Οι γυναίκες που ακολουθούν σταθερό πρόγραμμα ύπνου, δηλαδή κοιμούνται και ξυπνούν περίπου στις ίδιες ώρες καθημερινά, εμφανίζουν μικρότερη συσσώρευση σωματικού λίπους, υποστηρίζει νέα αμερικανική μελέτη.

Μελετώντας περισσότερες από 300 γυναίκες, ηλικίας 17-26 ετών για ένα διάστημα αρκετών εβδομάδων, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Brigham Young διαπίστωσαν ότι όσες από τις εθελόντριες ακολουθούσαν ένα σταθερό μοτίβο ύπνου εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα σωματικού λίπους συγκριτικά με τις υπόλοιπες.

Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι η έλλειψη ύπνου μπορεί να οδηγήσει στη συσσώρευση περιττών κιλών, ωστόσο η σταθερότητα ως προς το πρόγραμμα ύπνου δεν είχε μέχρι σήμερα συνδεθεί με το υγιές βάρος.

«Καληνύχτα» λίπος

Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι επιστήμονες προχώρησαν σε ανάλυση της σύστασης του σώματος των εθελοντριών. Παράλληλα, έδωσαν στις συμμετέχουσες μια συσκευή για την καταγραφή των κινήσεών τους, τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας, όσο και κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Όπως αναφέρουν με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό έντυπο «American Journal of Health Promotion», οι γυναίκες που κοιμούνταν λιγότερο από 6,5 ώρες ή περισσότερο από 8,5 ώρες τη νύχτα, φάνηκε να κουβαλούν περισσότερο λιπώδη ιστό στο σώμα τους, συγκριτικά με τις υπόλοιπες.

Φάνηκε ακόμα, ότι οι γυναίκες που εμφάνιζαν αυξομείωση ως προς το μοτίβο ύπνου τους συνολικής διάρκειας 90 λεπτών, εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα λίπους στον οργανισμό τους, συγκριτικά με τις γυναίκες με χρονική διαφοροποίηση μικρότερη των 60 λεπτών.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής της μελέτης δρα Μπρους Μπέιλι, η κακή ποιότητα ύπνου μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα λίπους στον οργανισμό, καθώς επηρεάζει τις ορμόνες που σχετίζονται με την όρεξη.

«Το βιολογικό μας ρολόι »απορυθμίζεται», όταν δεν του επιτρέπουμε να ακολουθεί ένα συγκεκριμένο μοτίβο, γεγονός που επηρεάζει τον ίδιο μας τον οργανισμό» αναφέρει χαρακτηριστικά. «Υπάρχουν τρόποι για να βελτιώσει κάποιος την ποιότητα ύπνου του: μέσω της συχνής σωματικής άσκησης, της διατήρησης ήσυχων και σκοτεινών συνθηκών στον χώρο του υπνοδωματίου κατά τη διάρκεια της νύχτας, και μέσω της χρήσης του κρεβατιού μόνο για ύπνο και όχι π.χ. για παρακολούθηση τηλεόρασης».

«Ο ύπνος μας πολλές φορές θυσιάζεται κατά την προσπάθειά μας να κάνουμε περισσότερα πράγματα κατά τη διάρκεια της ημέρας και να αποδώσουμε καλύτερα σε ό,τι κάνουμε» καταλήγει ο δρ Μπέιλι.