«Η κρίση πλήττει ασύμμετρα τις ευπαθείς κοινωνικο-οικονομικά ομάδες του πληθυσμού, κυρίως τους ανέργους, τους μη έχοντες ασφάλιση υγείας, τα πτωχότερα στρώματα, τους χρονίως πάσχοντες, τους ηλικιωμένους».
Τα παραπάνω ανέφερε ο κ. Κώστας Αθανασάκης, επιστημονικός συνεργάτης της Εθνικής Σχολής Δημοσίας Υγείας (ΕΣΔΥ), με αφορμή τη διοργάνωση του 10ου Πανελληνίου Συνεδρίου Δημοσίας Υγείας και Υπηρεσιών Υγείας. Το συνέδριο, που θα διαρκέσει από τις 28 Μαρτίου ως τις 2 Απριλίου, συνδιοργανώνουν η ΕΣΔΥ και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ).
Σύμφωνα με τον κ. Αθανασάκη, «αυτό που απαιτείται πλέον είναι η δράση και η φυγή προς τα εμπρός». Όπως είπε, οι διαθέσιμοι πόροι Υγείας χρειάζεται να κατανεμηθούν ανισομερώς προς όφελος εκείνων που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. «Μέσω αυτού», πρόσθεσε, «θα βελτιωθεί το επίπεδο υγείας και θα επιτευχθεί η ανάγκη για κοινωνική συνοχή και κοινωνική ισότητα. Ο δρόμος της οικονομικής ανάπτυξης περνά από τη βελτίωση του επιπέδου υγείας του ελληνικού πληθυσμού».
Μεγάλη επίπτωση νοσοκομειακών λοιμώξεων στην Ελλάδα
Ένα σημαντικό αρνητικό χαρακτηριστικό των ελληνικών νοσοκομείων είναι η μεγάλη συχνότητα απομόνωσης μικροοργανισμών που προκαλούν λοιμώξεις κατά τη νοσηλεία και είναι ανθεκτικοί στα αντιβιοτικά, τόνισε η πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ κυρία Τζένη Κρεμαστινού.
Όπως είπε, είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με τη μεγαλύτερη επίπτωση νοσοκομειακών λοιμώξεων, τη μεγαλύτερη συχνότητα απομόνωσης πολυανθεκτικών κλινικών στελεχών αιτιών νοσοκομειακών λοιμώξεων, αλλά και τη μεγαλύτερη συχνότητα νοσηλευομένων υπό αντιβίωση στην Ευρώπη. Μάλιστα, η πολυαντοχή δεν περιορίζεται στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), αλλά αφορά και τους ασθενείς που νοσηλεύονται σε κοινούς θαλάμους ή σε κέντρα αποκατάστασης.
Όπως εξήγησε η κυρία Κρεμαστινού, το φαινόμενο οφείλεται κατά ένα μέρος στην αυξημένη και ανορθολογική συνταγογράφηση αντιβιοτικών, τα ποσοστά της οποίας ανέρχονται στη χώρα μας σχεδόν στο διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Εξίσου σημαντική αιτία αποτελούν οι πλημμελείς συνθήκες ελέγχου της διασποράς των μικροοργανισμών οι οποίες, δυστυχώς, επικρατούν σε πολλά ελληνικά νοσοκομεία λόγω της έλλειψης, κυρίως, νοσηλευτικού προσωπικού. Έτσι, σήμερα παρατηρείται πολύ συχνά ανίχνευση του ίδιου μικροβιακού κλώνου σε διαφορετικούς ασθενείς στο ίδιο νοσοκομείο, αλλά και συχνά σε πολλά νοσοκομεία.
«Απόδειξη για τα παραπάνω αποτελεί το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες έχει εντοπιστεί και σε ελληνικά νοσοκομεία κλώνος του μικροβίου Klebsiella pneumoniae, ανθεκτικής στις καρβαπενέμες, λόγω παραγωγής του ενζύμου NDM, το οποίο θεωρείται παγκοσμίως σημαντικό πρόβλημα δημόσιας Υγείας. Το θέμα παρακολουθείται ήδη στενά από το ΚΕΕΛΠΝΟ» ανέφερε η κυρία Κρεμαστινού.
Από τα δεδομένα επιτήρησης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο (Σχέδιο Δράσης Προκρούστης – Επιπολασμός Νοσοκομειακών Λοιμώξεων – GreekWhonet) προκύπτει ότι στα ελληνικά νοσοκομεία το 9% των ασθενών εμφανίζει νοσοκομειακή λοίμωξη (ευρωπαϊκός μέσος όρος 6%) και το 54,7% λαμβάνει αντιβιοτικά (ευρωπαϊκός μέσος όρος 37,1%).
