Ο «καυτός» φάκελος που έφτασε την περασμένη Δευτέρα στα χέρια του προέδρου της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής Γιάννη Μπούγα δεν περιείχε μόνο το επίμαχο USB με τις ηχογραφημένες συνομιλίες μεταξύ του επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή και του τότε (2016) υπουργού Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά που προκάλεσαν πολιτική θύελλα λόγω όσων φέρονται να ειπώθηκαν μεταξύ τους. Περιελάμβανε και ένα συμπληρωματικό υπόμνημα της πλευράς Μιωνή, το οποίο αναγνώστηκε στα μέλη της επιτροπής και από το οποίο προκύπτουν κάποιες λεπτομέρειες άγνωστες μέχρι τώρα που έχουν το ειδικό ενδιαφέρον τους.

Μία από αυτές είναι ότι ο κ. Παππάς, σύμφωνα με όσα περιγράφονται στο υπόμνημα, στην περιβόητη τριμερή συνάντηση που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μαξίμου μεταξύ του ιδίου, του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και του κ. Μιωνή (στις 10 Μαρτίου 2016), δεν περιορίστηκε απλώς σε έναν ρόλο «διακρατικού διαμεσολαβητή» μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ, όπως είχε υποστηρίξει, αλλά «μεσάζοντα» σε μια ιδιωτική αντιδικία μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών – του επιχειρηματία κ. Μιωνή και του εκδότη Γιάννη Φιλιππάκη. Μάλιστα, σύμφωνα με τις πληροφορίες, από το εν λόγω υπόμνημα προκύπτει ότι την προηγούμενη ημέρα της συνάντησης στο γραφείο του κ. Παππά στο Μέγαρο Μαξίμου είχε υπάρξει και μια άλλη «τριμερής», μόνο που στη θέση του κ. Μιωνή ήταν ο αντίδικός του κ. Φιλιππάκης.

Το παρασκήνιο των «τριγωνικών συναντήσεων»

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του κ. Μιωνή, κατά τη συνάντηση της 10ης Μαρτίου ο κ. Παππάς τού ανέφερε πως «έχει ήδη γίνει μια συζήτηση την προηγούμενη ημέρα με τον Φιλιππάκη» και στην οποία «η παρέμβαση του Μίμη (Παπαγγελόπουλου) ήταν σημαντική, για να καταλάβει και αυτός (ο κ. Φιλιππάκης) ότι πρέπει να αποσυμπιεστούν τα πράγματα». Εμφανίζει δε τον κ. Παππά να λέει ότι «τώρα πρέπει να κάτσουμε εδώ πέρα να δούμε, να βρούμε και να σχεδιάσουμε ένα σχέδιο συμβιβαστικής λύσης. Τα λέω καλά;», και ο κ. Παπαγγελόπουλος συγκατένευσε, λέγοντας «ναι». Η «διαμεσολάβηση» του κ. Παππά δεν περιορίστηκε όμως στα παραπάνω.

Κατά το υπόμνημα, ο τότε στενός συνεργάτης του Αλέξη Τσίπρα φέρεται να είπε στους συνομιλητές του: «Θα κάνουμε ένα χαρτί στο οποίο να γράφουμε τι κινήσεις θα κάνει η κάθε πλευρά, ούτως ώστε να αρχίζει να αποσυμπιέζεται το θέμα. Ο Σάμπυ μου μετέφερε το θέμα του Μεταξά (συνέταιρος του κ. Μιωνή) και νομίζω για τον Φιλιππάκη είναι το θέμα των αγωγών». Σε εκείνο το σημείο φέρεται να παρενέβη ο κ. Παπαγγελόπουλος συμπληρώνοντας «και των εξόδων που έχει κάνει μέχρι τώρα, που του έχεις δημιουργήσει». Ο κ. Μιωνής αντέδρασε αμέσως δηλώνοντας ότι δεν οφείλει κανένα ποσό και ότι στην πραγματικότητα συνέβαινε το αντίθετο, κάτι που, όπως υποστηρίζεται στο υπόμνημα, δεν άρεσε στον τότε αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εμφανίζεται να του απάντησε κοφτά: «Τότε δεν υπάρχει περίπτωση!». Κάπου εκεί τελείωσε και η συνάντηση δίχως αποτέλεσμα, με τον κ. Παπαγγελόπουλο να υποστηρίζει πολύ αργότερα ότι μετά την αποχώρησή του ο κ. Μιωνής επέστρεψε στο Μέγαρο Μαξίμου. Υπενθυμίζεται πάντως ότι ο κ. Παππάς, όπως έλεγε στους δημοσιογράφους όταν κλήθηκε να καταθέσει στην προανακριτική, «εγώ δεν μπήκα ποτέ στην ουσία, εγώ μετέφερα την παρότρυνση (των Ισραηλινών για εξεύρεση λύσης) και ουδέποτε τέθηκε ενώπιόν μου κείμενο συμφωνητικού ανάμεσά τους».

