«Από διπλωματικής πλευράς, τραγικό λάθος», χαρακτηρίζει η Βρετανική Επιτροπή για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα το γεγονός ότι μετά την επικείμενη ανακαίνιση του Βρετανικού Μουσείου, τα γλυπτά θα επανατοποθετηθούν σε κεντρική θέση και δεν θα επιστραφούν στην Ελλάδα. Σε επιστολή της στο «The Times Magazine», το περιοδικό των βρετανικών Times, την Τρίτη (13/5), η επιτροπή απαντά στον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Νίκολας Κάλιναν ο οποίος, σε συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα το περασμένο Σάββατο, δήλωσε ότι το Μουσείο δεν προτίθεται να επιστρέψει τα γλυπτά στην Αθήνα αλλά ότι υπάρχει σχέδιο για «μια καινοτόμο συνεργασία με την Ελλάδα» που θα περιλαμβάνει εκατέρωθεν δάνεια εκθεμάτων.

Ζητώντας εκ νέου την επανένωση των γλυπτών, η Επιτροπή στην ίδια επιστολή αντιπροτείνει, όταν ανακαινιστεί το μουσείο-ναυαρχίδα του Ηνωμένου Βασιλείου, στη θέση των γλυπτών να εκτίθενται «θαυμάσια αντικείμενα που δεν έχουν δει ποτέ στο παρελθόν στη Βρετανία και τα οποία η Ελλάδα έχει υποσχεθεί (σ.σ: να δανείσει στο Μουσείο) για την επιστροφή των Μάρμαρων».

«Δεν είναι στιγμή να προσβάλλουμε τη φιλία μας με την Ελλάδα»

«Η Ελλάδα ήταν και παραμένει ένας από τους ισχυρότερους συμμάχους μας και σίγουρα δεν είναι η στιγμή να προσβάλλουμε αυτή την φιλία», καταλήγει το κείμενο που συνυπογράφουν στο «The Times Magazine» η πρόεδρος της Επιτροπής και κορυφαία σεξπιρική ηθοποιός Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν, ο αντιπρόεδρος και πρώην καθηγητής Ελληνικού Πολιτισμού στην έδρα Λεβέντη στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ Πολ Κάρτλετζ, καθώς και η γνωστή φιλέλληνας βρετανίδα συγγραφέας Βικτώρια Χίσλοπ.

Το επιχείρημα του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου

Το Βρετανικό Μουσείο, πάντως, σύμφωνα με δήλωση του διευθυντή του, δεν προτίθεται να επιστρέψει όχι μόνο τα γλυπτά του Φειδία, αλλά ούτε καν τα χάλκινα του Μπενίν, που λεηλατήθηκαν από τους Βρετανούς το 1897, ενώ η Γερμανία επέστρεψε στη Νιγηρία 21 εξ αυτών και η Ολλανδία 119. Το επιχείρημα του Κάλιναν; Δεν θέλει «να διαλύσει τη συλλογή ενός μουσείου που χρειάστηκε τρεις αιώνες να χτιστεί».

«Επαναπατρισμός και όχι δάνειο»

«Είναι θλιβερά τα σχέδια που παίρνουν σάρκα και οστά για ένα δάνειο των Μαρμάρων. Ελπίζω να μην συμβεί. Κατά τη γνώμη μου, η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να δεχθεί ως δάνειο όσα δικαιωματικά ανήκουν στην Ελλάδα. H ελληνική πλευρά αυτή τη στιγμή υποστηρίζει την ανάγκη επανένωσης των γλυπτών του Παρθενώνα, δίνοντας έμφαση στο αρχαιολογικό και αισθητικό επιχείρημα. Αντίθετα, αποφεύγει να ζητήσει τον μόνιμο επαναπατρισμό. H επανένωση μπορεί να επιτευχθεί και μέσω ενός δανείου. Αυτό που θα έπρεπε να θέλουμε είναι ο επαναπατρισμός, μόνιμος και χωρίς εξευτελιστικά ανταλλάγματα», λέει στο Βήμα η Κατερίνα Τιτή, διεθνολόγος, αναπληρώτρια καθηγήτρια Έρευνας της Νομικής στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας (CNRS) και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Έδρας της UNESCO για τις Απειλές κατά της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και τις Δραστηριότητες που Σχετίζονται με την Πολιτιστική Κληρονομιά.

