Το περιορισμένο ενδιαφέρον των γερμανών ψηφοφόρων για τις ευρωεκλογές επιβεβαιώνει δημοσκόπηση που δημοσιεύεται στο Spiegel. Υποτονικές οι αντιδράσεις μετά το ντιμπέιτ των πέντε υποψηφίων για την Κομισιόν.
Στην ερώτηση κατά πόσο αυξήθηκε το ενδιαφέρον τους για αυτές τις εκλογές με δεδομένο ότι για πρώτη φορά τα ευρωπαϊκά κόμματα κατεβαίνουν με υποψήφιους για τη θέση του προέδρου της Κομισιόν, το 77% των ερωτηθέντων απαντά αρνητικά. Μια άλλη ερώτηση της δημοσκόπησης του γερμανικού περιοδικού αφορά στον τρόπο επιλογής του επόμενου προέδρου της Κομισιόν. Το 78% απαντά ότι τη θέση αυτή θα πρέπει να την αναλάβει ο υποψήφιος της πολιτικής ομάδας που θα συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους. Μόνο το13% είναι της γνώμης ότι αρμόδιοι γι΄αυτό θα πρέπει να είναι, όπως και στο παρελθόν, οι πρωθυπουργοί και αρχηγοί των κρατών μελών.
Πάντως, σε συνέντευξη στην κυριακάτική BILD ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, καθιστά σαφές ότι αποκλείεται ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών, Μάρτιν Σούλτς, να εκλεγεί πρόεδρος της Κομισιόν με τις ψήφους δεξιών ή αριστερών λαϊκιστών. Την ίδια ώρα υποστηρίζει ότι ανάλογη στάση θα πρέπει να τηρήσουν και οι ευρωπαίοι συντηρητικοί, τους οποίους επικρίνει επειδή εξακολουθούν να έχουν στις γραμμές τους το κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι αλλά και του ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν.
Υποτονικό το προεκλογικό κλίμα
Οπως μεταδίδει η ελληνόφωνη υπηρεσία της Deutsche Welle, μια εβδομάδα πριν από τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου το προεκλογικό κλίμα στη Γερμανία είναι μάλλον υποτονικό. Το ντιμπέιτ των πέντε υποψηφίων για την προεδρία της Κομισιόν παρακολούθησαν μόλις 160.000 Γερμανοί.
Όπως σχολίασε ο γερμανός πολιτικός επιστήμονας Γιούργκεν Φάλτερ, μιλώντας το Σάββατο στη Γερμανική Ραδιοφωνία: «Δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι τηλεθεατές ήταν λίγοι. Αφενός οφείλεται στον τηλεοπτικό σταθμό που το μετέδωσε. Δυστυχώς το Phoenix δεν έχει τόσους πολλούς τηλεθεατές όσους ίσως θα θέλαμε. Αφετέρου οφείλεται και στη μορφή που είχε το ντιμπέιτ που ήταν αρκετά δύσκολη. Και τρίτον, ο προεκλογικός αγώνας δεν έχει καταφέρει ακόμη να συναρπάσει του πολίτες».
Πού όμως οφείλεται αυτό, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια οι Βρυξέλλες γίνονται όλο και πιο σημαντικές ως κέντρο λήψης αποφάσεων; «Πρόκειται για μια αφηρημένη αντίληψη την οποία έχουν πολλοί. Δεν έχει μια συγκεκριμένη μορφή, έτσι όπως την ζούμε στο Βερολίνο. Για παράδειγμα, δεν βιώνουμε την Ευρώπη καθημερινά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Δεν βλέπουμε σκληρές μονομαχίες στο Ευρωκοινοβούλιο. Δεν έχουμε τουλάχιστον μια μεγάλη εφημερίδα που να αφιερώνει καθημερινά τουλάχιστον μια σελίδα της στην Ευρώπη. Τελευταία τα πράγματα είναι διαφορετικά, αλλά μόνο λόγω των ευρωεκλογών. Η Ευρώπη είναι μακριά, πολύ μακριά, δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά κόμματα με την κλασική τους έννοια, όπως υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο. Υπάρχουν κεντρικοί υποψήφιοι τους οποίους δεν γνωρίζει σχεδόν κανείς, με εξαίρεση τους κκ. Σουλτς και Γιούνκερ. Οι άλλοι είναι σχετικά άγνωστοι στη Γερμανία. Και δεν υπάρχουν διαμάχες για την ενδεδειγμένη πορεία στην Ευρώπη, αν εξαιρέσει κανείς την άκρα αριστερά και άκρα δεξιά», απαντά ο Φάλτερ.
Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, και κυρίως στη Γαλλία και στην Μεγάλη Βρετανία, καταγράφεται μια εντυπωσιακή άνοδος των ευρωσκεπτικιστικών και ακροδεξιών κομμάτων. Πώς εξηγείται αυτό; «Στη Γερμανία τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα για ακροδεξιά κόμματα και αυτό σχετίζεται με την πρόσφατη ιστορία μας. (…) Στη Γερμανία υπάρχει μια ιδιαίτερη κατάσταση ως προς αυτό. Σε άλλες χώρες τα ευρωσκεπτικιστικά, ακροδεξιά αλλά και ορισμένα ακροαριστερά κόμματα σημειώνουν άνοδο γιατί εκεί ο ευρωσκεπτικισμός είναι πολύ πιο διαδεδομένος από ότι στη Γερμανία. Οι Βρετανοί σκέφτονται αν θα εγκαταλείψουν την ΕΕ. Η χαμηλή συμμετοχή στις ευρωεκλογές οδηγεί σε μια υπέρμετρη εκπροσώπηση των κομμάτων αυτών στο Ευρωκοινοβούλιο, γιατί οι οπαδοί τους προσέρχονται μαζικά στις κάλπες» εξηγεί ο γερμανός πολιτικός επιστήμονας.
Σε όλες τις δημοσκοπήσεις πάντως οι Χριστιανδημοκράτες διατηρούν ένα μεγάλο και σαφέστατο προβάδισμα στη Γερμανία. Ισχυρότερο χαρτί τους παραμένει η ίδια η καγκελάριος, η Άγκελα Μέρκελ. Και όπως σχολιάζει ο ειδικός: «Εάν διασχίσει κανείς τη χώρα, θα νομίσει ότι η Μέρκελ είναι υποψήφια τόσο στις δημοτικές εκλογές όσο και για την Ευρώπη. Παντού βλέπει κανείς μόνον τη Μέρκελ και λίγο τον Μακάλιστερ (σσ. Deutsche Welle: ο κεντρικός υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών για τις ευρωεκλογές). Η Άγκελα Μέρκελ εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά δημοφιλής. Οι άνθρωποι αισθάνονται ασφαλείς μαζί της. Εξακολουθεί να εμπνέει την εμπιστοσύνη που τη βοήθησε να κερδίσει και τις ομοσπονδιακές εκλογές».