Την επιβίωση και τα επίπεδα αναπαραγωγής των πιγκουίνων του Μαγγελάνου φαίνεται πως επηρεάζει η κλιματική αλλαγή, όπως έδειξε πολυετής μελέτη αμερικανών επιστημόνων.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «PLoS ONE», ότι κάθε χρόνο οι σαρωτικές νεροποντές και τα κύματα καύσωνα αποδεκατίζουν τους πληθυσμούς των πιγκουίνων του Μαγγελάνου που χτίζουν τις φωλιές τους στη χερσόνησο Πούντα Τόμπο, στην Αργεντινή.

Κάθε χρόνο από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο περίπου 200.000 ζεύγη πιγκουίνων πηγαίνουν στη συγκεκριμένη περιοχή, όπου επικρατούν συνθήκες παρόμοιες με εκείνες της ερήμου, προκειμένου να φτιάξουν τις φωλιές τους και να αποκτήσουν τα μικρά τους. Οι κλιματικές συνθήκες των τελευταίων ετών ωστόσο, όπως αποδεικνύουν τα επιστημονικά ευρήματα, θέτουν τα μικρά σε σοβαρό κίνδυνο.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι τα μικρά είναι πολύ μεγάλα σε μέγεθος ώστε να μπορούν οι γονείς τους να κάθονται από πάνω τους και να τα προστατεύουν σε περίπτωση δυνατής βροχής, αλλά και πολύ νεαρά για να διαθέτουν τα ίδια αδιάβροχα φτερά και να προστατεύονται από μόνα τους. Ετσι, τις περισσότερες φορές, όσο και αν προσπαθήσουν οι γονείς τους να τα σώσουν, τα μικρά δεν καταφέρουν να επιβιώσουν από τη βροχή.

Άλλος ένας βασικός εχθρός τους, είναι και ο καύσωνας, καθώς δεν μπορούν ακόμα να δροσιστούν στο νερό όπως συμβαίνει με τους μεγαλύτερους πιγκουίνους.

Κλιματικός «δολοφόνος»

Από την 27ετή μελέτη των Αμερικανών, φάνηκε ότι κάθε χρόνο περίπου το 40% των μικρών λιμοκτονεί, ενώ περίπου το 7% υποκύπτει τελικά στην κλιματική αλλαγή.

«Η κλιματική μεταβλητότητα υπό μορφή αυξημένων βροχοπτώσεων και ακραίων θερμοκρασιών, έχει αυξηθεί κατά τα τελευταία 50 χρόνια, σκοτώνοντας έναν σημαντικό αριθμό νεαρών πιγκουίνων» εξηγούν οι επιστήμονες.

«Πρόκειται για την πρώτη μακροχρόνια μελέτη που δείχνει ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει σημαντικά την επιβίωση και την αναπαραγωγική επιτυχία των πιγκουίνων του Μαγγελάνου» αναφέρει η κύρια συγγραφέας της μελέτης δρ Ντι Μποέρσμα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, από το 1983 μέχρι το 2010, οι καταιγίδες που σημειώθηκαν κατά τις δύο πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου – όταν δηλαδή τα μικρά δεν είχαν συμπληρώσει ούτε 25 ημέρες ζωής – στη συγκεκριμένη περιοχή, αυξήθηκαν σημαντικά.

«Οι πιγκουίνοι ζουν στην έρημο. Με τις συγκεκριμένες καταιγίδες λοιπόν, οι φωλιές τους μετατρέπονται σε λίμνες, γεγονός που καθιστά αδύνατο το να μην βραχούν» τονίζει η δρ Μποέρσμα.

Πέρα από τις αυξημένες βροχοπτώσεις, κατά τους επιστήμονες, τα ψάρια φαίνεται πως ευθύνονται επίσης για την αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας που αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο είδος.

Αβέβαιο το μέλλον

Τα τελευταία χρόνια, οι πιγκουίνοι φαίνεται πως φτάνουν καθυστερημένα στην περιοχή της αναπαραγωγής, ενδεχομένως επειδή και τα ψάρια με τα οποία τρέφονται φτάνουν εκεί αργότερα.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι όσο αργότερα εντός του έτους εκκολάπτονται τα αβγά, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν τα μικρά λόγω της κακοκαιρίας των μηνών Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου.

«Οι πιγκουίνοι επιστρέφουν όλο και πιο αργά, γεννώντας έτσι τα αβγά τους κατά μέσο όρο περίπου τρεις ημέρες αργότερα από την περίοδο που γεννούσαν πριν από μια 10ετία. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι η αναπαραγωγική τους περίοδος γίνεται πιο σύντομη όπως επίσης και ο χρόνος που έχουν για να μεγαλώσουν τα μικρά τους» προσθέτει η ειδικός.

Εφέτος, όπως είδαν οι επιστήμονες, ο κυριότερος εχθρός του είδους ήταν η ζέστη, καθώς οι θερμοκρασίες ξεπέρασαν τους 30 βαθμούς Κελσίου για αρκετά μεγάλο διάστημα.

«Ενδεχομένως να δούμε και χρονιές κατά τις οποίες κανένας νεαρός πιγκουίνος δεν θα επιβιώσει από την κλιματική αλλαγή, καθώς οι κλιματολόγοι προβλέπουν εντονότερες και συχνότερες καταιγίδες, σε περιόδους που τα πτηνά θα είναι ακόμα ιδιαίτερα ευάλωτα» αναφέρει από την πλευρά της η δρ Τζίντζερ Ρέμπστοκ, μια εκ των συγγραφέων της μελέτης.