Επειτα από 235 ώρες συνεδριάσεων, 64 συνεδριάσεις και 23 εξετασθέντες μάρτυρες, η πλειοψηφία της προανακριτικής επιτροπής κατέληξε στην απόδοση βαρύτατων ποινικών ευθυνών κατά του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου καταλογίζοντάς του ότι «παρενέβαινε με την πολιτική ανοχή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σε ανοικτές ποινικές υποθέσεις και τις διαμόρφωνε κατά τρόπο που μπορούσε να δημιουργήσει οικονομικό όφελος για αυτόν και τους συνεργούς του, αλλά και πολιτικό όφελος για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ». Παράλληλα, το πόρισμα της ΝΔ θέτει στο «κάδρο» των πολιτικών ευθυνών τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, στον οποίο καταλογίζεται ότι με την «πλήρη ανοχή» του εξελίσσονταν οι προσπάθειες εξόντωσης των πολιτικών του αντιπάλων και χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Η πρόταση παραπομπής του κ. Παπαγγελόπουλου για τέσσερα κακουργήματα και τέσσερα πλημμελήματα κρίνεται ως ιδιαίτερα επιβαρυντική. Στη ΝΔ θεωρούν άλλωστε ότι δεν είναι μόνο το αξιόποινο των πράξεων αυτό καθαυτό αλλά και η φύση τους, καθώς αφορούν βασικά συστατικά στοιχεία της λειτουργίας του πολιτεύματος όπως η διάκριση των εξουσιών.

«Αθέμιτη παρέμβαση στη δικαστική εξουσία»

Για την πλειοψηφία η ύπαρξη επαρκών ενδείξεων για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του κ. Παπαγγελόπουλου, που διαπιστώνονται στο 400 σελίδων πόρισμα, στοιχειοθετεί ότι υπήρξε αθέμιτη παρέμβαση εκ μέρους του στη δικαστική εξουσία. Στο πόρισμα «εμπλέκονται» και μη πολιτικά πρόσωπα και περιγράφονται πράξεις οι οποίες αναμένεται να μπουν στο «μικροσκόπιο» της ποινικής διερεύνησης που θα διεξαγάγει το Δικαστικό Συμβούλιο που θα κληρωθεί από την Ολομέλεια της Βουλής εφόσον αποφασιστεί η παραπομπή του κ. Παπαγγελόπουλου στο Ειδικό Δικαστήριο (η σχετική συζήτηση και ψήφιση του πορίσματος θα διεξαχθεί την προσεχή Τετάρτη). Μια τέτοια απόφαση κατά του πρώην κυβερνητικού στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ (δηλαδή άσκησης ποινικής δίωξης εναντίον του) «καταλαμβάνει υποχρεωτικά» και τους (τυχόν) συμμετόχους, οι οποίοι, όπως ορίζει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, «εφεξής κατηγορούνται και δικάζονται μαζί με τον υπουργό». Τα πρόσωπα που εμπλέκονται από το πόρισμα της ΝΔ είναι η εισαγγελέας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, οι επίκουροι εισαγγελείς Διαφθοράς Χρήστος Ντζούρας και Στέλιος Μανώλης, καθώς και ο εκδότης Γιάννης Φιλιππάκης και οι δημοσιογράφοι Αλέξανδρος Τάρκας και Γιάννα Παπαδάκου.

Στο πόρισμα γίνεται λόγος για «σύστημα παρεμβάσεων» στη Δικαιοσύνη από τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης «με την αρωγή δημοσιογράφων και άλλων φυσικών προσώπων στην προσπάθεια ελέγχου των αρμών της εξουσίας, σε σειρά υποθέσεων», ενώ εντοπίζεται η ύπαρξη μιας «δομημένης λειτουργίας» την οποία κατηύθυνε ο κ. Παπαγγελόπουλος «με την πλήρη πολιτική ανοχή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του τότε πρωθυπουργού κ. Τσίπρα, που σκοπό είχε την ποδηγέτηση της Δικαιοσύνης και τη στοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων αλλά και φυσικών προσώπων».

 

Τα αδικήματα και το σκεπτικό

Τα αδικήματα για τα οποία προτείνεται η παραπομπή του κ. Παπαγγελόπουλου είναι τα εξής: ηθική αυτουργία σε κακουργηματική κατάχρηση εξουσίας, με το σκεπτικό ότι με δόλο ώθησε τους εισαγγελείς Διαφθοράς σε πράξεις που είχαν ως στόχο τη δίωξη των δέκα πολιτικών προσώπων για το σκάνδαλο Novartis, ηθική αυτουργία σε πλημμεληματική κατάχρηση εξουσίας, επειδή οδήγησε τους ίδιους εισαγγελικούς λειτουργούς σε πράξεις κατά τις οποίες  μεταχειρίστηκαν «παρανόμως εκβιαστικά μέσα» σε καταθέσεις μαρτύρων, ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος, καθώς φέρεται ότι τους έπεισε προκειμένου να προβούν σε πράξεις και παραλείψεις ως προς την υπαγωγή μαρτύρων σε καθεστώς προστασίας, παράβαση καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση, διότι με πρόθεση παρέβη τα καθήκοντά του παρεμβαίνοντας στο έργο εισαγγελικών λειτουργών και ασκώντας πιέσεις και παρεμβάσεις (Ράικου, Αθανασίου, Τσατάνη), απόπειρα εκβίασης με σκοπό «να αποκομίσει ο ίδιος και ο εκδότης Ιωάννης Φιλιππάκης παράνομο περιουσιακό όφελος που προσδιορίστηκε στα 350.000 ευρώ» από τον επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή, δωροληψία πολιτικού αξιωματούχου με το σκεπτικό ότι «ζήτησε για τον εαυτόν του και άλλον, και δη τον εκδότη κ. Ιωάννη Φιλιππάκη, το ποσό που προσδιορίστηκε στα 350.000 ευρώ ως αντάλλαγμα που δεν δικαιούνταν», δωροληψία υπαλλήλου ακριβώς για τον ίδιο λόγο και, τέλος, εγκληματική οργάνωση – συμμορία, η οποία θεωρείται ότι «οργανώθηκε με άλλους (Φιλιππάκη, Τάρκα, Παπαδάκου) προκειμένου να διαπράξουν κακουργήματα και πλημμελήματα». Μάλιστα το πόρισμα ζητεί να ελεγχθεί και ο ρόλος άλλων φυσικών προσώπων, μεταξύ των οποίων και ο εκδότης-δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης.

