Μετά και την ανακοίνωση της απόφασης του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για κάλπες στις 21 Μαΐου, η προεκλογική περίοδος έχει ξεκινήσει και επίσημα, ενώ τα επιτελεία των κομμάτων έχουν πάρει φωτιά, θέλοντας να χαράξουν την καλύτερη δυνατή στρατηγική πριν από την εκλογική αναμέτρηση.

Όπως είναι φυσικό, κάθε ένα από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα (Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψιν τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μειονεκτήματα με τα οποία εισέρχεται στην προεκλογική «κούρσα», επιθυμώντας φυσικά να στρέψει τη συζήτηση στα θέματα που θεωρεί προνομιακά του πεδία, με σκοπό το εκλογικό όφελος.

Νέα Δημοκρατία: Ο συνετός διαχειριστής Κυριάκος Μητσοτάκης – Φθορά από το δυστύχημα των Τεμπών

Όσον αφορά το κυβερνών κόμμα, μεγάλο ατού θεωρείται το προφίλ του συνετού διαχειριστή της εξουσίας που έχει καταφέρει να δημιουργήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ακόμη, η πραγματοποίηση σημαντικών προεκλογικών εξαγγελιών της κυβέρνησης, όπως η χαμηλότερη φορολόγηση και η αύξηση των συντάξεων, σε συνδυασμό με τις αυξήσεις στις οποίες έχει προχωρήσει στον κατώτατο μισθό, θεωρούνται επίσης σημαντικά πλεονεκτήματα στην προεκλογική εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας.

Επιπλέον, η επιτυχημένη, σύμφωνα με την κυβέρνηση, διαχείριση μιας σειράς κρίσεων (Ελληνοτουρκικά, πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία και επακόλουθη ενεργειακή κρίση) που προέκυψαν κατά τα χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία, αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα του κυβερνητικού προεκλογικού αφηγήματος. «Η κυβέρνηση της Ν.Δ. αντιμετώπισε όλες τις κρίσεις με σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα» αναμένεται να είναι το επιχείρημα.

Τέλος, μπορεί το λεγόμενο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο να μην είναι τόσο ισχυρό όσο πριν από τέσσερα χρόνια, όταν η χώρα προερχόταν από μια τετραετή διακυβέρνηση υπό τον Αλέξη Τσίπρα, ωστόσο ακόμη η Νέα Δημοκρατία θεωρεί ότι μπορεί να συσπειρώσει μια σημαντική μερίδα κεντρώων ψηφοφόρων, οι οποίοι δεν επιθυμούν την επιστροφή μιας αριστερής κυβέρνησης.

Στα μειονεκτήματα της κυβέρνησης συγκαταλέγεται σίγουρα η πολιτική φθορά από το δυστύχημα των Τεμπών. Το δυστύχημα λοιπόν, σε συνδυασμό με τις επακόλουθες αποκαλύψεις για το μπάχαλο που επικρατούσε στον ΟΣΕ δείχνει να κάνει μεγάλη ζημιά στο αφήγημα περί εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού της χώρας, το οποίο προέβαλε αρκετά η Νέα Δημοκρατία το διάστημα πριν την αποφράδα 28η Φεβρουαρίου.

ΣΥΡΙΖΑ: Προνομιακό πεδίο η νεολαία – Νωπά τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης

Από την άλλη πλευρά, στον ΣΥΡΙΖΑ ποντάρουν, όπως είναι λογικό, στη φθορά της κυβέρνησης από το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και στην ιδιαίτερα θετική απήχηση που έχει το κόμμα στις νεαρές ηλικίες.

Στο ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν επίσης με καλό μάτι το κλείσιμο της δημοσκοπικής ψαλίδας από τη Νέα Δημοκρατία το τελευταίο διάστημα, ενώ συνυπολογίζουν τη λεγόμενη «κρυφή» ψήφο, η οποία δεν καταγράφεται από τις δημοσκοπήσεις και από την οποία  ο ΣΥΡΙΖΑ παραδοσιακά εμφανίζεται ενισχυμένος.

Επιπλέον, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επενδύει και στο πολωτικό κλίμα, το οποίο, για τους δικούς της λόγους, φαίνεται πως θέλει να διαμορφώσει και η Νέα Δημοκρατία. Ουσιαστικά, η δημιουργία ενός προεκλογικού «αγώνα για δύο» μπορεί να φέρει στον ΣΥΡΙΖΑ αρκετές ψήφους από την ευρύτερη δεξαμενή της αριστεράς και της κεντροαριστεράς, πολιτών που επιθυμούν διακυβέρνηση με προοδευτικό πρόσημο.

Όσον αφορά τα μειονεκτήματα με τα οποία εισέρχεται στην προεκλογική μάχη ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτά έχουν να κάνουν κυρίως με το γεγονός ότι τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης του είναι ακόμα νωπά, στην ηγεσία του δεν υπάρχει πλέον ένας άφθαρτος πολιτικός όπως πριν τον εκλογικό του θριάμβο το 2015 και το κόμμα δεν μπορεί να υπηρετήσει το αφήγημα του «αντισυστημικού».

Ακόμη, ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη φθορά της Νέας Δημοκρατίας, δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει εκλογική δυναμική μετά το δυστύχημα των Τεμπών, γεγονός που θα άλλαζε τις ισορροπίες στο προεκλογικό παιχνίδι.

ΠΑΣΟΚ: Το «νέο» και οι αμαρτίες του παρελθόντος

Τέλος, το ΠΑΣΟΚ κατεβαίνει στην προεκλογική αρένα γνωρίζοντας ότι η δημοσκοπική πτώση που καταγράφει η Νέα Δημοκρατία το τελευταίο διάστημα του έχει δώσει έναν ρόλο ρυθμιστή της επόμενης ημέρας, καθώς ο στόχος της αυτοδυναμίας δείχνει να απομακρύνεται για το κυβερνών κόμμα. Έτσι, έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, αν και ακόμα είναι νωρίς, να διαμορφώσει την ατζέντα της προεκλογικής εκστρατείας, παρότι στις δημοσκοπήσεις καταγράφει ακόμα και μονοψήφια ποσοστά.

Επιπλέον, ο πρόεδρος του, Νίκος Ανδρουλάκης, έχει στα χέρια του το χαρτί του νέου πολιτικού προσώπου, καθώς ο ίδιος, σε αντίθεση με τους δύο κύριους αντιπάλους του, Κυριάκο Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα, δεν έχει κυβερνήση τη χώρα και έτσι δεν του αναλογεί μερίδιο ευθύνης για τα κακώς κείμενα.

Παρόλα αυτά, δεν παύει να ηγείται ενός συστημικού, «παλιού» κόμματος, το οποίο έχει κυβερνήσει για ένα πολύ μεγάλο διάστημα της μεταπολιτευτικής ιστορίας του τόπου και θεωρείται υπεύθυνο για πολλές από τις παθογένειες της χώρας. Με άλλα λόγια θα μπορούσαμε να πούμε ότι το brand nameΠΑΣΟΚ, που αναμφίβολα παραμένει ισχυρό, είναι τόσο ιστορικά φορτισμένο που αυτή τη στιγμή αποτελεί τόσο ευλογία, όσο και κατάρα.