H  λέξη Νταχάου είναι όνομα γερμανικής πόλης που βρίσκεται βορειοδυτικά του Μονάχου, όμως το άκουσμα της φέρνει στο μυαλό μόνο τραγικές και απάνθρωπες εικόνες, καθώς εκεί φτιάχτηκε και λειτούργησε το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης του ναζιστικού καθεστώτος.

Σήμερα 22 Μαρτίου 2023 συμπληρώνονται ακριβώς 90 χρόνια από τη «μαύρη» εκείνη ημέρα του 1933, που το Νταχάου ξεκινούσε  τη μακάβρια και απάνθρωπη λειτουργία του.

«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ»,28.4.1933, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Το Νταχάου ανοίγει τις πύλες του

Το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ»,στις 28 Απριλίου 1933, αναδημοσιεύει άρθρο της Daily Telegraph δίνοντας την πρώτη εικόνα για το στρατόπεδο αυτό. Ο πλανήτης ούτε καν μπορούσε ακόμα να φανταστεί πού θα τον οδηγούσε σε λίγα χρόνια ο Ναζισμός και ο εμπνευστής του, ο Αδόλφος Χίτλερ. Το Νταχάου πάντως ήταν ένα σαφές πρώτο δείγμα για τις θηριωδίες που θα ακολουθούσαν.

«Από το Νταχάου της Βαυαρίας ο απεσταλμένος του “Νταίηλυ Τέλεγκραφ” τηλεγραφεί τα της επισκέψεώς του -της πρώτης δημοσιογραφικής επισκέψεως- εις το εκεί στρατόπεδον συγκεντρώσεως 5.000 πολιτικών κρατουμένων.

»Η περιγραφή του δίδει μίαν εικόνα των πρωτοτύπων αυτών κέντρων εγκαθείρξεως των αντιπάλων του Χίτλερ».

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου στήθηκε πάνω στις βάσεις ενός εγκαταλελειμμένου εργοστασίου πυρομαχικών και αρχικά προοριζόταν για την κράτηση Βαυαρών αντιφρονούντων του Χίτλερ.

Ομάδα κρατουμένων αποφυλακίζεται στα πλαίσια απονομής χάρης σε περιορισμό αριθμό συλληφθέντων, Χριστούγεννα του 1933

Οι πρώτοι κρατούμενοι

«Περιβάλλεται υπό διπλού φράκτου εκ συρματοπλέγματος “φορτωμένου” με ηλεκτρικόν ρεύμα θανασίμως υψηλής τάσεως.

»Εις τον διάμεσον του φράκτου χώρον περιπολούν νυχθημερόν ένοπλοι σκοποί, οι δε κρατούμενοι προειδοποιούνται ότι πας αποπειρώμενος να αποδράση θα τυφεκίζεται αμέσως».

Όπως ενημερώθηκαν οι δημοσιογράφοι επισκέπτες, λίγες ημέρες νωρίτερα, τέσσερις κρατούμενοι αποπειράθηκαν να αποδράσουν.

«Τέσσαρες έκαμαν μίαν εξόρμησιν προς την ελευθερίαν την περασμένην εβδομάδα. Εκώφευσαν εις την κλήσιν να σταματήσουν. Διήνυσαν μόλις εκατόν υάρδες ώσπου οι σφαίρες τους εκτύπησαν. Οι τρεις εφονεύθησαν».

«Είδα», γράφει ο απεσταλμένος της Daily Telegraph, «530 κρατουμένους οι οποίοι ειργάζοντο διά την επισκευήν καλυβών προς χρήσιν των τριών -τεσσάρων χιλιάδων Βαυαρών πολιτικών κρατουμένων, οι οποίοι ευρίσκονται σήμερον εις συνήθεις φυλακάς».

Κρεματόρια στο Νταχάου

Ελληνική μαρτυρία

Στο Νταχάου, οι Ναζί συνέχιζαν να στοιβάζουν ψυχές και με το ξεκίνημα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, η επιχείρηση εξόντωσης εκατομμυρίων Εβραίων και άλλων κοινωνικών ομάδων θέριεψε.

Το ­­­Νοέμβριο του 2008, η ιστορικός Φωτεινή Τομαή δημοσιεύει στο «ΒΗΜΑ» μέρος της μαρτυρίας του επιζώντα του Νταχάου, Γιάννη Σταθόπουλου.

Όπως γράφει η Φωτεινή Τομάη «τον Σταθόπουλο κατέδωσε στους Γερμανούς ο συμπολίτης του, μετέπειτα υπουργός Παιδείας της χούντας, Ν. Σιώρης ως επονίτη. Συνελήφθη και μέσω Κορίνθου, Βελιγραδίου και από εκεί σιδηροδρομικώς οδηγήθηκε στο Νταχάου.

