Το πρώτο µυθιστόρηµα της Χίλντας Παπαδηµητρίου είναι µια επιτυχής µείξη στοιχείων από τα αστυνοµικά αναγνώσµατα που έχει διαβάσει και τις γνώσεις της για τη σύγχρονη µουσική. Η απόφαση να δοκιµάσει τις δυνάµεις της στη συγγραφή µιας αστυνοµικής ιστορίας ίσως να οφείλεται και στην πληθώρα µεταφρασµένων οµοειδών βιβλίων που εµφανίζονται τα τελευταία χρόνια στη χώρα µας, αρκετά από τα οποία απέχουν από το να είναι αξιανάγνωστα. Σε κάθε περίπτωση, αποτολµά να αναµετρηθεί µε έλληνες συγγραφείς οι οποίοι µε την πάροδο του χρόνου αυξάνονται και πληθύνονται (ήδη η Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνοµικής Λογοτεχνίας αριθµεί πάνω από 30 µέλη).

Ωθούµενη από την αγάπη της για τη µουσική, κυρίως τη ροκ, η Παπαδηµητρίου έγραψε µια ιστορία µυστηρίου µε λάτρεις του αγγλόφωνου τραγουδιού, συλλέκτες δίσκων βινυλίου και παράξενους Αθηναίους οι οποίοι έχουν κακές έξεις. Κεντρικός ήρωας είναι ο αστυνόµος Χάρης Νικολόπουλος, φαν των Μπιτλς, που αναζητεί τον δολοφόνο του Σταµάτη Παυλίδη. Αλλοι ήρωες είναι ο Φώντας, ιδιοκτήτης δισκάδικου στα Εξάρχεια, πρώην σύζυγος της Σόνιας και αφεντικό της αδελφής της Τατιάνας, και ο Μανώλης, ψιλικατζής το επάγγελµα. Αυτοί και µερικοί φίλοι τους είναι ύποπτοι για το έγκληµα που διαπράχθηκε ανάµεσα στα Εξάρχεια και στο Κολωνάκι.

Ολοι είχαν λόγο να το διαπράξουν και όλοι έχουν κάτι να κρύψουν. Ας πάρουµε τα πράγµατα από την αρχή. Ο Σταµάτης Παυλίδης, συλλέκτης δίσκων βινυλίου, θαυµαστής των Sex Pistols και των Clash, δολοφονείται στο διαµέρισµά του στην οδό ∆ελφών µε ένα τασάκι, µια µινιατούρα της ροζ Κάντιλακ του Ελβις Πρίσλεϊ .

Ο δράστης είναι κάποιος ή κάποια που γνωρίζει ο ένοικος του σπιτιού: πρόκειται για τον επισκέπτη που περιµένει για να συζητήσουν.

Με «πυξίδα» την Αγκαθα Κρίστι

Ποιος σκότωσε τον συλλέκτη;

Σύµφωνα µε ένα από τα στερεότυπα της αστυνοµικής λογοτεχνίας (το αξιοποιεί άριστα η Αγκαθα Κρίστι στο Εγκληµα στο Οριάν Εξπρές ), ο Παυλίδης είχε πολλούς εχθρούς που ήθελαν να τον βγάλουν από τη µέση. Ωστόσο, τα συνήθη κίνητρα ενός φόνου, µας λέει η συγγραφέας, είναι οι οικονοµικές διαφορές και η ερωτική αντιζηλία. Εκτός και αν ο φόνος του συλλέκτη έγινε για τους δίσκους του. «Μα είναι δυνατόν;» σκέφτεται ο αστυνόµος Χάρης Νικολόπουλος «να σκοτώνει κάποιος για παλιούς δίσκους;».

