Ολα ξεκινούν από έναν ρόλο. Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, o 37χρονος από το Χάμερσμιθ, περίμενε πολύ καιρό να πάρει έναν καλό ρόλο στα χέρια του, αυτόν που από ταλαντούχο βρετανό ηθοποιό θα τον μετέτρεπε σε διεθνή κινηματογραφικό αστέρα πρώτης γραμμής. «Τα πράγματα στην υποκριτική για μένα ήταν κάπως περίεργα», παραδέχεται στο ΒΗmagazino, «έπαιρνα μεγάλους ρόλους σε μικρά έργα και μικρούς ρόλους σε μεγάλα». Ετσι ήταν: Στίβεν Χόκινγκ, Βαν Γκογκ και Γουίλιαμ Πιτ (ο νεότερος πρωθυπουργός στην Αγγλία τον 18ο αιώνα) σε χαμηλού μπάτζετ ταινίες και μικρές συμμετοχές στις «μεγάλες» παραγωγές «Εξιλέωση» (με Κίρα Νάιτλι και Βανέσα Ρεντγκρέιβ) και «Η άλλη ερωμένη του βασιλιά», δίπλα στους Ερικ Μπάνα, Σκάρλετ Τζοχάνσον και Νάταλι Πόρτμαν. Ωσπου ήρθε στον δρόμο του ο Σέρλοκ (ο διάσημος ντετέκτιβ τoυ σερ Αρθουρ Κόναν Ντόιλ), τοποθετημένος στο «σπιντάτο» Λονδίνο τού σήμερα.
Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ τον χαρακτήρισε τον καλύτερο Σέρλοκ που είδαμε ποτέ σε οθόνη, μικρή και μεγάλη, ενώ την πρώτη σεζόν των τριών 90λεπτων επεισοδίων παρακολούθησαν πάνω από 10 εκατομμύρια τηλεθεατές στη Βρετανία. Παράλληλα, ο ηθοποιός με το δυσπρόφερτο επώνυμο άρχισε να θεωρείται σύμβολο του σεξ, αφού ψηφίστηκε ως ο πιο σέξι άνδρας του πλανήτη από τις συμπατριώτισσές του. Η μεγάλη επιτυχία της σειράς του BBC απογείωσε τον Κάμπερμπατς δίνοντάς του δόξα, φήμη, χρήματα, καλύτερες δουλειές. Μία από αυτές ήταν στο φιλμ «Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι» πριν από δύο χρόνια. Η άλλη είναι το πολυαναμενόμενο «Ο άνθρωπος που πούλησε τον κόσμο», όπου υποδύεται τον ιδρυτή του WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ –η μεγαλύτερη κινηματογραφική του πρόκληση του μέχρι σήμερα.
Το γράμμα του Ασάνζ

