Μπορεί να «παραιτηθεί» μια κοινωνία; Πώς και από πού; Οταν δεν ελπίζει, όταν δεν δρα συλλογικά, όταν οι πολιτικοί της δεν παράγουν κοινωνική δικαιοσύνη; Υπαρξιακές κοινωνικοπολιτικές διερευνήσεις, με τις ρίζες τους βαθιά πίσω στον χρόνο. Στην Πολιτεία λ.χ. του Πλάτωνα, ο Θρασύμαχος και ο Σωκράτης ανταλλάσσουν τα φιλοσοφικά τους βέλη ως προς τον σκοπό του πολιτικού. Ο Θρασύμαχος π.χ. υποστηρίζει ότι ο πολιτικός ενεργεί και κυβερνά σύμφωνα με το συμφέρον του. Κατά τον Σωκράτη, αντίθετα, ο σκοπός του πολιτικού είναι να ενδιαφέρεται και να φροντίζει για το καλό και αγαθό αυτών που κυβερνά.
Ο βασικός αυτός πολιτικoφιλοσοφικός προβληματισμός αφορά, αναμφίβολα, τη φύση και τα θεμέλια του πολιτικού συστήματος, που μαστιγώνεται διαχρονικά με τις διάφορες αμφισημίες του και τις ποικίλες θεωρήσεις του, κινούμενο από τον κυνισμό έως τον ανθρωπισμό. Μια ακραία κυνική έκφανση αποτυπώνεται λ.χ. το 1532 στο βιβλίο του Μακιαβέλι «Ο Ηγεμόνας», στο οποίο υποστηρίζεται ότι «ένας συνετός ηγεμόνας δεν μπορεί να κρατά τον λόγο του όταν αυτό τον ζημιώνει». Αντίθετα, πολύ αργότερα, από τον 19ο αιώνα, ο σοσιαλισμός και άλλες συναφείς προσεγγίσεις κινήθηκαν προς το ανθρωπιστικό επίπεδο. Το πολιτικό όμως δίπολο «Σωκράτη – Θρασύμαχου» είναι το βασικότερο πλαίσιο στο οποίο ανάγεται η διαμόρφωση της στάσης μιας κοινωνίας απέναντι στους πολιτικούς της. Και τούτο διότι η κοινωνία έχει τα αντανακλαστικά να αντιλαμβάνεται συνήθως ποιος πολιτικός λειτουργεί κυνικά και ποιος ανθρωπιστικά. Ωστόσο, όταν τα κοινωνικά αντανακλαστικά δέχονται συνεχώς ισχυρά αντικρουόμενα ερεθίσματα από τους πολιτικούς, τότε εξασθενούν, επέρχεται η σύγχυση, θεριεύει η αδιαφορία και η κοινωνία οδεύει προς «παραίτηση». Τη σημερινή «σεισμική πολιτική κατάσταση» τη γνωρίζουμε, βιώνοντάς την.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της ανεργίας∙ στη χώρα μας η αύξησή της είναι πρωτοφανής παγκοσμίως, +27,5%, ενώ σε άλλες μνημονιακές χώρες η αύξηση ήταν θεαματικά μικρότερη. Η κοινωνία λοιπόν διερωτάται: Γιατί; Οι αναλύσεις δεν την πείθουν. Στο παράδειγμα της μείωσης του μισθολογικού κόστους, η χώρα μας αναδείχθηκε και πάλι πρωταθλήτρια, με τις συντάξεις λ.χ. του Δημοσίου να προσεγγίζουν το -40%-50% και τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα να κατρακυλούν∙ στην Κύπρο η μείωση ήταν κοντά στο -10%, στην Πορτογαλία υπήρξε έστω και ανεπαίσθητη αύξηση +0,5%, ενώ στην Ισπανία αισθητή +3,7%. Και πάλι γιατί; Και πάλι κανένας δεν πείθεται από τις εξηγήσεις! Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα, όλα με κοινό παρονομαστή την κοινωνική αδικία και αβεβαιότητα, που κατεδαφίζουν την ελπίδα, η οποία με τη σειρά της δίνει τη θέση της στον αποσυντονισμό της κοινωνίας.
