Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα είναι σε θέση να έχει τον έλεγχο των πολιτικών της διατυπώνει η οικονομική εφημερίδα Wall Street Journal σε ηλεκτρονικό της δημοσίευμα με τίτλο «Η Ελλάδα είναι σε θέση να καλεί το δικό της σκοπό» (Greece able to call its own tune).

Ο αρθρογράφος Σάιμον Νίξον αναφέρει στο δημοσίευμα πως η κρίση της ευρωζώνης ξεκίνησε στην Ελλάδα και δεν θα λήξει μέχρις ότου εξαλειφθούν οι αμφιβολίες για τις προοπτικές της Ελλάδας. Σύμφωνα με τον ίδιο η τελευταία επιθεώρηση του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα κατέδειξε πως αυτό απέχει ακόμα.

Ο Νίξον αναγνωρίζει πως το εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της συμφωνίας Κυβέρνησης – τρόικας ήταν η έκταση με την οποία η Αθήνα έκανε «το δικό της» σε ζητήματα ζωτικής σημασίας, που σχετίζονται με τον προϋπολογισμό, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό ο αρθρογράφος το ερμηνεύει ως ένδειξη του πόσο η ανάκαμψη της οικονομίας, η αισιοδοξία των αγορών και η αυξανόμενη εμπιστοσύνη στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, έχουν αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού.

«Στην έναρξη της επιθεώρησης της προόδου του προγράμματος στήριξης, το ΔΝΤ επέμεινε πως η Ελλάδα είχε να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό έλλειμμα το 2013 και απαιτούσε περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή. Η Αθήνα επέμεινε στις πιο αισιόδοξες προβλέψεις της, αρνούμενη να ενεργήσει με τρόπο που θα παρέτεινε την ύφεση. Αυτή η απόφαση αποδείχθηκε σωστή όταν τα στοιχεία της Ελληνικής κυβέρνησης έδειξαν ότι η χώρα πέτυχε πλεόνασμα προ τόκων 1,1% το 2013», τονίζεται στο δημοσίευμα.

Ο αρθρογράφος της Wall Street Journal εστιάζει στην αρχική πρόβλεψη του ΔΝΤ για τις κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών, σημειώνοντας ότι το πώς το ΔΝΤ έφτασε σε αυτά τα στοιχεία παραμένει «μυστήριο» για την ελληνική κυβέρνηση, την κεντρική τράπεζα και τους συμβούλους της.

Σύμφωνα με τον ίδιο, έγινε συμβιβασμός για τις τράπεζες και η διαδικασία προχώρησε με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος με την Αθήνα να δέχεται ως αντάλλαγμα ότι οποιοδήποτε ποσό από τα υπόλοιπα 11 δισ. ευρώ (του ΤΧΣ) το οποίο δεν χρειάζεται άμεσα, θα συνεχίσει να είναι διαθέσιμο προκειμένου να καλυφθούν όποια περαιτέρω κενά εντοπίσει η ΕΚΤ όταν διεξάγει τα δικά της stress tests αργότερα εφέτος.

Ο Νίξον αφενός υπογραμμίζει πως η αγορά φαίνεται να είναι πρόθυμη να εμπιστευθεί την άσκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, αντανακλώντας την εμπιστοσύνη της στην BlackRock, αφετέρου υποστηρίζει πως το να αγοράσει κανείς μετοχές ελληνικής τράπεζας αυτή τη στιγμή είναι ριψοκίνδυνο.

Ο αρθρογράφος της Wall Street Journal εξηγεί πως το τραπεζικό σύστημα έχει επιβαρυνθεί με μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 70 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 30% του ΑΕΠ, ενώ τα στεγαστικά δάνεια αποτελούν ιδιαίτερη πηγή αβεβαιότητας, αφού η αγορά κατοικίας μετά βίας κινήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης, εν μέσω της συνεχιζόμενης απαγόρευσης πλειστηριασμών, του θολού τοπίου σε ότι αφορά τη φορολογία ακινήτων και συναλλαγών και της απροθυμίας της τράπεζας να δανείσουν.

«Αν οι τράπεζες δεν αντλήσουν αρκετά κεφάλαια, τότε η οικονομία θα συνεχίσει να στερείται πίστης», σημειώνεται στο δημοσίευμα και προστίθεται πως ορισμένοι επενδυτές είναι πρόθυμοι να στοιχηματίσουν ότι, καθώς θα ανακάμπτει η οικονομία, οι καθυστερούμενες οφειλές θα μειωθούν, η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού θα βελτιωθεί και η προοπτική μεγάλων απωλειών θα εξαφανιστεί.

Κατά τον Νίξον η ένταση της ανάκαμψης θα εξαρτηθεί και από την πρόοδο στο μέτωπο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που είναι απαραίτητες για την εξισορρόπηση της οικονομίας. Ο ίδιος σημειώνει πως οι διαφωνίες αναφορικά με τον ρυθμό των μεταρρυθμίσεων ακολουθούν από την αρχή το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, εν μέσω παραπόνων ότι η Αθήνα είναι υπερβολικά απρόθυμη να τα βάλει με τα συμφέροντα.

Ενδεικτικά αναφέρεται πως η τρόικα ήθελε η Αθήνα να δεσμευτεί για την πλήρη εφαρμογή των μέτρων του ΟΟΣΑ, ενώ η Αθήνα ήθελε ευελιξία, δεδομένης της εύθραυστης πολιτικής της θέσης λόγω της ισχνής πλειοψηφίας των μόλις 3 εδρών που κατέχει στην ελληνική Βουλή και εν όψει των ευρωεκλογών του Μαΐου.

Ο Νίξον αναφέρει πως ορισμένοι αξιωματούχοι της τρόικας, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, κατηγορούν τον Πρωθυπουργό κ. Αν. Σαμαρά για «εκβιασμό», ωστόσο ο κ. Σαμαράς φέρεται να πιστεύει πως αξίζει να του πιστωθεί ότι κατάφερε να συγκρατήσει τη χώρα ώστε να μην διαλυθεί, οδηγώντας την στον ταχύτερο ρυθμό μεταρρυθμίσεων μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ.

Ο αρθρογράφος της αμερικανικής εφημερίδας αναφέρει πως ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται κατά μόλις μία ποσοστιαία μονάδα έναντι της Νέας Δημοκρατίας στις δημοσκοπήσεις, ποσοστό που -κατά τη γνώμη- του δεν αρκεί για να υπάρξει κάποια ριζική αλλαγή . Εκτιμά δε ότι οι ανεξάρτητοι βουλευτές μπορεί να είναι πιο πρόθυμοι να στηρίξουν την κυβέρνηση στις δύσκολες ψηφοφορίες προκειμένου να αποφύγουν τις πρόωρες εκλογές.

«Ο κ. Σαμαράς συνεχίζει να αποτελεί την καλύτερη εγγύηση έναντι αυτού που οι ηγέτες της ευρωζώνης και οι αγορές συμφωνούν ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ελληνική ανάκαμψη και τις προοπτικές τερματισμού της κρίσης: μια νέα πολιτική αστάθεια», καταλήγει ο αρθρογράφος της Wall Street Journal.