»Θύμα καταναγκαστικής εργασίας στο εργοστάσιο της BMW, παρέμεινε ως τη λήξη του πολέμου έγκλειστος στο Νταχάου. (…) Το παρακάτω απόσπασμα αναφέρεται στο μαρτύριό του ως θύματος ιατρικών πειραμάτων των ναζιστών:

«Πιο αδικημένοι ήταν οι Ανατολικοεβραίοι. Αυτοί είχαν προτεραιότητα στον θάνατο. Ακόμα κι εκεί κάνανε διακρίσεις… Εγώ υπέστην βανδαλισμούς.

Ήμουν ένα από τα σοβαρά θύματα. Μου πήραν ένα νεφρό. Οι Γερμανοί κάνανε επεμβάσεις σε νέους ανθρώπους. Ήμουν νέο και γερό παιδί.

“Στις 25 Γενάρη του 1945 γυρίζοντας από το εργαστήριο της BMW που δουλεύαμε νυχτερινή βάρδια, γυρίσαμε στις 7 το απόγευμα οδοιπορώντας και, αντί να μπούμε με βήμα κανονικό, μας ζήτησαν να κάνουμε σημειωτόν. Δεν ξέραμε το γιατί.

Πειραματόζωο

Έφτασε η σειρά η δική μου. Περνάει ένας με άσπρη ρόμπα, κάνει έτσι και δείχνει εμένα. Στο τέλος περάσανε, μπήκανε όλοι μέσα στο στρατόπεδο όσοι εργαζόσαντε στη βάρδια και είχαμε μείνει κάπου 80, όλοι νέοι, Ρώσοι, Πολωνοί, το ‘να τ’ άλλο, ήτανε κι ένας Ουγγαρέζος, δεν κάνανε διάκριση εδώ, μόνο σωματική, έψαχναν τους γερούς.

Μας πήγαν στο νοσοκομείο του στρατοπέδου (σταματάει για λίγο) Μπέκερμαν το όνομα του γιατρού, έχω αρχίσει λίγο να ξεχνάω. Μας πήγαν στην κεντρική αίθουσα του νοσοκομείου, μια παράγκα που αριστερά είχε φαρμακείο και δεξιά εργαλεία χειρουργικά.

Μας βάζουν στο κέντρο, εγώ όμως σαν Έλληνας πονηρός πήγα και στάθηκα κοντά στο μοναδικό παράθυρο που υπήρχε. Στο μεταξύ ανοίγει η πόρτα και καλούν μέσα δυο-τρεις. Μετά μισή ώρα παίρνουν κι άλλους. Μ’ έπιασε η πονηριά… Τι γίνεται; Τι τους κάνουν; Ανοίγω το παράθυρο, σκύβω ύπτια προς τα έξω, κάνω αριστερά δεν βλέπω τίποτε, κάνω δεξιά και κόπηκε η καρδιά μου! Είδα πτώματα χωρίς κεφάλια, άλλους ανοιγμένους στο στήθος, τώρα τι έλειπε ποιος ξέρει. Τα κεφάλια, όμως, οπωσδήποτε!

“Κλείνω αμέσως το παράθυρο και λέω: ‘Παναγιά μου, μάνα μου, πώς θα σωθώ;. (βουρκώνει) Τι έκανα;’ Αρχίζει και δουλεύει στο μυαλό μου η σκέψη της απόδρασης.

Ο αρχηγός των Ες Ες, Χάινριχ Χίμλερ επιθεωρεί το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου

Απόδραση

Ύστερα από λίγο λέω σε κάτι ρωσάκια: ‘Τι κάνουν;’. Αυτοί όμως δεν μιλάγανε. Ανοίγω το παράθυρο που μ’ έβρισκε ως τη μέση και πέφτω στα χιόνια. Είχε χιόνια τότε. Κατευθείαν πάω κάτω από την παράγκα γιατί είχε ύψος, δεν εφαπτόταν στο χώμα. Και ξεκινάω από την παράγκα 1 κι έφτασα στην παράγκα 14, εκεί που έμεναν οι δικοί μου. Λέω, το πρωί που θα σηκωθούν αυτοί στις 5 – τέτοια ώρα ξυπνούσαμε – θα βρεθώ εκεί και δεν θα καταλάβουν τίποτε.