Τον Ιανουάριο, μία ημέρα προτού πετάξει προς την Ισλανδία για τα γυρίσματα της ταινίας, ο Κάμπερμπατς δέχτηκε ένα e-mail. Αποστολέας ήταν ο ίδιος ο Τζούλιαν Ασάνζ, ο οποίος, με ένα κείμενο που εκτεινόταν σε τουλάχιστον δέκα σελίδες, προσπαθούσε να αναλύσει τους λόγους για τους οποίους πίστευε ότι ο Κάμπερμπατς θα έπρεπε να αρνηθεί τη συμμετοχή του στην ταινία. Από την πλευρά του, ο Αγγλος είχε προσπαθήσει κατ’ επανάληψη να συνομιλήσει ή ακόμη και να συναντηθεί με τον Ασάνζ από τότε που πήρε τον ρόλο (όπως είχε κάνει με τον Στίβεν Χόκινγκ προτού τον υποδυθεί). Δεν υπήρξε, όμως, καμία ανταπόκριση.
Ο ηθοποιός επηρεάστηκε πολύ από το e-mail και, όπως αποκάλυψε πρόσφατα, αμφιταλαντεύθηκε για το αν θα έπρεπε τελικά να προχωρήσει με τη συγκεκριμένη παραγωγή, χαρακτηρίζοντας αυτό που έλαβε ως έναν απολύτως εύλογο, γοητευτικό και ευφυή κατάλογο με επιχειρήματα εναντίον της συμμετοχής του στην ταινία. Το φιλμ χαρακτηριζόταν στο e-mail ως τοξικό, άθλιο και βασιζόμενο σε αναλήθειες. «Αυτή η ταινία θα θάψει τους καλούς ανθρώπους που κάνουν καλή δουλειά, ακριβώς τη στιγμή που θα έχουν απέναντί τους το κράτος. Θα είστε μέρος αυτού του εγχειρήματος, όχι επειδή το επιθυμούσατε, αλλά επειδή, σε τελική ανάλυση, είστε ένας επαγγελματίας ηθοποιός που πληρώνεται για να ακολουθεί το σενάριο, όσο διεφθαρμένο και αν είναι αυτό. Σκεφτείτε τις συνέπειες για τους ανθρώπους οι οποίοι ίσως πάθουν κακό από αυτή την ταινία. Πιστεύω ότι ως άνθρωπος έχετε καλές προθέσεις και μπορείτε να καταλάβετε γιατί δεν θα ήταν καλή ιδέα να συναντηθούμε» έγραφε, μεταξύ άλλων, ο Ασάνζ, ο οποίος γνωστοποίησε ο ίδιος το περιεχόμενο της επιστολής, λίγες ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση του σεναρίου της ταινίας.
Ο Κάμπερμπατς προβληματίστηκε με την ηλεκτρονική επιστολή του Ασάνζ, ωστόσο αποφάσισε να μην έρθει σε ρήξη με τους παραγωγούς και με τη φύση της δουλειάς του, μόλις μία ημέρα, μάλιστα, προτού ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Του απάντησε λίγο καιρό μετά και τον καθησύχασε λέγοντας πως δεν πρόκειται για κάποιο ντοκυμαντέρ, αλλά για μια ταινία μυθοπλασίας η οποία δεν πρόκειται να τον βλάψει, ούτε πολιτικά ούτε ως άνθρωπο, και πως η βαρύτητα δόθηκε σε όσα κατάφερε μέχρι σήμερα ο Ασάνζ.
Οι δυσκολίες

Οπως υποστηρίζει ο Κάμπερμπατς, ο ρόλος του Ασάνζ υπήρξε ο πιο απαιτητικός της έως τώρα καριέρας του. Δυσκολίες συνάντησε τόσο στην προσαρμογή της εμφάνισής του όσο και στην προσέγγιση του ιδιαίτερου χαρακτήρα που καλούνταν να υποδυθεί, ώστε να μην καταθέσει μια απλή καρικατούρα, «ένα καρτούν», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, αλλά μια πειστική ερμηνεία. Οπως εξηγεί ο ίδιος: «Ηταν σαν να βρίσκομαι σε ένα τρελό φανάρι στη μέση του δρόμου που τη μία είναι πράσινο, την άλλη πορτοκαλί και αμέσως μετά κόκκινο. Δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω. Ηταν κάτι το χαοτικό. Διαβάζοντας το σενάριο διαπίστωσα πόσο απαιτητικά λεπτομερής είναι ο χαρακτήρας του Ασάνζ και πόσο πολλή δουλειά σε έρευνα είχα να κάνω. Επρεπε να συγκεντρωθώ και να βρω την αρχή του νήματος για να τον προσεγγίσω».
Ο Κάμπερμπατς βρήκε όλη την πληροφορία, διάβασε βιβλία για τον βίο του ανθρώπου τον οποίο θα υποδυόταν, διάλεξε τη σωστή γωνία και έψαξε για εναλλακτικές πηγές. «Ο Ασάνζ ήξερε να πουλάει τον εαυτό του όπως αυτός ήθελε. Ειδικά σε συνεντεύξεις ή όταν βρισκόταν επάνω σε πόντιουμ και έδινε ομιλίες. Μπορεί ο συνομιλητής του να τον «στρίμωχνε» νομίζοντας πως έχει τον έλεγχο των πραγμάτων, ωστόσο ο Ασάνζ παρουσίαζε την εικόνα που επιθυμούσε να φανεί την κάθε στιγμή. Το πιο δύσκολο από όλα ήταν να βρω τον τρόπο να του μοιάσω οπτικά και στη φωνή. Καθετί που κάνει είναι μοναδικό. Ηθελε πολλή δουλειά και μελέτη το κοπιάρισμά του».
Η μέθοδος