Στην τελική ευθεία για τη σύνταξη του πορίσματος

Υπό τη βαριά σκιά των εξελίξεων που πυροδότησαν οι ηχογραφημένοι διάλογοι μεταξύ των κ.κ. Μιωνή και Παππά δύο μήνες μετά την προαναφερθείσα συνάντηση στο λόμπι ξενοδοχείου της Κύπρου, η προανακριτική επιτροπή της Βουλής που διερευνά τυχόν αξιόποινες πράξεις εκ μέρους του κ. Παπαγγελόπουλου μπαίνει στην τελική ευθεία της σύνταξης του πορίσματος. Η αποχώρηση του τελευταίου μετά από συνολικής διάρκειας έξι ημερών καταθέσεις, κλείνει τον κύκλο της αποδεικτικής διαδικασίας και τα μέλη της επιτροπής μπαίνουν στη φάση της σύνταξης πορίσματος και των συζητήσεων επ’ αυτού. Ηδη η Προανακριτική ζήτησε μια ακόμα παράταση έως τις 15 Ιουλίου και μέχρι το τέλος του μηνός αναμένεται να έχει συγκληθεί η Ολομέλεια της Βουλής προκειμένου να λάβει την τελική απόφαση για την παραπομπή ή μη του κ. Παπαγγελόπουλου και τυχόν συμμετόχων του στο Ειδικό Δικαστήριο (συμπαραπέμπονται μαζί του).

Η αποχώρηση του κ. Παπαγγελόπουλου ερμηνεύτηκε με διαφορετικούς τρόπους. Η μία εκδοχή ήταν αυτή που παρουσίασε ο ίδιος και ο συνήγορός του Δημήτρης Τσοβόλας ως πράξη διαμαρτυρίας εκ μέρους του επειδή δεν έγιναν δεκτά τα αιτήματά του για την κλήτευση και άλλων μαρτύρων (μεταξύ των οποίων και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς), ενώ κατήγγειλε παραβίαση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του, με τον συνήγορό του να κάνει λόγο για προαποφασισμένη παραπομπή του πελάτη του στο Ειδικό Δικαστήριο και για «μεθοδολογία» εκ μέρους της πλειοψηφίας που θυμίζει το «βρώμικο ’89». Η άλλη εκδοχή ήταν ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος επέλεξε με προφάσεις και παρά το γεγονός ότι είχε  άπλετο χρόνο να πει όσα είχε να πει (από τη ΝΔ έλεγαν ότι πήρε τη μεγαλύτερη προθεσμία που έχει δοθεί ποτέ σε ελεγχόμενο υπουργό), «μόλις ήρθε η ώρα των ερωτήσεων το «κεντρικό μαγαζί» υπό το φως των παραδικαστικών αποκαλύψεων επέβαλε στο «παραμάγαζο» την αποχώρηση». Για τη ΝΔ, «ο κ. Τσίπρας διαλέγει τη θυσία «Ρασπούτιν» για να σώσει τον εαυτό του, χωρίς να έχει ψελλίσει επί τέσσερις ημέρες τίποτα για τον στενό του φίλο και συνεργάτη Νίκο Παππά», ενώ συνέδεαν την αποχώρηση με τον φόβο για νέες εις βάρος του αποκαλύψεις.

Στο ερώτημα τι γίνεται αν προκύψουν και νέα στοιχεία ενώ η Προανακριτική έχει κλείσει τον κύκλο των ερευνών της, αρμόδιος παράγοντας της επιτροπής έλεγε ότι η γραμματεία της μπορεί να παραλαμβάνει όποιο στοιχείο προσκομίζεται και ακολούθως αυτό θα διαβιβάζεται στους εισηγητές των κομμάτων. Εντονη ήταν η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, πηγές του οποίου έκαναν λόγο για παραβίαση των δικαιωμάτων του κ. Παπαγγελόπουλου και για «πραξικόπημα» εκ μέρους της πλειοψηφίας, χαρακτηρίζοντας «γελοίο» το επιχείρημα ότι έφυγε από την επιτροπή προκειμένου να αποφύγει τις ερωτήσεις. Οσον αφορά το δικαστικό σκέλος της υπόθεσης των ηχογραφημένων συνομιλιών, αυτή έχει πάρει τον δρόμο της καθώς δόθηκε ήδη εντολή από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Οπως δήλωσε δε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, «θα πρέπει να περιμένουμε να ολοκληρωθεί μια προκαταρκτική διερεύνηση των πραγμάτων και στη συνέχεια θα υπάρχει αξιολόγηση αν θα πρέπει να προχωρήσει δικαστικά, πολιτικά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο».