Για τη μικρή ιστορία των ανθρώπων έχει και άλλοτε γίνει λόγος από αυτόν τον χώρο. Η αποτίμησή της βέβαια μακράν απέχει του να είναι μικρή, καθώς αναδεικνύει μέσα από προσωπικές περιπτώσεις ή περιορισμένου βεληνεκούς γεγονότα μεγάλες στιγμές της ιστορίας μας που συχνά οι συγγραφείς παραλείπουν ή αναφέρουν σε υποσημειώσεις. Μια απαρίθμηση τέτοιων γεγονότων επιχειρείται εδώ από τον πρώτο κιόλας χρόνο κατοχής της χώρας μας από τον γερμανό κατακτητή με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.
Εν αναμονή της γερμανικής επιθέσεως στη χώρα μας, από τις πρώτες ενέργειες της κυβέρνησης Κορυζή ήταν η έκδοση οδηγιών για την προστασία του άμαχου πληθυσμού «εκ των χημικών ουσιών και των εμπρηστικών βομβών». Η εγκύκλιος ξεκινούσε με την εκτίμηση πως «δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι ένας ύπουλος εχθρός θα χρησιμοποιήση και δηλητήρια». Συνέχιζε δε παρακάτω: «Η μεγαλύτερη επιτυχία του εχθρού θα ήταν να μας φοβίση και μας προκαλέση πανικόν. Δεν υπάρχει λόγος να φοβούμεθα τα δηλητήρια περισσότερον από τις βόμβες των αεροπλάνων, διότι τα γνωρίζομεν όλα και με όλες τις λεπτομέρειες και ξέρουμε να προστατευθούμε και θεραπευθούμε». Ακολουθούσαν λεπτομερείς οδηγίες για προστασία πληγέντων από υπερίτη, ασφυκτικά αέρια και πυρκαγιά.
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν με ταχύτατους ρυθμούς. Στις 6 Απριλίου, 5.15 ώρα πρωινή, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με διακοίνωση του πρεσβευτή της Γερμανίας πρίγκιπα Ερμπαχ που επεδόθη στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή ξεκινούσε η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας στη χώρα μας στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας.
Δύο εβδομάδες αργότερα, την ίδια ημέρα που ο αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου συνθηκολογούσε με τους Γερμανούς παρά τις αντίθετες διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, ο αρχιστράτηγος Παπάγος εξέδιδε από το Γενικό Στρατηγείο «λίαν επείγουσα» τηλεγραφική διαταγή προς όλες τις στρατιωτικές, αστυνομικές, διοικητικές και δικαστικές αρχές της χώρας «…όπως παραμένωσιν εις τας θέσεις αυτών μετά των υπαλλήλων των, έστω και αν εν τη περιφερεία των διεξάγωνται στρατιωτικαί επιχειρήσεις ή βομβαρδισμοί ή απειλείται υπό του εχθρού η κατάληψις της περιφερείας. Να γνωσθή εις τούτους ότι κατά τας παρούσας σοβαράς διά το Εθνος περιστάσεις έχουσιν υποχρέωσιν να μη εγκαταλείπωσι την θέσιν των, εμπνέοντες ούτω τον πανικόν εις τους πολίτας, αλλ’ οφείλουν να προκινδυνεύσωσιν χάριν του Εθνικού συμφέροντος ως εκ της ιδιότητός των ως λειτουργών του Κράτους». Για κάθε παραβάτη, προβλεπόταν εισαγωγή του στο πλησιέστερο στρατοδικείο (ΑΠ 180377, Γενικόν Στρατηγείον, Αρχιστράτηγος Α. Παπάγος).
Η χώρα σιγά-σιγά βυθιζόταν στο σκοτάδι. Τα γεγονότα της τριπλής κατοχής, γνωστά. Η συγκυβέρνηση που επέβαλε ο κατακτητής στον προεδρεύοντα της κυβέρνησης δωσιλόγων Τσολάκογλου υποχρέωνε σε έναν ιδιόρρυθμο τρόπο άσκησης της διοίκησης της χώρας. Ολες οι υπηρεσίες του κράτους όφειλαν να απευθύνονται στον ίδιο τον Τσολάκογλου και μόνο με υπογραφή του τελευταίου να φτάνουν τα σχετικά έγγραφα στον πληρεξούσιο του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα.
Ιδού μερικά από αυτά:
«Εστιατόριον του Υπαλλήλου»
Η ίδρυσή του οφειλόταν στον Μεταξά και στον υπουργό Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως Ηλία Κριμπά «…ίνα εύρη ο υπάλληλος την ευχάριστον οικογενειακήν ατμόσφαιραν και θαλπωρήν, και τούτο με την μικροτέραν δυνατήν δαπάνην», όπως αναφερόταν σε ανακοίνωση του ΠΙΚΠΑ με ημερομηνία 31 Ιανουαρίου 1940. Η ανακοίνωση έκανε γνωστή την έναρξη λειτουργίας του εστιατορίου επί της οδού Εμμ. Μπενάκη και Πανεπιστημίου το Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 1940 και ώρα 1 το μεσημέρι. Προοριζόταν αποκλειστικά για δημοσίους υπαλλήλους, με απλή επίδειξη της υπηρεσιακής τους ταυτότητας. Το εστιατόριο λειτουργούσε υπό την εποπτεία Εφορευτικής Επιτροπής στην οποία συμμετείχαν υπάλληλοι διαφορετικών υπουργείων (από το ΥΠΕΞ συμμετείχε ο Κ. Βενετσάνος, τμηματάρχης).
Οι απολυμένοι του Τύπου


Ζήτημα προέκυψε με τους απολυμένους δημοσιογράφους και εργάτες του Τύπου, τα επιδόματα των οποίων… κατακρατήθηκαν από τους «…μεγαλοπαρόχως αποζημιωθέντας διευθυντάς και ιδιοκτήτας των κλεισθέντων εφημερίδων» επί τη βάσει του Ν. 465/41. Σε αυστηρό έγγραφό του προς τον γενικό διευθυντή Τύπου και Ραδιοφωνίας Χατζημανώλη, ο ακόλουθος Τύπου της γερμανικής πρεσβείας δρ Χέρμπερτ Σβαίρμπελ διαμαρτυρόταν για τη στάση των ιδιοκτητών που απολάμβαναν «πριγκιπικά εισοδήματα και αρίστας θέσεις» έχοντας καταδικάσει «εις ανεργίαν εκατοντάδες αθώους εργάτες του Τύπου» (8 Νοεμβρίου 1941).
Η διάσωση της Γενναδείου


Ο γενικός διευθυντής Τύπου και Ραδιοφωνίας Κλ. Μπουλαλάς απηύθυνε έκκληση στον Τσολάκογλου να αποσπάσει δύο ειδικούς επιστήμονες στη Γεννάδειο η οποία εθεωρείτο αμερικανική ιδιοκτησία και παρέμενε ακέφαλη μετά την αναχώρηση των διπλωματικών και προξενικών υπαλλήλων της εδώ πρεσβείας των ΗΠΑ (ΑΠ 1827/Α, 9 Ιουλίου 1941).
Δεν συνεμορφώθησαν


Στις 3 Ιουλίου 1941 με έγγραφό του στην ελληνική και στη γερμανική γλώσσα ο Τσολάκογλου έψεγε το υπουργείο Εσωτερικών διότι «…δεν εξετελέσθησαν αι διαταγαί περί μετονομασίας πλατειών και οδών ων τα ονόματα δεν είναι συμπαθή εις τας Αρχάς Κατοχής». Κατέληγε δε: «Προς τούτο έχομεν την τιμήν να επιστήσωμεν την προσοχήν υμών όπως επιβλέψητε ίνα εις απάσας τας πόλεις και κωμοπόλεις της Ελλάδος απαλειφθώσιν αι ασυμπαθείς ονομασίαι»! (ΑΠ 3247).
Η ομιλία του Ρούζβελτ