Σε αυτόν τον τομέα τον βοήθησε αρχικά ο βραβευμένος με Οσκαρ make-up artist Kρις Μπλαντέλ. Βρήκαν το χρώμα και το μήκος που θα έπρεπε να έχουν τα μαλλιά του, δοκίμασαν φακούς επαφής, έβαλαν προσθετικά μέρη γύρω από τα μάτια για να έχουν το ίδιο ακριβώς σχήμα με αυτά του Ασάνζ. Ηταν σαν να έχει κάνει πλαστική για να του μοιάσει. Στη συνέχεια, χρησιμοποίησε διάφορα άλλα μικρά εμφυτεύματα στη γλώσσα και λίγο μπροστά από τα μπροστινά δόντια για να έρθει η φωνή του πιο κοντά στο επιθυμητό.
«Τα δόντια δεν μου δημιούργησαν πρόβλημα, ευτυχώς, γιατί ήταν κάτι πολύ σημαντικό για να επιτευχθεί η ομοιότητα. Η φωνή του είναι πιο βαθιά από τη δική μου, έπρεπε να μάθω να μιλάω σαν αυτόν. Επίσης, ο Ασάνζ μιλάει πολύ κατατονικά, αργά, ήσυχα. Ηταν πολύ σημαντικό πάντα να το θυμάμαι αυτό και να μην ξεφεύγω από το εύρος των συχνοτήτων που έπρεπε. Ηταν το δύσκολο κομμάτι, να τον βλέπεις θυμωμένο, αλλά χωρίς να παρεκτρέπεται ο τόνος της φωνής του. Επρεπε να μάθω να είμαι αυτός σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του. Στις συνεντεύξεις, όταν ανέβαινε στα πόντιουμ για διαλέξεις, στην καθημερινότητά του, όταν ήταν μόνος. Ακουσα πολύ ηχογραφημένο υλικό, είτε επρόκειτο για μια συνέντευξη στην ισλανδική τηλεόραση είτε όταν μίλησε ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου, για παράδειγμα σε ένα συνέδριο στην Ουάσιγκτον» περιγράφει ο Κάμπερμπατς.
Οραματιστής ή προδότης;

H ταινία ξεκινά από τα γεγονότα του 2008, ακολουθώντας τις μεθυστικές πρώτες ημέρες των διαρροών του WikiLeaks, όταν ο Ασάνζ, από ένας αντεργκράουντ ήρωας του κυβερνοχώρου φθάνει να θεωρείται από τις μυστικές υπηρεσίες της Ουάσιγκτον ως ο νούμερο 1 new age τρομοκράτης. Το σενάριο εστιάζει στη ρήξη μεταξύ των δύο «αρχιτεκτόνων» του ιστότοπου, Τζούλιαν Ασάνζ και Ντάνιελ Ντόμσαϊτ-Μπεργκ, τη στιγμή που ο δεύτερος αρχίζει να παίρνει τις αποστάσεις του από την αμφισβητήσιμη τακτική και την αμφιλεγόμενη ηθική του πρώτου. Η οριστική ρήξη ήταν θέμα χρόνου, τους χώριζαν ιδεολογικές διαφορές αναφορικά με τη ροή των πληροφοριών προς τους πολίτες του κόσμου και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Ο ίδιος ο Κάμπερμπατς περιγράφει στο ΒHmagazino ότι «πρόκειται για την ιστορία του ανθρώπου-κλειδί και του πιο στενού συμμάχου του στις πρώτες επιτυχίες του WikiLeaks. Είναι επίσης η ιστορία για το πώς άλλαξαν τα πράγματα στην πληροφορία που διοχετεύεται χωρίς κάποιο μέσο, αλλά ωμά, προστατεύοντας τις πηγές της». Ωστόσο, η ταινία δεν φτάνει μέχρι τις περιπέτειές του με τη σουηδική δικαιοσύνη έπειτα από τις κατηγορίες εις βάρος του για εμπλοκή σε υπόθεση βιασμού και σεξουαλικής παρενόχλησης, ούτε ως τη μετέπειτα αίτηση χορήγησης ασύλου στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, όπου και φιλοξενείται μέχρι σήμερα. Αυτό, άλλωστε, είναι ένα έργο σε εξέλιξη.
* Η ταινία «Ο άνθρωπος που πούλησε τον κόσμο» θα προβάλλεται από τις 28 Νοεμβρίου, από την Odeon.

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