Οι Ελληνες όμως δεν είναι έτσι, τους έκανε η χρόνια κρίση με την αιφνίδια και δραματική αλλαγή της ζωής τους∙ και δεν τους αγγίζουν εύκολα τα αισιόδοξα σενάρια περί του τέλους της κρίσης, ούτε οι εσχάτως προκύψαντες διθυραμβικοί ξένοι έπαινοι, αν δεν ψηλαφίσουν κάποια σταθερά ελπιδοφόρα αλλαγή στο οικονομικό και κοινωνικοπολιτικό θυμικό τους. Γι’ αυτό υπάρχει άμεση αναγκαιότητα μετάγγισης πραγματικής ελπίδας∙ άμεση έμπρακτη βελτίωση των πραγμάτων για τους περισσότερους Ελληνες. Διότι το κοινωνικό «παιχνίδι» θα χαθεί αν δεν γίνει άμεσα κάτι για τη φτώχεια και την ανεργία, για τις κοινωνικές αδικίες, για την ενότητα της κοινωνίας, για την ενδυνάμωση της Δημοκρατίας και της πολιτικής σταθερότητας, για τον σεβασμό της πολιτικής από τους πολιτικούς, των πολιτικών από τους πολίτες και των πολιτών από τους πολιτικούς.
Καλές, αναμφίβολα, οι προωθούμενες καινοτόμες επιχειρηματικές δραστηριότητες που υπόσχονται πολλά, όχι όμως για τους πολλούς∙ αυτοί τι θα απογίνουν; Αριστος σίγουρα ο στόχος πάταξης της διαφθοράς, αλλά αν δεν φτάνει άμεσα σ’ εκείνον που δεν μπορεί να ζήσει, σ’ αυτόν που έχει χάσει την αξιοπρέπειά του, τότε είναι η μισή προσπάθεια, η μισή αλήθεια που δεν χορταίνει. Η μεταμνημονιακή Ελλάδα λέμε ότι θέλουμε να ‘ναι πιο αξιοκρατική∙ σε όσους όμως επιβιώσουν; Οι υπόλοιποι; Να ‘ναι περισσότερο παραγωγική∙ με ποιους κανόνες όμως; Με το να καταβροχθιστούν οι οικογενειακές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τα εφορμώντα επιχειρηματικά μεγαθήρια; Και η ελληνική οικογενειακή, οικονομική κουλτούρα θα σβηστεί με ένα delete; Να ‘ναι ανταγωνιστική, αλλά με ποιους όρους; Δαβίδ εναντίον Γολιάθ; Πόσες φορές όμως γίνονται θαύματα; Φαίνεται ότι το δόγμα Laissez-Faire που δόξαζε τις κοινωνικές ανισότητες και καλλιεργούσε την αποτροπή κάθε κοινωνικής προσπάθειας βελτίωσης των φτωχών και των αδικημένων δεν έχει ξεψυχήσει!
Αν δεν μπουν λοιπόν και τα εκατομμύρια αδύναμοι πτωχεύσαντες στο επίκεντρο του σχεδιαζόμενου μεταμνημονιακού αναπτυξιακού μοντέλου, τότε θα εδραιωθεί μια στρεβλή κοινωνική αυτογνωσία, χωρίς κοινωνική αυτοπεποίθηση∙ και τότε θα έχει υποβάλει «ενυπόγραφα» την «παραίτησή» της, στους πολιτικούς της, η ελληνική κοινωνία∙ τότε θα έχει νικήσει ο Θρασύμαχος τον Σωκράτη∙ θα έχει ηττηθεί δηλαδή η σοφία, και η ιστορία μπορεί να γίνει ανεξέλεγκτη.
Ο κ. Σταμάτης Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής, πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