Στη συγγνώμη του γερμανού προέδρου αναφέρεται ο γερμανικός Τύπος, λέγοντας ότι αυτή είχε καθυστερήσει πολύ. «Ο πρόεδρος Γκάουκ έμαθε, όπως οι περισσότεροι Γερμανοί, μόνο πολύ μετά τον πόλεμο για τις θηριωδίες των ναζί στην Ελλάδα» γράφει η Welt, ενώ η Sueddeutsche Zeitung αναρωτιέται γιατί η Γερμανία δεν ζήτησε συγγνώμη από τις Λιγκιάδες πριν από δεκαετίες.

«Τόσο καθαρά λόγια της ντροπής, όπως του Γκάουκ, δεν βρήκε κανένας», είναι ο κεντρικός τίτλος στην ιστοσελίδα της εφημερίδας Die Welt σε δημοσίευμα για τις δηλώσεις του γερμανού προέδρου στις Λιγκιάδες της Ηπείρου.

«Ο πρόεδρος Γκάουκ έμαθε, όπως οι περισσότεροι Γερμανοί, μόνο πολύ μετά τον πόλεμο για τις θηριωδίες των ναζί στην Ελλάδα» επισημαίνει η εφημερίδα και διευκρινίζει ότι δεν ισχύει το ίδιο για τα εγκλήματα στην Πολωνία και τη Γαλλία.

«Η ντροπή του γι’ αυτή την καθυστέρηση είναι μεγάλη. Μετά τις ενοχές γι’ αυτές καθαυτές τις αγριότητες, για τον ίδιο έρχονται οι δεύτερες ενοχές, για την καθυστέρηση. Γι’ αυτό θέλει να υποκλιθεί μπροστά στους Έλληνες ακόμη περισσότερο» συνεχίζει το δημοσίευμα, στο οποίο περιγράφεται λεπτομερώς η ιστορία των Λιγκιάδων.

Ο γερμανός πρόεδρος είναι ο πρώτος υψηλόβαθμος Γερμανός αξιωματούχος που επισκέπτεται τις Λιγκιάδες, αναφέρει η εφημερίδα και συμπληρώνει ότι και άλλοι γερμανοί πρόεδροι επισκέφθηκαν τόπους θηριωδιών στην Ελλάδα, «αλλά τόσο καθαρά λόγια, όπως του Γκάουκ, δεν είχε βρει κανείς για τους Έλληνες».

Ο αρθρογράφος τονίζει ακόμη ότι οι Γερμανοί δεν γνωρίζουν αρκετά για τις θηριωδίες των ναζί στην Ελλάδα, καθώς ελάχιστα περιλαμβάνονται στα σχολικά βιβλία. «Πολλοί Έλληνες υποφέρουν γι’ αυτό. Η απαίτηση για αποζημιώσεις βασίζεται και σε αυτόν τον πόνο» υποστηρίζει ο συντάκτης.

Στην ίδια εφημερίδα δημοσιεύεται άρθρο γνώμης, στο οποίο χαρακτηρίζεται κατανοητή η απαίτηση των Ελλήνων για πολεμικές αποζημιώσεις, αλλά επισημαίνεται ότι «παρόλα αυτά η Γερμανία δεν μπορεί να αναλάβει αυτό το κόστος».

«Είναι σωστό το ότι και η γερμανική κυβέρνηση και ο πρόεδρος Γκάουκ απέρριψαν τις επιθυμίες της Αθήνας για επίσημες διαπραγματεύσεις αποζημίωσης. Για το άδικο της γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα δεν υπάρχει καμία ασυμφωνία. Είναι επίσης σωστό ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί για πολλούς ανθρώπους ζωντανή μνήμη. Με τέτοια συναισθήματα θα πρέπει κανείς ως εκπρόσωπος της Γερμανίας μετά από 60 χρόνια να ειρηνεύσει όχι και τόσο απλά με την υπόδειξη ότι η Γερμανία έχει όντως σήμερα αλλάξει πάρα πολύ και είναι υποδειγματικά δημοκρατική» αναφέρει ο αρθρογράφος, αλλά αναγνωρίζει ότι για τους άλλους που μετά από 70 χρόνια έχασαν αδέρφια ή συγγενείς δεν αποτελεί αυτό πάντα παρηγοριά.

