Σε μία ιστορικής σημασίας ομιλία ο κ.Μαν. Γλέζοςπαρουσίασε το απόγευμα της Τετάρτης 2 Απριλίου τις θέσεις του για τις ελληνογερμανικές σχέσεις στο αμφιθέατρο της Γερμανικής Σχολής Αθηνών. «Όποτε μου λένε «Μανώλη, σε χρειαζόμαστε», ανησυχώ. Δεν θέλω να το ακούω αυτό. Σήμερα δεν ακούστηκε η φράση και αισθάνομαι ότι αυτό είναι πηγή ελπίδας», ανέφερε μεταξύ των άλλων στην διάρκειας πέραν των δύο ωρών ομιλία του που κράτησε καθηλωμένο το ακροατήριο, αποτελούμενο από μαθητές, γονείς, καθηγητές, και αποφοίτους, μεταξύ των οποίων η γλύπτρια κυρίαΝαταλία Μελά, η αρχαιολόγος κυρίαΕβη Στασινοπούλου-Τουλούπα, η πρώην υπουργός κυρίαΦρόσω Δημάκου – Κιάουκαι η πρώην βουλευτής, δημοτική σύμβουλος Αθηναίων, κυρίαΑννα Φιλίνη.
Με κύριο άξονα της ομιλίας του το θέμα των γερμανικών οφειλών (και όχι αποζημιώσεων, όπως τόνισε, καθώς άλλη είναι η νομική βάση τεκμηρίωσης του ενός θέματος και άλλη του έτερου), ο κ. Γλέζος σημείωσε ότι δεν τίθεται ζήτημα σχέσεων μεταξύ των δύο λαών, αλλά ζήτημα που αφορά τις σχέσεις μεταξύ των κυβερνήσεων σε ό,τι αφορά το θέμα της αποκατάστασης του δικαίου.
Στο πλαίσιο αυτό εξήγησε ότι μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας ουδέποτε υπεγράφη συνθήκη ειρήνης, από την οποία θα απέρρεαν υποχρεώσεις της Γερμανίας προς την Ελλάδα για τις πληγές της Κατοχής, ενώ όπως χαρακτηριστικά ανέφερε με πολλές αφορμές: «και μόνο από το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που βγήκε από τον Πόλεμο με πληθυσμό μικρότερο από ό,τι στην αρχή του, υπάρχει ηθικό και νομικό χρέος». Επισήμανε επίσης ότι άλλες δυνάμεις του Αξονα, όπως η Ιταλία και η Βουλγαρία («οι κολλαούζοι», όπως είπε), έχουν καταβάλλει οφειλές τους προς την Ελλάδα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κατά την συζήτηση που πυροδοτήθηκε από την ομιλία του, ο κ. Γλέζος τόνισε μεταξύ άλλων ότι δεν προτείνει την νομική οδό για την διεκδίκηση οφειλών και επανορθώσεων, δεδομένων των σχετικών εξελίξων στο νομικό πεδίο τα τελευταία χρόνια. Υπό την έννοια αυτή και απαντώντας σε ερώτηση μαθήτριας, πρότεινε ως ενδεχόμενη λύση στο ζήτημα την εκτέλεση αναπτυξιακών έργων ή έργων υποδομής στην Ελλάδα, με την ανάληψη του σχετικού κόστους από την γερμανική κυβέρνηση.
Περιγράφοντας δε ιστορικά περιστατικά και γεγονότα από την περίοδο της Κατοχής έθεσε και το ερώτημα «μήπως οι γερμανικές κυβερνήσεις θέλουν να μας εκδικηθούν για την αντίσταση που επιδείξαμε κατά των ναζιστών;».
Παρά ταύτα, ο κ. Γλέζος σημείωσε με πολλαπλές αφορμές και ερεθίσματα. ότι το ζήτημα δεν τίθεται μεταξύ των λαών των δύο χωρών, αλλά μεταξύ των κυβερνήσεων τους και στο πλαίσιο αυτό επέρριψε ευθύνες και στις ελληνικές κυβερνήσεις που δεν διεκδίκησαν τις οφειλές όπως και όταν θα όφειλαν να το έχουν κάνει.
Μαθητής ρώτησε τον κ. Γλέζο για τον συναγωνιστή του Απόστολο Σάντα και ένα από τα χαρακτηριστικά σημεία της απάντησής του ήταν ότι είναι ιστορικό λάθος να θεωρείται ότι ο Σάντας απείχε από τα πολιτικά και πως το γεγονός ότι ο ίδιος έγινε περισσότερο γνωστός από το περιστατικό της αφαίρεσης της σβάστικας από την Ακρόπολη οφείλεται «απλώς» στο ότι είχε καταδικαστεί σε θάνατο.
Η ομιλία του περιείχε πλήθος ιστορικών αναφορών, μεταξύ των οποίων και το ότι οι δύο χώρες θα μπορούσαν και θα όφειλαν να είναι οι δύο βασικοί πυλώνες του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Όμως και περιστατικά όπως εκείνο στα Ανω Πορρόια των Σερρών, όπου ένας γερμανός αξιωματικός, διαπιστώνοντας ότι πολεμούσε με τρεις επιζώντες ενός φυλακίου, συνεχάρη τον αρχηγό τους Δημήτρη Ιτσιο και εν συνεχεία τον εκτέλεσε. Ή το άλλο με τον 17χρονο Μάθιο Πόταγα που διέκοψε την πορεία μιας μεραρχίας αρμάτων λέγοντας «αυτήν τη στιγμή είμαι μόνος, μα πίσω μου είναι ο ελληνικός λαός» και ο αξιωματικός διέταξε να τον εκτελέσουν και να του λιώσουν το κεφάλι. «Πού βρήκατε το θάρρος να κατεβάσετε τη σημαία;» ήταν ένα από τα ερωτήματα και εκεί ο κ. Γλέζος προτίμησε να μιλήσει για τους ανθρώπους που κρατούσαν την ταυτότητά του και του Σάντα μυστική, ενώ ήξεραν.
Σε μία έμμεση αναφορά του στην γενικότερη πολιτική συγκυρία, απέρριψε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο απομόνωσης της Ελλάδος από την Ευρώπη, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι με αυτήν την λογική, όποιος διαφωνεί με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα θα έπρεπε νε εγηκαταλείψει την χώρα.
Κατά την προσέλευσή του στην Γερμανική Σχολή ο κ. Γλέζος χαιρετήθηκε με την 91χρονη γλύπτρια Νάτα Μελά, απόφοιτο της Σχολής από την περίοδο ’40-’44, με την οποία αστειεύτηκε, λέγοντάς της «σου ρίχνω έναν χρόνο».

Ο κ. Γλέζος εξέφρασε την επιθυμία να αναλάβει τον συντονισμό της συζήτησης εκπρόσωπος των μαθητών. Όπερ και έγινε. Ομως σε μία προσπάθεια να δώσει το έναυσμα για συζήτηση ο Νικηφόρος, μαθητής της β΄ λυκείου που ανέλαβε το έργο, θέλησε να ρωτήσει πρώτος. «Ακόμα δεν πήρες εξουσία και την καβάλησες;» έσπευσε να του απαντήσει ο Μανώλης Γλέζος, υπερασπιζόμενος την άμεση δημοκρατία και την προτεραιότητα των «πολιτών-μαθητών» – ακροατών…