Ολόκληρος ο Σαίξπηρ από έναν μεταφραστή:Ο Ερρίκος Μπελιέςείναι ο δεύτερος, μετά τονΒασίλη Ρώτα,που έβαλε την υπογραφή του στη μετάφραση και των τριάντα επτά θεατρικών του Βάρδου στην ελληνική γλώσσα. Ενα έργο ζωής που άρχισε τη δεκαετία του ΄80 και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2004. Φιλόλογος και ποιητής, επαγγελματίας μεταφραστής, ο γαλλικής καταγωγής Ερρίκος Μπελιές ξεκίνησε κατά τύχη και από αγάπη για τονΣαίξπηρ. Σήμερα πλάι στη στοίβα της εργογραφίας υπάρχει η δική του με τις 37 μεταφράσεις και το ανθολόγιό τους- όλα από τις εκδόσεις Κέδρος.

– Κύριε Μπελιέ,είχατε ποτέ φανταστεί ότι θα ολοκληρώνατε τον Σαίξπηρ;

«Ούτε καν το είχα υποπτευθεί- αλλιώς δεν θα τα είχα καταφέρει. Τα περισσότερα και πιο γνωστά έγιναν κατά παραγγελία. Κάποια στιγμή μού είχαν απομείνει οκτώδέκα έργα και τότε είπα να τα ξεκινήσω, σιγά σιγά, για μένα».

– Οπως; «Μου είχαν μείνει κάτι περίεργα, όπως ο “Ερρίκος ΣτΔ ”, που είναι σε τρία μέρη, με 7.500 στίχους, ο “Περικλής, ηγεμών της Τύρου”, έργα που δεν ανεβαίνουν. Δεν έβαλα ποτέ μου στοίχημα ότι θα τα ολοκληρώσω».

– Γιατί επιλέξατε τον Σαίξπηρ; «Η τύχη με οδήγησε στον Σαίξπηρ. Είχα μια αγάπη για τον Σαίξπηρ που παρέμενε ενώ παράλληλα δούλευα πεζά και ποίηση. Ξεκίνησα να τον δουλεύω ως άσκηση. Η πτυχιακή μου στο Πανεπιστήμιο ήταν για το “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”».

– Πότε αρχίσατε να τον μεταφράζετε επαγγελματικά;

«Η πρώτη παραγγελία για μετάφραση ήρθε το 1990 από τονΓιώργο Μιχαηλίδηκαι το Ανοιχτό Θέατρο, για το “Χειμωνιάτικο Παραμύθι”. Μόνος μου όμως είχα ήδη ξεκινήσει από τις αρχές του ΄80 τον “Ρωμαίο” και τον “Βασιλιά Ληρ”, για μένα. Χαρακτηριστικό του Σαίξπηρ είναι ότι γράφει μονοκόμματα- οι μεταγενέστεροι τα έχουν χωρίσει όλα σε πέντε πράξεις. Οταν τέλειωσα λοιπόν την πρώτη πράξη από το “Παραμύθι”, οΓιάννης Βαρβέρηςμού είπε χαριτολογώντας: “Τι σου μένει ακόμα; Τριάντα έξι έργα και τέσσερις πράξεις!”. Τότε γέλασα. Πού να φανταστώ… Ακολούθησαν άλλες παραγγελίες».

– Φαντάζομαι ότι τα πιο μεγάλα προβλήματα είναι με τη γλώσσα…

«Παλιά υπήρχε η διένεξη καθαρευουσιάνων και δημοτικιστών. Γράφαμε καθαρεύουσα και μιλούσαμε δημοτική. Η γενιά μου το έκανε καθομιλουμένη. Περάσαμε την καθημερινή γλώσσα στο γραπτό. Παλιά υπήρχαν οΔαμιράλης, οΚαρθαίος, ο Ρώτας. Τώρα είναι περισσότεροι: ηΠαγκουρέλλη , οΣτρατής Πασχάλης, οΔιονύσης Καψάλης. Πιστεύω ότι για τη μετάφραση πρέπει να είσαι κοντά στους νέους, να τους αφουγκράζεσαι. Τα λόγια που θα βάλω στους ήρωές μου πρέπει να άπτονται της πραγματικότητας».