Ο Χάρης αναλαµβάνει ανθρωποκτονία για πρώτη φορά στην καριέρα του. Προηγουµένως έκανε δουλειά ρουτίνας σε γραφεία και αρχεία. Είναι αποφασισµένος να επιτύχει, να παλέψει για να αποδείξει την αξία του. Χοντρός, ξανθός και γαλανοµάτης, δεν θυµίζει κανέναν άλλον ήρωα της αστυνοµικής λογοτεχνίας, ελληνικής και ξένης (π.χ., ο αστυνόµος Μπέκας του Γιάννη Μαρή παραπέµπει στον Μεγκρέ του Ζορζ Σιµενόν ). Εχει µανία µε τα αστυνοµικά µυθιστορήµατα και στα 40 του µένει ακόµη µε τη µητέρα του, η οποία, όταν δεν του ψέλνει κανέναν «εξάψαλµο» για την αδιαφορία του να βρει ένα καλό κορίτσι να παντρευτεί και να «φτιάξει» τη ζωή του, τον υποχρεώνει να γευτεί τα γιουβαρλάκια της.

Είναι µοναχικός τύπος, υποφέρει από ηµικρανίες, έχει υπερµετρωπία και κοιµάται στο «παιδικό» του δωµάτιο, στους τοίχους του οποίου κρέµονται αφίσες του Χάµφρεϊ Μπόγκαρτ που κρατάει το Γεράκι της Μάλτας και του κωµικού διδύµου Χοντρός – Λιγνός µε σχολικές ποδιές. Γενικά ο Χάρης είναι ένας άνθρωπος που δεν του συµβαίνει ποτέ τίποτα. Το έγκληµα όµως στην οδό ∆ελφών του δίνει την ευκαιρία να αναδείξει τα ταλέντα του.

Aς µην περιµένει ο αναγνώστης να διαβάσει µια παρωδία του είδους: το µυθιστόρηµα της Παπαδηµητρίου είναι σοβαρό και απηχεί τα µηνύµατα ορισµένων ξένων βιβλίων τα οποία οι κριτικοί κατατάσσουν στη λεγόµενη «γυναικεία λογοτεχνία».

Αυτό σηµαίνει ότι η συγγραφέας εστιάζει το ενδιαφέρον της στις κινήσεις, στις σκέψεις και στη συµπεριφορά των ηρωίδων της, κάτι που δεν συνδέεται απολύτως µε τα µυστήρια που πρέπει να εξιχνιαστούν. Για παράδειγµα, οι λεπτοµέρειες για τη ζωή της Τατιάνας στο Λονδίνο δεν συνδέονται µε την αστυνοµική πλοκή. Πέραν αυτού, η συγγραφέας µάς ξεναγεί στον κόσµο της µοντέρνας µουσικής, εκείνον των εναποµεινάντων θαυµαστών των δίσκων βινυλίου, µα και στον κόσµο των αστυνοµικών βιβλίων τσέπης, µε τα οποία µεγάλωσαν γενιές Ελλήνων.

∆ευτερευόντως, µας θυµίζει την πρόσφατη ελληνική ιστορία µε τους κυνηγηµένους από τη χούντα αριστερούς, µε τα παιδιά της Μεταπολίτευσης, τους κνίτες και τους ρηγάδες, και τα πολιτικά τους οράµατα.

Από το βιβλίο στη µετάφραση

Η Χίλντα Παπαδημητρίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Σπούδασε Νομικά και για μία εικοσαετία είχε δισκοπωλείο στη Νέα Σμύρνη. Από το 1994 ασχολείται επαγγελματικά με τη μετάφραση. Μεταξύ άλλων έχει μεταφράσει Αγκαθα Κρίστι, Ρέιμοντ Τσάντλερ, Τζον Μπαρθ, Τζόναθαν Κόου, Νικ Χόρνμπι, Μπομπ Ντίλαν, Λέοναρντ Κοέν, αλλά και Λουτσιάνο Παβαρότι, ενώ έχει γράψει δύο μονογραφίες _ για τους Μπιτλς και τους Clash. Παρά τα άφθονα αστυνομικά στοιχεία (ιδίως τον τόπο και τον τρόπο διάπραξης του φόνου, φόρο τιμής στον Γιάννη Μαρή και στο Εγκλημα στο Κολωνάκι ), στο Για μια χούφτα βινύλια _ τίτλος που παραπέμπει στο γουέστερνσπαγκέτι του Σέρτζιο Λεόνε «Για μια χούφτα δολάρια» _ είναι εμφανής η επιρροή του Βρετανού Νικ Χόρνμπι, ο οποίος αφηγείται αισθηματικές ιστορίες μεταξύ μουσικόφιλων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