Και ο Διεθνής Σύνδεσμος για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα (IARPS), μια οργάνωση-ομπρέλα που συγκεντρώνει εθνικές επιτροπές διαφόρων χωρών για την επανένωση, είχε αποστείλει στις 31 Μαρτίου στον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Όζμπορν επιστολή ζητώντας να επιστραφούν τα γλυπτά με την ευκαιρία της ανακαίνισης του Βρετανικού Μουσείου. «Μέχρι τώρα ούτε το Μουσείο ούτε η κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ δείχνουν πρόθυμοι να τα επιστρέψουν», υπογραμμίζει η κυρία Τιτί. «Πρόσφατα μάλιστα, μια επίτροπος του μουσείου, η Μέρι Μπέαρντ, δήλωσε προκλητικά ότι θέλει τα Mάρμαρα όχι μόνο να εκτίθενται στο Λονδίνο, αλλά και να ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο».

Η αδιάλλακτη στάση του Λονδίνου

Δηλωτικός της αδιάλλακτης στάσης του Λονδίνου είναι, σύμφωνα με την κ. Τιτί, ο διορισμός, τον περασμένο Μάρτιο, της δρος Τίφανι Τζέκινς ως μίας εκ των πέντε επιτρόπων του Βρετανικού Μουσείου. Στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου περιγράφεται ως «συγγραφέας και ακαδημαϊκός». Εκείνο όμως που ενδιαφέρει την ελληνική πλευρά είναι ότι το 2016 δημοσίευσε βιβλίο με τίτλο «Κρατώντας τα Μάρμαρά τους: Πώς οι θησαυροί του παρελθόντος κατέληξαν σε μουσεία και γιατί πρέπει να παραμείνουν». Επίσης έχει δημοσιεύσει πληθώρα άρθρων στα οποία υποστηρίζει ότι τα δυτικά μουσεία δεν πρέπει να επαναπατρίζουν θησαυρούς που έχουν λάβει με αμφίβολα μέσα από τις χώρες προέλευσής τους.

«Μεγάλη αποθήκη κλοπιμαίων το Βρετανικό Μουσείο»

«Η δρ Τίφανι Τζέκινς είναι εξόχως γνωστή για την σθεναρή αντίθεσή της στον επαναπατρισμό. Η επιλογή της ως επιτρόπου του Βρετανικού Μουσείου συντονίζεται πλήρως με την ανακοίνωση του Κιρ Στάρμερ ότι δεν σκοπεύει να νομοθετήσει για την επιστροφή των Μαρμάρων καθώς, όπως υποστηρίζει ο βρετανός πρωθυπουργός, αυτό είναι θέμα του μουσείου. Δεν είναι. Η βρετανική κυβέρνηση είναι αυτή που πρέπει κυρίως να πιέζουμε», επισημαίνει η κυρία Τιτί. «Το Βρετανικό είναι σήμερα το πιο επίμαχο μουσείο στον κόσμο. Δεν αρκεί, όπως νομίζει ο Κάλιναν, να αναγνωρίσει ότι η συλλογή του είναι “αμφιλεγόμενη”. Ακριβώς επειδή είναι αμφιλεγόμενη, απαιτούνται ενέργειες για να πάψει να είναι. Άλλες χώρες και μουσεία σε όλο τον κόσμο το γνωρίζουν. Για παράδειγμα, η Ολλανδία την τελευταία πενταετία αποαποικιοποιεί τις συλλογές της επιστρέφοντας ό,τι αφαιρέθηκε σε συνθήκες ανισορροπίας ισχύος. Για πόσο καιρό ακόμη το Βρετανικό Μουσείο θα είναι η τελευταία μεγάλη αποθήκη κλοπιμαίων και ο διευθυντής του θα είναι περήφανος γι’ αυτό;».