Η ψυχραιμία δίνει τη θέση της στον πανικό στην Ελλάδα, καθώς πλησιάζει η λήξη του τελεσιγράφου που έδωσαν οι θεσμοί στην Αθήνα για να επιτευχθεί συμφωνία, γράφει σε άρθρο του ο βρετανός δημοσιογράφος του Channel 4, Πολ Μέισον. «Καθόμουν με μία ελληνική οικογένεια και τους φίλους τους καθώς άκουγαν στις ειδήσεις ότι οι ηγέτες της ευρωζώνης έδωσαν το τελεσίγραφο. Μία συμφωνία μέχρι την Κυριακή ή η ευρωπαϊκή σύνοδος θα προετοιμαστεί για την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, την αποπομπή από την ευρωζώνη και το πακέτο «ανθρωπιστικής βοήθειας» για τις αναπόφευκτες εξεγέρσεις για τα τρόφιμα, τους πρόωρους θανάτους και την αποτυχία του κράτους» γράφει ο Μέισον.
Οι ηλικιωμένοι αντέδρασαν στην είδηση με αυτοκυριαρχία. Πίστεψαν, συνεχίζει ο βρετανός δημοσιογράφος, όταν η κυβέρνησή τους είπε ότι το ΟΧΙ θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας. «Αλλά πίσω από την φαινομενική ηρεμία, οι Έλληνες δείχνουν ότι πανικοβάλλονται. Οι φήμες οργιάζουν: σημαντικά εργοστάσια που παράγουν φάρμακα ή γάλα για τα μωρά φημολογείται ότι θα κλείσουν. Κάποιος τηλεφωνεί για να ρωτήσει: λάθος πληροφορία. Ο κόσμος ξαφνικά αρχίζει να κλαίει, είναι ψυχικά κουρασμένος από το άγχος» γράφει ο Μέισον παραθέτοντας τρεις ιστορίες πολιτών, οι οποίες εξηγούν την πίεση κάτω από την οποία βρίσκεται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας για να έρθει μεν σε συμφωνία αλλά όχι σε συμφωνία που να ταπεινώνει τη χώρα.
Η κυρία Α δουλεύει στον ιδιωτικό τομέα. ΤΟ αφεντικό της, τους πίεζε όλους στη δουλειά να ψηφίσουν ΝΑΙ. Όταν τους είπε ότι θα ψήφιζε ΟΧΙ άρχισαν να την εκφοβίζουν. Δεν είχε σωματείο να απευθυνθεί και ο μισός μισθός της είναι «μαύρος» οπότε δεν μπορούσε να απευθυνθεί ούτε στο τμήμα ανθρώπινου δυναμικού. Μετά την επικράτηση του ΟΧΙ της είπαν ότι θα δουλεύει χωρίς να πληρώνεται. Η κυρία Β, συνεχίζει ο Μέισον, ψήφισε ΝΑΙ. Κάθε τόσο βάζει τα κλάματα. Έχει δύο τραπεζικούς λογαριασμούς αλλά μόνο μία κάρτα. Δανείζεται μετρητά. Παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα. Η ίδια έχει διαπιστώσει ότι το άγχος έχει περάσει και στα παιδιά που διδάσκει. Η κυρία Γ ψήφισε ΟΧΙ. Κάθε Αύγουστο έπαιρνε άδεια άνευ αποδοχών, έχοντας κανονίσει η εργασία της να μην είναι μόνιμη. Αυτόν τον χρόνο αναγκάστηκε να πάρει και τον Ιούλιο άδεια.
Για τον Μέισον, αυτό που συγκλονίζει δεν είναι η παλαιότερη γενεά που είναι σε μεγάλο βαθμό δημόσιοι υπάλληλοι ή παίρνουν τις συντάξεις τους αλλά η αβεβαιότητα στις ζωές των νέων. Για πολλούς νέους ανθρώπους η οικογένεια έχει γίνει ένα είδος φυλακής. Ζουν με τους γονείς τους, πολλοί εξαρτώνται από τη σύνταξη της γιαγιάς τους. Είναι ένα καταφύγιο αλλά δεν έχουν ιδιωτική ζωή ή ανεξαρτησία. «Δεν τους εκπλήσσει το ότι είναι αδύναμοι. Είναι μία μικρή χώρα με μία εγκληματική κυρίαρχη τάξη. Ούτε εκπλήσσονται που, έπειτα από μήνες απειλών, η μισή ευρωζώνη ετοιμάζεται να τους πετάξει έξω. Από το μόνο πράγμα που εκπλήσσονται είναι ότι ο Τσίπρας δεν ενέδωσε. Θα δούμε αν αυτό θα διαρκέσει» καταλήγει ο Μέισον.