Όταν οι άνθρωποι παρακολουθούν από τις οθόνες τους τον ψυχρό αποκεφαλισμό δυτικού δημοσιογράφου, επηρεάζονται ψυχολογικά. Ζητούν εκδίκηση. Το ίδιο και εγώ. Ωστόσο, με τα χρόνια, έχω συνειδητοποιήσει ότι τέτοιες τακτικές δεν αρκούν στην περίπτωση τρομοκρατικών οργανώσεων. Χρειάζεται και ο διάλογος μαζί τους.
Την άποψη αυτή υποστηρίζει σε άρθρο του στο βρετανικό ΒBC ο Βρετανός Τζόναθαν Πάουελ, πρώην προσωπάρχης στην κυβέρνηση του πρώην πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ και νυν επικεφαλής της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Inter-Mediate».
«Είναι αναγκαία μια ψύχραιμη στρατηγική αν θέλεις «να υποβαθμίσεις και τελικά καταστρέψεις» το ISIS, όπως το έθεσε ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, και όχι σπασμωδικές κινήσεις. Μακροχρόνια μελέτη συγκρούσεων έχει δείξει πως οι κυβερνήσεις, όταν πρόκειται για νέες τρομοκρατικές ομάδες είτε στη Βόρεια Αφρική, είτε στο Ελ Σαλβαδόρ είτε στην Ινδονησία, πάντα καταλήγουν σε διάλογο μαζί τους, ακόμη και αν αρνούνται πεισματικά στην αρχή» γράφει ο Πάουελ.
Οι διαπραγματεύσεις προκύπτουν μέσα από κοινό αδιέξοδο
Και εξηγεί: «Δεν εννοώ φυσικά να αντικαταστήσει ο διάλογος τον πόλεμο – πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι σε μάχη. Ούτε προτείνω να διαπραγματευτούμε με το Ισλαμικό Κράτος, ακόμη και αν είναι προετοιμασμένο να καθίσει να συζητήσει μαζί μας. Οι διαπραγματεύσεις γίνονται μόνο όταν το επιτρέπουν οι καταστάσεις, συνήθως όταν υπάρχει κοινό αδιέξοδο και οι δύο πλευρές αντιλαμβάνονται πως δεν μπορούν να κερδίσουν με στρατιωτικά μέσα».
Οι άνθρωποι, ωστόσο, ξεχνούν πόσο διαρκεί η περίοδος μέχρι τις διαπραγματεύσεις. Το 1972 η βρετανική κυβέρνηση άνοιξε κανάλι διαπραγματεύσεων με το IRA, ωστόσο οι διαπραγματεύσεις έγιναν πολύ αργότερα, το διάστημα 1991-1993. Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αντιληφθούν οι Βρετανοί στρατιωτικοί ότι οι απαιτήσεις τους ήταν ανέφικτες και να ξεκινήσουν να σκέφτονται εναλλακτικές λύσεις.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον ISIS. Κανείς δεν θα συμφωνήσει στην ίδρυση ενός παγκόσμιου χαλιφάτου. Μόλις το αντιληφθεί ο ISIS, θα δεχθεί να διαπραγματευτεί μαζί μας. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να ανοίξουμε μαζί τους ένα κανάλι διαλόγου και να τους δώσουμε χρόνο ώστε να μας εμπιστευτούν και να προχωρήσουμε στις διαπραγματεύσεις όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου.
Υπάρχουν πρακτικά ζητήματα που πρέπει να συζητήσουμε. Οι πρώην Μπααθιστές και οι Ιρακινοί πρώην στρατιωτικοί που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του ISIS έχουν παράπονα από τον τρόπο που η κυβέρνηση του σιίτη πρώην πρωθυπουργού Νουρί αλ Μαλίκι τους παραμέρισε. Μπορούμε να τους διαβεβαιώσουμε πως υπάρχουν τρόποι οι Σουνίτες να έχουν δυνατή φωνή σε ένα σιίτικο κατά πλειοψηφία Ιράκ.
Δύο όπλα για την τρομοκρατία: ο πόλεμος και ο διάλογος
Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι ότι με τον ερχομό κάθε νέας τρομοκρατικής οργάνωσης, ο κόσμος εκπλήσσεται. Ο φιλόσοφος Τζων Γκρέυ πιστεύει ότι «το εμπόδιο για την αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής είναι η πεποίθηση ότι είναι αντίθετο από ό,τι έχουμε συναντήσει στο παρελθόν».
«Η τρομοκρατία δεν θα εξαφανιστεί από προσώπου γης ακόμη και αν αντιμετωπιστεί το ISIS και η Αλ Κάιντα. Ο κόσμος εξακολουθεί να ελπίζει για τεχνολογικά επιτεύγματα, ωστόσο όσο πιο γρήγορα τα αναπτύσσουμε, τόσο πιο γρήγορα οι τρομοκράτες βρίσκουν τρόπους να τα αντιμετωπίζουν. Έτσι, πρέπει να αντιληφθούμε ότι είμαστε οι μοναδικοί που διαθέτουμε και τα δύο κατάλληλα όπλα για να αντιμετωπίσουμε τη τρομοκρατία: τον πόλεμο και τον διάλογο. Η χρήση μόνο ενός από τα δύο δεν θα λύσει το πρόβλημα, εκτός και αν σκοτώσουμε κάθε τρομοκράτη ξεχωριστά ! Πρέπει να συνδυάσουμε τη πίεση στους τρομοκράτες, δίνοντας τους ταυτόχρονα πολιτική διέξοδο δια του διαλόγου» γράφει ο πρώην στενός συνεργηάτης του Τόνι Μπλερ.
Και καταλήγει: «Αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν αποδίδουν ποτέ εξ αρχής. Ενδεχόμενη επιτυχία βασίζεται σε προηγούμενες αποτυχίες, όπως συνέβη, για παράδειγμα, στη Βόρεια Ιρλανδία και στην Ισπανία με την βασκική ΕΤΑ. Πάνω απ’ όλα, πρέπει να διδαχθούμε από τα λάθη και τις επιτυχίες του παρελθόντος αντί να προσπαθούμε να ανακαλύψουμε ξανά τον τροχό κάθε φορά που εμφανίζεται μια νέα ένοπλη οργάνωση».