήσεις και πολλαπλές ερμηνείες, συχνά αντιφατικές. Το διαπιστώσαμε αυτό άμεσα συλλέγοντας συνθέσεις για να διαμορφώσουμε το πρόγραμμα του ρεσιτάλ μας.
Υπολογίζεται ότι περίπου 50 έλληνες και 30 ξένοι συνθέτες έχουν αντλήσει από τον Καβάφη για να γράψουν 350 μουσικά κομμάτια σε 20 γλώσσες. Τα κομμάτια αυτά χρησιμοποιούν κάθε είδους ιδίωμα (από λαϊκό ως πρωτοποριακό), κάθε μουσικό είδος (από τραγούδι ως συμφωνία, καντάτα, όπερα, μπαλέτο και καμπαρέ) και κάθε είδους όργανα (από σόλο πιάνο ως ηλεκτρονικά). Με δυο λόγια ο Καβάφης, ο οποίος υποτίθεται ότι «δεν μελοποιείται», παραμένει εντυπωσιακά διαθέσιμος σε κάθε είδους μελοποίηση.
Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η έκπληξή μας όταν, κάνοντας οι τρεις μας πολύωρες πρόβες στη Βιέννη και αναλύοντας τα λόγια των τραγουδιών, ανακαλύπταμε πως συχνά δεν αντιστοιχούν πλήρως στους στίχους των ποιημάτων. Αντλώντας από τον Καβάφη, πολλοί συνθέτες παίρνουν εντυπωσιακές ελευθερίες με το πρωτότυπο: μεταφράζουν κατά βούληση, παραφράζουν, διασκευάζουν, ενώνουν ποιήματα, γράφουν δικά τους ποιήματα ή δεν χρησιμοποιούν καθόλου λόγια. Γενικά συναντά κανείς αυτό που παραδοσιακά θα αποκαλούσαμε «πλήρη αυθαιρεσία». Πώς όμως συμβιβάζεται ο θαυμασμός για τον ποιητή με τη διαρκή κατάχρηση του έργου του; Μα απλούστατα, ο παραγωγικός θαυμασμός απαιτεί κατάχρηση. Οποιος παραβαίνει τον Καβάφη και τον οικειοποιείται, τον σέβεται. Οποιος μένει πιστός σε ό,τι έγραψε, τον ακυρώνει.
Ενα τελείως καινούργιο έργο


Αντιληφθήκαμε λοιπόν ότι για τους πιο δημιουργικούς συνθέτες το καβαφικό κείμενο δεν συνιστά ποίημα αλλά μελο-ποίημα, αποτελεί δηλαδή ήδη μια παρτιτούρα στην οποία μπορεί να δοθεί μια μουσικοδραματική ερμηνεία. Το καβαφικό ποίημα είναι σαν μια παρτιτούρα διαθέσιμη προς εκτέλεση: μόνο με μια μουσική ανάγνωση (που λαμβάνει υπ’ όψιν τη στίξη, τη φωνητική, την τυπογραφία, τη σύνταξη κτλ.) αποκτά το ποίημα υπόσταση. Γι’ αυτό όσοι το ντύνουν με μουσική αποτυγχάνουν (και αυτοί δεν είναι λίγοι). Οσοι όμως το διαβάζουν σαν παρτιτούρα και το ερμηνεύουν σαν μουσική, αποδεικνύονται αντάξιοι ερμηνευτές του Καβάφη.
Η ποίησή του συμβαίνει και να ελκύει δεκάδες συνθέτες και να αντιστέκεται στη μελοποίηση επειδή είναι ήδη μελοποιημένη. Πλεονάζει να της προσθέσει κανείς μουσική. Αλλά τότε γιατί ένας συνθέτης να μελοποιήσει Καβάφη; Για να κάνει έναν μουσικό διάλογο μαζί του. Ολοι οι μεγάλοι κλασικοί συνθέτες δεν έγραψαν μουσική σε απευθείας και ρητό διάλογο με άλλους συνθέτες;
Ετσι, σχεδιάζοντας πώς θα ερμηνεύσουμε τα καβαφικά τραγούδια, προβληματιστήκαμε πάνω στα τραγούδια τα ίδια ως ερμηνείες οι οποίες δεν υπηρετούν, δεν επαναλαμβάνουν το ποίημα, δεν το αποδίδουν μουσικά αλλά παράγουν ένα τελείως καινούργιο έργο. Με τη σειρά μας θα έπρεπε να κάνουμε το ίδιο, αν θα θέλαμε να φανούμε πιστοί στον ποιητή και στον κάθε συνθέτη.