 

Η υλοποίηση του «σχεδίου»

Σύμφωνα με τους συντάκτες του πορίσματος, η υλοποίηση του «σχεδίου» του κ. Παπαγγελόπουλου επί της αρχής γινόταν ως ακολούθως: «Διοχέτευε  δημοσιεύματα σε βάρος πολιτικών ή άλλων  φυσικών προσώπων σε δημοσιογράφους (ενδεικτικά  στους  κ.κ. Βαξεβάνη, Φιλιππάκη, Παπαδάκου) και Μέσα που λειτουργούσαν ως φερέφωνα των  επιθυμιών του αναπληρωτή υπουργού κ. Παπαγγελόπουλου (όπως το «Documento» και η εφημερίδα «Δημοκρατία»)». Εν συνεχεία «αξιοποιούσε αυτά τα δημοσιεύματα και τα διαβίβαζε, προκειμένου να διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση σε βάρος των προσώπων που αφορούσαν». Ωστόσο, όπως υποστηρίζεται, δεν σταματούσε εκεί αλλά «ασκούσε πιέσεις σε εισαγγελικούς λειτουργούς να χειριστούν τις υποθέσεις κατά τον τρόπο που ο ίδιος επιθυμούσε, έχοντας φροντίσει σε αυτές τις θέσεις να βρίσκονται άτομα που μπορούσε να τους ασκήσει αθέμιτη επιρροή».

«Για αυτόν τον λόγο άλλωστε, μέσω  της  τακτικής των δημοσιευμάτων εξώθησε σε παραίτηση την πρώην Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς κυρία Ράικου», ενώ «σε περίπτωση που οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν πειθαρχούσαν στις επιθυμίες του, όπως η κυρία Ράικου και ο κ. Αγγελής, επιστρατεύονταν οι ίδιοι δημοσιογράφοι και τα Μέσα για να στοχοποιήσουν πλέον τους ίδιους τους εισαγγελικούς λειτουργούς, ώστε να καμφθεί η αντίστασή τους και να πειθαρχήσουν», αναφέρεται στο πόρισμα, ενώ σημειώνεται ότι «εάν, παρά ταύτα, συνέχιζαν να μην πειθαρχούν, επιστρατευόταν η πειθαρχική τους δίωξη που εν τέλει τους οδηγούσε σε παραίτηση, με αποτέλεσμα την εξόντωσή τους». Στο πόρισμα εντοπίζονται και «συναφή αδικήματα λειτουργίας παραδικαστικού συστήματος με την ίδια μεθοδολογία όπως στην υπόθεση Novartis» (υπόθεση Σάμπυ Μιωνή και καταγγελίες εισαγγελέων Αθανασίου και Τσατάνη).

Η διαδικασία αν η Βουλή ψηφίσει την άσκηση δίωξης

Αν η Ολομέλεια αποφανθεί (με μυστική ψηφοφορία και κάλπη) υπέρ της άσκησης δίωξης εναντίον του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, τότε θα προχωρήσει στην κλήρωση των τακτικών και αναπληρωματικών μελών του Ειδικού Δικαστηρίου και του Δικαστικού Συμβουλίου, που λειτουργεί στο πλαίσιό του και το οποίο θα προχωρήσει στην ποινική προδικασία. Με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Αρειο Πάγο ως ανακριτής, ενώ καθήκοντα εισαγγελέα στο Ειδικό Δικαστήριο και στο Δικαστικό Συμβούλιο ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που κληρώνεται μαζί με τον αναπληρωτή του. Το Δικαστικό Συμβούλιο είναι αυτό που με αμετάκλητο βούλευμά του παραπέμπει στο Ειδικό Δικαστήριο.
Το μέλος του Δικαστικού Συμβουλίου που εκτελεί χρέη ανακριτή έχει το δικαίωμα και οφείλει να επεκτείνει τη δίωξη και κατά τυχόν συμμετόχων. Στην προκειμένη περίπτωση αν η Προανακριτική διαπιστώσει τυχόν αξιόποινες πράξεις συμμετόχων, αυτές θα περιγράφονται στο πόρισμα (αδικήματα) και οι ίδιοι θα ονοματίζονται. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι με την πρόσφατη γνωμοδότηση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής αποσαφηνίστηκε ότι «δεν παρεμποδίζεται η δίωξη των συμμετόχων από κοινού με τον υπουργό σε περίπτωση που η Βουλή αποφασίσει τη δίωξή του», κάτι βεβαίως που ισχύει και στην περίπτωση αναστολής της δίωξης.