– Τι είναι το πιο δύσκολο στον Σαίξπηρ; «Ο ίδιος ο Σαίξπηρ. Να πάρεις τον αναγνώστη, τον θεατή και να τον φέρεις τέσσερις αιώνες πίσω, χωρίς να χάσει τη φυσιογνωμία του το κείμενο».

– Αλήθεια,υπήρξε; «Γιατί να μην υπήρξε; Νομίζω ότι είναι ένα τρυκ. Ενδεχομένως ζήλεψαν τη δόξα του Ομήρου».

– Διαχρονικός; «Ο Σαίξπηρ είναι διαχρονικός ή άχρονος, από τη στιγμή που όποιος τον διαβάζει καταλαβαίνει».

– Σε τι διαφέρει από τους συγχρόνους του, τον Μάρλοου και τον Μπεν Τζόνσον;

«Ο Σαίξπηρ είναι πιο μεγαλόπνοος. Είναι οραματιστής. Λόγω ιδιοσυγκρασίας. Οπως λέμε ότι ο Αισχύλος είναι πιο επικός, ο Ευριπίδης πιο πραγματιστής… Είναι ζήτημα προσωπικής στάσης ζωής. Είναι μοναδικός γιατί αποτελεί την πρώτη πολύ μεγάλη φωνή μετά τους τραγικούς. Μεσολάβησαν δεκαοκτώ αιώνες από τους τραγικούς…».

– Πώς θα χαρακτηρίζατε τις κωμωδίες του; «Κωμωδία είναι το έργο εκείνο του Σαίξπηρ όπου δεν πεθαίνουν όλοι στο τέλοςαυθαίρετος και προσωπικός χαρακτηρισμός. Δεν είναι κωμωδίες για να γελάσεις. Κάνει κοινωνική κριτική της εποχής. Μετά την Αναγέννηση, με τον μόνο κλασικό που μπορείς να γελάσεις είναι ο Μολιέρος». – Αναγνωρίζεται ο μεταφραστής στη μετάφραση;

«Στον Σαίξπηρ υπηρετώ τον συγγραφέα. Τίποτε άλλο. Στους κλασικούς δεν βλέπεις τον μεταφραστή. Η κωμωδία είναι πιο δύσκολο είδος».

– Πώς δουλεύετε,πώς μεταφράζετε; «Κάθομαι και διαβάζω τον συγγραφέα και την εποχή του- μου αρέσει να ανατρέχω σε θεωρητικά βιβλία της εποχής. Μετά ξεκινάει το κείμενο. Δουλεύω χειρόγραφο. Ολον τον Σαίξπηρ τον έχω σε τετράδια. Μετά τον περνάω σε υπολογιστή- παλαιότερα ήταν σε γραφομηχανή. Αυτό το χειρόγραφο είναι το πρώτο χέρι. Ολα τα θεατρικά μου είναι σε χειρόγραφα, με μελάνι. Μετά, στον υπολογιστή, κάνω ένα δεύτερο χέρι. Αν γράψεις κατευθείαν στον υπολογιστή, το γράψε-σβήσε δεν θα μείνει. Ενώ στο χειρόγραφο μένουν όλα».

– Δουλεύετε συγχρόνως περισσότερα του ενός κείμενα;

«Οταν δουλεύω μια μετάφραση, δουλεύω απαράβατα μόνον αυτή. Αφήνω το χειρόγραφο να σιτέψει για δεκαπέντε μέρες και μετά το περνάω στον υπολογιστή. Υστερα πάω στην επόμενη μετάφραση». – Επηρεάζεστε από τους ήρωες; «Οταν ξεκινάω μια μετάφραση, τους ήρωες τους βλέπω πλάτη. Προχωρώντας αρχίζουν σιγά σιγά και γυρίζουν. Στο τέλος του έργου είναι σαν σε υπόκλιση. Τους βλέπω πια πεντακάθαρα. Εγώ παραδίδω ολόκληρο το κείμενο και μετά το δουλεύω με τον σκηνοθέτη, αν θέλει».

– Ποια είναι τα άλυτα προβλήματα με τον Σαίξπηρ;

«Πολλά είναι τα άλυτα προβλήματα. Κάποιες ατάκες είναι λάθος, άλλες έτσι τις μάθαμε και δεν τις αλλάζουμε».

