«Δεν πιστεύω ότι αυτός είναι ένας πόλεμος για τον οποίο αξίζει να πεθάνεις. Είναι ένας πόλεμος που γίνεται για την πολιτική, όχι για τον λαό…», λέει στο BBC ο Σεργκέϊ Μπιέλοφ, ένας 36χρονος Ουκρανός, που διαδήλωσε στο Κίεβο, αλλά δεν θέλει πόλεμο με την Ρωσία.
«Είμαι Ουκρανός, και οι δύο γονείς μου είναι επίσης Ουκρανοί. Αυτή είναι η πατρίδα μας. Η Κριμαία είναι μέρος της Ουκρανίας επίσης, και δεν είναι σωστό που η Ρωσία προσπαθεί να την καταλάβει ή να στείλει στρατό εκεί. Αλλά είμαι έτοιμος να πολεμήσω γι’ αυτό; Δεν ξέρω», λέει ο Μπιέλοφ.

«Διαδήλωνα στην Πλατεία, αλλά δεν ξέραμε τότε ότι η ανατροπή του Γιανουκόβιτς θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο. Δεν θέλω να πολεμήσω. Θα φοβόμουν μήπως σκοτωθώ. Αλλά αν ρωσικά στρατεύματα άρχιζαν να πολεμάνε με Ουκρανούς στρατιώτες, και αν έβαζαν ένα όπλο στο χέρι μου, τότε ναι, μάλλον θα πολεμούσα, αλλά δεν θα το ήθελα. Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο», προσθέτει ο Μπιέλοφ.

«Εχω Ρώσους φίλους και συγγενείς στη Ρωσία. Δεν μπορώ να με φανταστώ να τους πυροβολώ, ούτε εκείνους να πυροβολούν εμένα. Δουλεύω στον προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών, και πριν από το 2013 δεν είχα λάβει μέρος σε διαδηλώσεις ή απεργίες. Η καταστολή της αστυνομίας ήταν το έναυσμα που μου άνοιξε τα μάτια για την διαφθορά.

Τότε είδα την άγρια βία με την οποία η αστυνομία αντιμετώπισε τους ανθρώπους που διαμαρτύρονταν στην πλατεία. Μετά από εκείνη τη στιγμή έβγαινα στο δρόμο όχι για την ένταξη στην ΕΕ, αλλά για την συμπεριφορά της κυβέρνησής μας
», λέει.

«Ολη την εβδομάδα πήγαινα στη δουλειά. Το Σαββατοκύριακο κατέβαινα στο Μαϊντάν και συμμετείχα στις διαδηλώσεις – για περίπου εννέα ημέρες συνολικά. Δεν είχα πλακάτ, ούτε όπλο… Απλώς στεκόμουν εκεί με τους άλλους. Αυτό ήταν αρκετό για μένα – ήθελα απλώς να είμαι εκεί, και να ακούγεται η φωνή μου», τονίζει.
«Ντρέπομαι που το λέω, αλλά δεν ήμουν εκεί την κρίσιμη στιγμή στο τέλος του Φεβρουαρίου (σσ όταν σκοτώθηκαν δεκάδες διαδηλωτές). Ημουν πολύ φοβισμένος … Αλλά δεν πιστεύω ούτε στη νέα κυβέρνηση. Είναι από τις ίδιες ομάδες, έχουν τις ίδιες πολιτικές, μετακινούνται από το ένα υπουργείο στο άλλο. Η μόνη διαφορά είναι το χρώμα της σημαίας που έχει αλλάξει. Αλλά εξακολουθούν να είναι οι ελίτ…», καταλήγει ο Μπιέλοφ.