Η επίσκεψη του κ. Ευ. Βενιζέλου στην Τεχεράνη, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί την προσεχή Παρασκευή, προετοιμαζόταν εδώ και αρκετές εβδομάδες. Η πρώτη διερευνητική επαφή για κάτι τέτοιο έγινε στα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου με τη μυστική επίσκεψη του πολιτικού διευθυντή του υπουργείου Εξωτερικών πρέσβη κ. Δ. Παρασκευόπουλου στην ιρανική πρωτεύουσα κι ενώ οριστικοποιούνταν η συμφωνία των P5+1 (των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γερμανίας) με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας. Ωστόσο, από τότε οι εξελίξεις έχουν αρχίσει να τρέχουν.

Όπως είχε αναλυτικά περιγράψει «Το Βήμα» την 1η Δεκεμβρίου 2013, ο κ. Παρασκευόπουλος είχε μεταβεί στην Τεχεράνη για να βολιδοσκοπήσει τις προθέσεις της κυβέρνησης του προέδρου Χασάν Ρουχανί. Η προσέγγιση είχε διττό χαρακτήρα: κατ’ αρχήν, να αναζητηθεί μία διέξοδος στο εκκρεμές ζήτημα των ανεξόφλητων οφειλών ελληνικών εταιρειών πετρελαιοειδών (κυρίως των Ελληνικών Πετρελαίων) προς το Ιράν και, κατά δεύτερον, να εξεταστούν άλλα βήματα προσέγγισης, όπως ελληνικές επενδύσεις ή ακόμη και το άνοιγμα απευθείας αεροπορικής γραμμής Αθήνας – Τεχεράνης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική κυβέρνηση έχει αναζητήσει τρόπους να προχωρήσει και στα δύο ζητήματα, διατηρώντας παράλληλα ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Ουάσιγκτον και εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Άλλωστε, παρά τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τη μερική άρση ενός μικρού μέρους των κυρώσεων, το μεγαλύτερο κομμάτι αυτών παραμένει εν ισχύ και τα κύρια νήματα εξακολουθούν να κινούνται από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών (US Treasury).

Για τον λόγο αυτό, οι αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος» αναφέρουν ότι στα τέλη του 2013 εστάλη από την Αθήνα «non paper» στην ελληνική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον, με σκοπό να αναζητηθούν λύσεις. Το μείζον ζήτημα στην περίπτωση της αποπληρωμής των οφειλών από τις παλαιότερες αγορές πετρελαίου επί πιστώσει είναι ότι αφορούν σε ιδιωτικές εταιρείες και ότι ακόμη οι τραπεζικές συναλλαγές δεν έχουν ανοίξει. Στο κείμενο του «non paper» η Αθήνα κάνει επίσης αναφορά σε παλαιότερη ιρανική πρόταση για αποπληρωμή μέρους των οφειλών μέσω της παροχής ανθρωπιστικού υλικού, φαρμάκων κ.ά, αλλά και εκεί αναζητούνται διάφορες λύσεις. Αναμενόταν μάλιστα να υπάρξει και σχετική τηλεδιάσκεψη μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον ώστε να συζητηθεί το εν λόγω ζήτημα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην παροχή φαρμάκων.

Την ίδια στιγμή, υπάρχουν σημαντικές ελληνικές εταιρείες οι οποίες ενδιαφέρονται σφόδρα να κερδίσουν συμβόλαια στο Ιράν μόλις ομαλοποιηθεί η κατάσταση. Όπως μάλιστα «Το Βήμα» πληροφορείται, μία εξ’ αυτών ενδιαφέρεται για την κατασκευή ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής (η οποία σταμάτησε όταν το ιρανικό κράτος, λόγω χρεών, δεν μπορούσε να την ολοκληρώσει), ενώ μία άλλη θα ενδιαφερόταν να δραστηριοποιηθεί στον ενεργειακό τομέα μόλις κάτι τέτοιο καταστεί εφικτό. Άλλωστε, μεγάλες ενεργειακές εταιρείες από χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία ήταν από τις πρώτες που έσπευσαν στην Τεχεράνη για να δηλώσουν παρούσες.

Σε σχέση πάντως με το ενδεχόμενο ανοίγματος απευθείας αεροπορικής σύνδεσης Αθήνας – Τεχεράνης, για την οποία ενημερωμένες πηγές αναφέρουν ότι θα ήταν εμπορικά βιώσιμη, η κατάσταση δεν είναι απλή. Και τούτο διότι με βάση τις αμερικανικές κυρώσεις, ο ανεφοδιασμός ιρανικών πολιτικών αεροσκαφών με καύσιμα εμπίπτει σε αυτές, καθώς θα απαιτηθεί νομισματική συναλλαγή.

Παράλληλα, οι δύο ιρανικές αεροπορικές εταιρείες συμπεριλαμβάνονται στον σχετικό αμερικανικό κατάλογο περί κυρώσεων. Σύμφωνα δε με διπλωματικούς κύκλους, η αμερικανική πλευρά εκτιμά ότι πριν από την επίτευξη μίας οριστικής συμφωνίας με την Τεχεράνη, η αναθέρμανση των σχέσεων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας θα μπορούσε να περιμένει.