– «Να ζει κανείς ή να μη ζει»; «Για μένα το λάθος βρίσκεται στη λέξη “κανείς”. Εμένα με εκφράζει το “Να ζεις, να μη ζεις”, μια γενικευτική γενική. Δεν είναι απορία, ούτε καν ερώτηση. Είναι ερώτημα: τίθεται από τον Αμλετ για να συζητηθεί». – Σε πόσο χρόνο μεταφράσατε,π.χ.,τον «Μάκβεθ»;

«Σε δύο-τρεις μήνες τέλειωσα το πρώτο χέρι, γιατί είναι και μικρός ο “Μάκβεθ”. Μετά, στο ψιλοκοσκίνισμα, χρειάστηκα περισσότερο χρόνο».

– Γερνάνε οι μεταφράσεις; «Οχι στο κλασικό. Η κωμωδία όμως γερνάει. Υστερα από πέντε χρόνια πρέπει να την ξαναδουλέψεις».

– Ποια είναι τα εύκολα και ποια τα δύσκολα έργα του Σαίξπηρ;

«Δεν είχα ευκολία στον Σαίξπηρ με κανένα του έργο. Απλώς αυτά που κουβαλούν τον μεγαλύτερο μύθο σε δυσκολεύουν περισσότερο. Ο “Βασιλιάς Ληρ” και ο “Αμλετ”… Αλλά με τον Σαίξπηρ έζησα παραπάνω από όσο ζει ένα ζευγάρι. Εμαθα τα τερτίπια του. Η αντικειμενική δυσκολία ήταν να τον γνωρίσω στους Ελληνες. Με τα χρόνια μειώθηκαν οι δυσκολίες ανάγνωσης, όχι όμως και ερμηνείας».

– Ποιες εκδόσεις χρησιμοποιείτε στη μετάφραση;

«Σώζονται δύο Folio και οι σχολιασμένες εκδόσεις του Σαίξπηρ διαφοροποιούνται σε πολλά, καίρια σημεία. Εκεί ο μεταφραστής καλείται να επιλέξει μια από τις πολλές (Οξφορντ, Κέιμπριτζ, Σουόν, Φόγκερ κ.ά.). Συνολικά επτά οίκοι έχουν εκδώσει τον Σαίξπηρ με τεκμηριωμένες απόψεις. Επιλέγεις λοιπόν, παίρνεις ένα ρίσκο». – Ανά έργο; «Οχι ανά έργο, ανά παράγραφο. Μπορεί σ΄ έναν μονόλογο να ακολουθήσεις διαφορετικές ερμηνείες».

– Ποιο ήταν το τελευταίο έργο που μεταφράσατε;

«Ο “Ερρίκος ΗΔ ” και δεν το συνειδητοποίησα. Επαθα σοκ. Ηταν Δεκαπενταύγουστος του 2004 και έβαλα την τελευταία τελεία. Βγήκα έξω και όταν γύρισα στο σπίτι κατάλαβα ότι δεν υπήρχε άλλο τετράδιο για να γεμίσω… Εκείνο το βράδυ δεν είχα τι να κάνω. Πέρασα περίοδο χηρείας με τον Σαίξπηρ. Είναι βαρύ, να μη σε περιμένει…». – Ποια έργα του δεν έχουν ανέβει; «Δεν έχει ανέβει όλος ο “Ερρίκος ΣτΔ ”, ο “Ερρίκος ΔΔ ”, ο “Περικλής”. Ο “Τίμων” έχει ανέβει μόνο μία φορά, από τον Χορν. Τα ιστορικά κυρίως δεν έχουν ανέβει, τα οποία στην εποχή τους ήταν πολύ αγαπητά».

– Ποιο είναι το δικό σας «αγαπημένο»; «Να αδικήσω τα υπόλοιπα και να πω τον “Ρωμαίο και Ιουλιέτα”. Εχει μια απίστευτη τρυφεράδα- δεν είναι το SΜS, αλλά το πετραδάκι στο τζάμι. Εχει τη γλύκα του νεανικού έρωτα που δεν πρέπει να φύγει από τη ζωή των νέων».