Η κυρία Κρεμαστινού αναφέρθηκε και στο Εθνικό Αρχείο Νεοπλασιών, η αναδιάρθρωση του οποίου ξεκίνησε επίσημα στο τέλος του 2011. Από το 2012 και μετά συλλέγονται στοιχεία που αφορούν τις νέες διαγνώσεις καρκίνου, μέσω των επιμελητών καταγραφής ή καταγραφέων καρκίνου στα δημόσια, στρατιωτικά και ιδιωτικά νοσοκομεία της χώρας.
Ανεμβολίαστοι όσοι έχασαν τη ζωή τους από γρίπη
Ανεμβολίαστοι ήταν όσοι έχασαν τη ζωή τους από τη γρίπη. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η κυρία Κρεμαστινού, από τους 110 θανάτους που είχαν καταγραφεί μέχρι τις 24 Μαρτίου, οι 108 (98%) επήλθαν σε άτομα που δεν είχαν εμβολιαστεί.
Δεκατέσσερα από τα σοβαρά κρούσματα γρίπης που χρειάστηκαν νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας δεν ανέφεραν άλλο παράγοντα κινδύνου εκτός από την παχυσαρκία, ενώ καταγράφηκαν και τέσσερα κρούσματα σε έγκυες γυναίκες, οι οποίες οδηγήθηκαν σε πρόωρο τοκετό.
Τέλος, 13 σοβαρά κρούσματα γρίπης καταγράφηκαν σε παιδιά, εκ των οποίων τα τέσσερα που έπασχαν από σοβαρά υποκείμενα νοσήματα έχασαν τη ζωή τους.
Την πρώτη θέση κατέχει η Ελλάδα στην ΕΕ στο κάπνισμα
Ενα από τα υψηλότερα ποσοστά ενήλικων χρηστών καπνού παγκοσμίως και το υψηλότερο ποσοστό στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατέχει η Ελλάδα. Σύμφωνα με την κυρία Αναστασία Μπαρμπούνη, επιμελήτρια στον Τομέα Δημόσιας και Διοικητικής Υγιεινής της ΕΣΔΥ, η Ελλάδα παρουσιάζει την υψηλότερη αναλογία καπνιστών μεταξύ των δυτικοευρωπαϊκών χωρών.
Τα στοιχεία που προκύπτουν από το Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου της Καπνιστικής Συνήθειας στην Ελλάδα, το οποίο διεξήχθη σε συνεργασία και τον ΠΟΥ και το Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων των ΗΠΑ, έχουν ως ακολούθως:
– Περί τα 3,5 εκατομμύρια Έλληνες δηλώνουν καπνιστές, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 38,2% των Ελλήνων του δείγματος (51,2% των ανδρών,25,7% των γυναικών).
– Το 50,7% ανήκει στην ηλικιακή ομάδα των 25-44 ετών (64,2% είναι άνδρες και 37% γυναίκες).
– Οι επτά στους δέκα (72,2%) καθημερινούς καπνιστές θεωρούνται εξαρτημένοι από τη νικοτίνη, αφού δηλώνουν ότι καπνίζουν 30 λεπτά μετά την πρωινή έγερση.
Έκθεση στο παθητικό κάπνισμα:
– Το 52,3% των ενηλίκων εκτίθεται σε παθητικό κάπνισμα στον χώρο της εργασίας τους (1,6 εκατομμύρια ενήλικες).
– Το 65,7% των ενηλίκων (6 εκατομμύρια άτομα) έχει εκτεθεί σε καπνό στο σπίτι.
– Το 72,2% των ενηλίκων (3,3 εκατομμύρια άτομα) εκτίθεται στον καπνό του τσιγάρου όταν επισκέπτεται εστιατόρια.
– Το 84,1% των μη καπνιστών υποστηρίζει τον νόμο που απαγορεύει το κάπνισμα μέσα σε εστιατόρια.
Επιπολασμός σε παιδιά ηλικίας 13-15 ετών
– Το 16,9% των αγοριών, το 12,9% των κοριτσιών και το 15% των νέων στο σύνολό τους καπνίζει.
– Το 56,7% των μαθητών εκτίθεται σε παθητικό κάπνισμα στο σπίτι.
– Το 67,4% των μαθητών εκτίθεται σε παθητικό κάπνισμα μέσα σε κλειστούς δημόσιους χώρους.