«Η απόρριψη κρατικών διαπραγματεύσεων για τις αποζημιώσεις παραμένει παρόλα αυτά σωστή. Το σύγχρονο Διεθνές Δίκαιο καθορίζεται σημαντικά από το πνεύμα ότι τα κράτη δεν μπορούν να ευθύνονται αιωνίως. Τυχόν νέες απαιτήσεις δρουν στη διεθνή πολιτική όπως οι ωρολογιακές βόμβες. Ολόκληρη η εποχή της αποικιοκρατίας μπόρεσε να αναδιπλωθεί με αυτόν τον τρόπο ή και στον πόλεμο του Βιετνάμ. Όταν οι πόλεμοι θα κοστίσουν κάτι στους υποκινητές, αυτό αποτελεί μεν ένα επιπόλαιο κατανοητό επιχείρημα. Αλλά στις λιγοστές περιπτώσεις οι υποκινητές μπορούν να διακριθούν με τόση σαφήνεια όπως στην Ελλάδα ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι» συνεχίζει, τονίζοντας ότι «δεν θα ήταν παγκόσμιο προηγούμενο η εξυπηρέτηση του μόνο σε πολύ μικρό μέρος εκκαθαρισμένου αναγκαστικού δανείου της Ελλάδας στη Γερμανία το 1941 – εφόσον αυτό συμβεί χωρίς πάταγο».

Στην ηλεκτρονική σελίδα του, το περιοδικό Der Spiegel αναφέρεται στη σημερινή χειρονομία του Γκάουκ – να υποκλιθεί μπροστά στο μνημείο -, λέγοντας ότι είχε ήδη καθυστερήσει εδώ και καιρό.

«Με αυτό ο κ. Γκάουκ πήγε ακόμη πιο πέρα απ’ ό,τι είχε πάει στην επίσκεψή του στο Οραντούρ της Γαλλίας» σημειώνει το δημοσίευμα, αλλά διευκρινίζει ότι δεν υποχώρησε στις απαιτήσεις για επανορθώσεις.

«Πιθανόν ο ίδιος ο κ. Γκάουκ να το ήθελε, αλλά δεν μπορεί. Η κυβέρνηση δεν βλέπει καν λόγο για διαπραγματεύσεις και αυτό πρέπει ο Πρόεδρος να το ακολουθήσει» επισημαίνεται.

Η Sueddeutsche Zeitung -επίσης στην ηλεκτρονική έκδοσή της-, κάνει λόγο για «μια χειρονομία έπειτα από 70 χρόνια» και αναφερόμενη στη στάση του Γιοάχιμ Γκάουκ σημειώνει: «Είναι μόνο λίγες λέξεις, αλλά πρέπει να αναρωτηθεί κανείς γιατί ένας Γερμανός Πρόεδρος δεν ζήτησε συγγνώμη ήδη πριν από δεκαετίες από τις Λιγκιάδες».

Και προσθέτει ότι η τρίτη ημέρα της επίσκεψης στην Ελλάδα ήταν και η πιο δύσκολη, «μιας επίσκεψης η οποία ούτως ή άλλως είναι περίπλοκη». Οι οικοδεσπότες, από τη δεύτερη μέρα της επίσκεψης δεν αρκούνταν σε ευγενικά λόγια, σημειώνει η συντάκτρια και αναφέρεται στη συνάντηση με τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα και τον Μανώλη Γλέζο.

«Στην εξέλιξη της επίσκεψης, ο κ. Γκάουκ καταφέρνει όλο και δυσκολότερα να κρύψει πόσο άβολα αισθάνεται στον ρόλο του: η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί το ζήτημα λήξαν και ο κ. Γκάουκ δεν επιτρέπεται υποστηρίξει άλλη γραμμή. Κάποια πράγματα στη στάση του αφήνουν να εννοηθεί ότι στο θέμα «επανορθώσεις για τους Έλληνες» θέλει τουλάχιστον να προκαλέσει κάποιες σκέψεις στη Γερμανία» υπογραμμίζεται.