Έκανε κρύο μεγάλο. Αυτό που φοράγαμε τι ήταν; Τίποτε. Ένα πουκάμισο και το σακάκι. Κουλουριάζομαι όσο μπορούσα κι έφτασα να γλείφω τα πόδια μου! Άρχισα να ελπίζω! Θα σωθώ! Δεν έγινε έτσι όμως. Ύστερα από δύο ώρες ακούστηκαν σκυλιά! Με βρίσκουνε. Έρχονται κατεπάνω μου και με δαγκώνουν. Βγαίνω έξω. «Raus, raus! « φώναζαν. «Ich werde dich tοten», θα σε σκοτώσω! Βγαίνω λοιπόν ανάποδα. Με πιάνουν από τον ώμο, με σέρνουν και με πάνε κατευθείαν στο χειρουργικό κρεβάτι. Εκεί είδα πραγματικά την αλήθεια.

Πολωνοί κρατούμενοι του Νταχάου πανηγυρίζουν για την απελευθέρωσή τους από τον αμερικανικό στρατό

Στο ιατρικό κρεβάτι

“Γυάλες μεγάλες που είχαν μέσα κεφάλια. Άλλο κεφάλι με κλειστά μάτια, άλλο με τραβηγμένο πίσω στόμα, σαν να γελούσε (δείχνει), άλλο έτσι, άλλο αλλιώς. Ό,τι πρόλαβα είδα. Με ξαπλώσανε στο κρεβάτι και λέω: «Χριστέ μου, Παναγιά μου, μάνα μου», η μάνα μου ήταν στην πρώτη βαθμίδα γιατί έτσι πρέπει να είναι (κλαίει πολύ)… Την αγαπούσα τη μάνα μου!

“Ήλθανε και μου βάλανε τη μάσκα (της νάρκωσης) και έφυγα από τη ζωή. Δεν έφυγα όμως. Έζησα! Ποιος παρακάλεσε για αυτό; Ο γιατρός; Δεν ξέρω. Σκέφτηκε να μου κόψει τον λαιμό; Να με ανοίξει; Ήμουνα τυχερός. Ο δόκτωρ Drost, Ολλανδός, ο οποίος ήταν προϊστάμενος του νοσοκομείου, μου ‘γνεψε να ξαπλώσω, γιατί μόλις ξύπνησα ανασηκώθηκα, πονούσα αλλά κάνοντας έτσι βλέπω έναν αναίσθητο δίπλα μου.

Μου είπαν ότι ήταν Ολλανδός από την Ελβετία. Τον είχαν πιάσει την ίδια μέρα με εγγλέζικη στολή. Ήταν αεροπόρος κι ήταν εκείνη η μέρα που κατέστρεψαν το Μόναχο οι Αγγλοαμερικάνοι. Τον φέρανε στο στρατόπεδο, του κάνανε πειράματα και τον είχανε διασωληνωμένο. Μετά λίγο ανοίγει τα μάτια του. Κάνω έτσι και τον βλέπω. «What happened? « του λέω. Μου κάνει έτσι, «μη μιλάς!».

 «Είσαι ο πιο τυχερός!»

“Ήλθε τότε ο δόκτωρ Drost το γραφείο του ήταν υπερυψωμένο για να ελέγχει τους πάντες – και μου λέει: Κάτσε καλά. Θα σου πω μετά (στα γερμανικά), είσαι ο πιο τυχερός! (πάλι στα γερμανικά). Αυτός εδώ δεν θα ζήσει. Του κάνουνε πειράματα με πενικιλίνες. Το μυστικό όπλο των Συμμάχων ήταν οι πενικιλίνες και ψάχνανε και οι Γερμανοί. Εκαναν πειράματα στην Bayer για να βρούνε κι αυτοί την πενικιλίνη αλλά δεν τα καταφέρανε. Εμένα πάντως η πενικιλίνη με έφερε στη ζωή. Πώς;

Ο αμερικανικός στρατός έχει φτάσει στο Νταχάου, 1945

Συνεχίζω να ζω. Εμεινα οκτώ ημέρες στο νοσοκομείο. Το τραύμα δεν έκλεινε. Πυορροούσε. Ο δόκτωρ Drost με περιποιείτο. Μου έλεγε: «Οχι αυτό το νερό! Θα το βράζεις, αλλιώς το νερό αυτό θα σε σκοτώσει!». Ετσι έκανα έως ότου ήλθαν οι Αμερικάνοι και το πρώτο που μας έφεραν ήταν νερό και τροφές στη μεγάλη αίθουσα. Ηλθα στα πόδια μου λιγουλάκι, αλλά το τραύμα έρρεε, βγήκα όμως έξω με τους άλλους να χτυπήσω τους Γερμανούς. Δεν άντεχα. Οι άλλοι όμως πήραν εκδίκηση. Δέκα μέρες κράτησε το μακελειό. Τους βάζανε έναν έναν στη μέση οι Ρώσοι, κάνανε κύκλο και μετά άρχιζε το ξύλο. Εχετε ακούσει που λένε μπλε μαρέν;..».