Η ζωή του Γουίτκροφτ διαμορφώθηκε από την εμμονή του για γερμανικά στρατιωτικά αναμνηστικά. Εχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο για να εντοπίσει και να αγοράσει νέα κομμάτια για μια συλλογή που, όπως παραδέχεται και ο ίδιος, του έχει γίνει μονομανία. Διαθέτει έναν στόλο από 88 τανκς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου – περισσότερα από όσα έχει ο στρατός της Δανίας και του Βελγίου μαζί. Τα περισσότερα ήταν του Γ’ Ράϊχ.
Τα πιο προσφιλή κομμάτια της συλλογής τα φυλάει στην έπαυλή του, στο Λίνκολνσιρ της Βρετανίας, σε έναν λαβύρινθο από χαμηλοτάβανα δωμάτια, κλιμακοστάσια, διαδρόμους και μυστικά περάσματα.
Στο σαλόνι υπάρχει μια όμορφη θήκη από καρυδιά στην οποία φύλαγε το γραμμόφωνο και τους δίσκους της η Εύα Μπράουν. «Αγόρασα όλα τα έπιπλα του Χίτλερ σε ένα ξενώνα στο Λιντς της Αυστρίας», είπε ο Γουίτκροφτ. «Η τελευταία επιθυμία του πατέρα του ιδιοκτήτη ήταν να μείνει κλειδωμένο ένα συγκεκριμένο δωμάτιο. Ηξερα ότι ο Χίτλερ κοιμόταν εκεί και τελικά τον έπεισα να το ανοίξει. Ηταν ακριβώς όπως το είχε αφήσει ο Χίτλερ. Στο γραφείο υπήρχε ένα στυπόχαρτο με τις υπογραφές του, τα συρτάρια ήταν γεμάτα από υπογεγραμμένα αντίγραφα του Mein Kampf (Ο Αγών μου). Τα αγόρασα όλα. Κοιμάμαι στο κρεβάτι, αν και έχω αλλάξει το στρώμα», λέει ο Γουίτκροφτ.
«Πολλοί θα αναρωτιούνται αν υπάρχει λόγος να διατηρούνται συλλογές όπως του Γουίκροφτ, πόσω μάλλον να εκτίθενται στο κοινό. Είναι, ίσως, το πολύ σκοτάδι αυτών των αντικειμένων, η εγγύτητά τους με το πραγματικό κακό, που προσελκύει συλλέκτες, μυθιστοριογράφους και κινηματογραφιστές στα χρόνια 1939-1945», γράφει το ρεπορτάζ του Guardian.