Δείχνουμε λοιπόν στο ρεσιτάλ ότι ο «Καβάφης» δεν είναι πλέον ένα άτομο, ένα έργο, ένα μνημείο, αλλά ένα ολόκληρο πεδίο πολιτιστικής δράσης στο οποίο κινούνται κάθε είδους δημιουργοί –συνθέτες, ενορχηστρωτές, μουσικοί, μεταφραστές, κριτικοί κ.λπ. Το πεδίο αυτό είναι σήμερα πιο πλούσιο και ανοιχτό από ποτέ. Αλλά και πιο απαιτητικό, επειδή είναι πλέον σαφές πως, για να κινηθεί κανείς επάξια στο καβαφικό πεδίο, απαιτείται συστηματικός στοχασμός.
Οι Ντελέζ και Γκουαταρί στο ιλιγγιώδες βιβλίο τους Χίλια επίπεδα (1980) κάνουν μια σχηματική αλλά ωραιότατη μουσική διάκριση ανάμεσα στο ρεφρέν και στην παραλλαγή. Το ρεφρέν σημαίνει επανάληψη, διαστρωμάτωση, Γκαίτε. Η παραλλαγή σημαίνει διαφορά, αναστρωμάτωση, Κλάιστ. Σαφέστατο, σωστά; Το ρεφρέν βασίζεται στο μέτρο, είναι κανονιστικό και εγγυάται ασφάλεια επειδή ξέρουμε πως θα επιστρέψει. Αντίθετα με την ομαλότητα του μετρονομημένου χρόνου, η παραλλαγή είναι κάθε φορά απρόβλεπτη και μας κρατά σε εγρήγορση επειδή δεν ξέρουμε τι θα προκύψει. Αν το ρεφρέν βασίζεται στο μέτρο και επαληθεύει την ταυτότητα, η παραλλαγή βασίζεται στον ρυθμό και αιφνιδιάζει με τη διαρκή της ετερότητα. Ο ρυθμός ασκεί κριτική στον δογματισμό του μέτρου. Ο καλύτερος Καβάφης είναι ποιητής της ρυθμικής ετερότητας.
Η συμμετοχή του κριτικού
Το πιο καινοτόμο στοιχείο του ρεσιτάλ μας είναι η συμμετοχή ενός κριτικού σε όλη τη διαδικασία της διαμόρφωσης και εκτέλεσής του, από την εντελώς πρώτη συζήτηση με τους δύο μουσικούς πριν από δύο χρόνια ως τις συναυλίες και τα μελλοντικά σχέδια. Αυτό συνιστά ένα παράδειγμα της λεγόμενης «ενσωματωμένης κριτικής» που έχει αναπτυχθεί εδώ και λίγα χρόνια στην Αμερική. Ενας κριτικός/φιλόλογος/ιστορικός ενσωματώνεται σε ένα καλλιτεχνικό εγχείρημα από την αρχή και συνεργάζεται στενά με τους καλλιτέχνες προς έναν κοινό σκοπό (π.χ., μια παράσταση).
Μέσα στη διαλεκτική αυτή μεταξύ τέχνης και κριτικής ξεπερνώνται διάφορα στεγανά, καθώς ο κριτικός γίνεται και δημιουργός, και οι καλλιτέχνες γίνονται και κριτικοί. Αυτού του είδους η στενή συνεργασία αποκαλείται και critical horizontalism και είναι εμφανέστατη στο ρεσιτάλ μας, καθώς ο κριτικός βρίσκεται διαρκώς στη σκηνή, στο ίδιο οριζόντιο επίπεδο με τους μουσικούς. Δεν απαγγέλλει Καβάφη, ούτε παρουσιάζει τον ποιητή. Συμμετέχει προσφέροντας έναν προβληματισμό γύρω και μέσα από τα τραγούδια. Γι’ αυτό η εκδήλωση τιτλοφορείται «Ο Κ. Π. Καβάφης στη μουσική: Ενα ρεσιτάλ τραγουδιών και στοχασμών».
Τόσο η μελέτη όσο και η απόλαυση του Καβάφη ωφελούνται εντρυφώντας στις τέχνες που συνομιλούν με το έργο του, και ιδιαίτερα στη μουσική. Εχουμε πολλά να μάθουμε από τη συμμετοχή συνθετών και μουσικών στο πεδίο της καβαφικής δημιουργίας. Απόδειξη το ρεσιτάλ μας, που εξαπλώνεται ριζωματικά προς πολλές κατευθύνσεις πέρα από τον συναυλιακό χώρο: γίνεται διάλεξη, ανακοίνωση σε συνέδριο, άρθρο, πανεπιστημιακό μάθημα και καινούργια ρεσιτάλ. Ετσι αποκτά πολλαπλή υπόσταση και εξελίσσεται σε μακροπρόθεσμο σύνθετο εγχείρημα «με την ποικίλη δράσι» των καβαφικών «προσαρμογών».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