Από αλληλογραφία μέσα στον Νοέμβριο του 1941 μεταξύ Τσολάκογλου και Αλντεμπουργκ διαφαίνεται η αγωνία των Γερμανών να διαψεύσουν τον αμερικανό πρόεδρο Ρούζβελτ που σε λόγο του την 28η Οκτωβρίου αναφέρθηκε σε μυστικό χάρτη του Γ’ Ράιχ που καταργούσε τα 14 κράτη της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής, μετατρέποντάς τα σε 5 υποχείρια κράτη. Ταυτόχρονα αποκαλυπτόταν σχέδιο του Χίτλερ να καταργήσει όλες τις θρησκείες, να δημεύσει τις περιουσίες των εκκλησιών, να καταργήσει τον Σταυρό και όλα τα θρησκευτικά σύμβολα, να κλείσει σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως όλους τους κληρικούς και να επιβάλει μια διεθνή Εθνικοσοσιαλιστική Εκκλησία «όπου θα ετελετούργουν ρήτορες, αποστελλόμενοι υπό του Ράιχ, αντί της Αγίας Γραφής θα επεβάλλετο ο Αγών του Φύρερ εις θέσιν Αγίας Γραφής και ο Σταυρός του Χριστού θα αντικαθίστατο υπό του Αγκυλωτού και της σπάθης» (ΑΠ Ε 1033). Στην απάντησή του ο Τσολάκογλου ανέφερε ότι «ουδεμίαν έσχεν αμφιβολία» για την ορθότητα ή μη των «αφελώς ανακοινωθέντων» υπό Ρούζβελτ.

Η εξόριστη κυβέρνηση
«Περί μέτρων αμύνης της Οικονομίας»

«Περί μέτρων αμύνης της Οικονομίας της χώρας κατά πράξεων του εχθρού». Με τον τίτλο αυτό δημοσιεύθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1941 στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», που εξακολουθούσε να εκδίδεται από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στο Λονδίνο, Νόμος με σκοπό «να περιφρουρήση τον Εθνικόν πλούτον της Ελλάδος κατά των αρπακτικών διαθέσεων του εχθρού αποσκοπούντων εις τον σφετερισμόν του ελληνικού πλούτου και την αποστράγγισιν της οικονομικής ζωτικότητος της χώρας».
Ανάμεσα στις βασικότερες διατάξεις συμπεριλαμβάνονταν:
1. Η απαγόρευση στους Ελληνες παροχής οιασδήποτε υπηρεσίας στον εχθρό.
2. Η απαγόρευση σύναψης οιασδήποτε συμφωνίας για τη μεταβίβαση στον εχθρό δικαιώματος ιδιοκτησίας ή οιουδήποτε άλλου εμπράγματου δικαιώματος.
3. Η απαγόρευση αγοραπωλησίας «εις τον εχθρόν ακινήτου εν Ελλάδι ανήκοντος εις Ελληνας ή υπηκόους Συμμάχων κρατών». Το αυτό ίσχυε και επί κινητής περιουσίας.
4. Η απαγόρευση σε τράπεζες και εταιρείες να παραχωρούν περιουσιακά στοιχεία «ή και να επιτρέπουν εις τον εχθρό δικαίωμα ελέγχου επί των εργασιών των».
Επιπλέον, ο ίδιος Νόμος προέβλεπε την ακύρωση καθεμιάς εκ των προαναφερομένων πράξεων που στο μεταξύ είχαν συνομολογηθεί με τους γερμανούς κατακτητές. Κατέληγε δε ως εξής: «Διά του Νόμου τούτου η Ελληνική Κυβέρνησις ελπίζει να τεθή φραγμός εις την λεηλασίαν του δημοσίου και ιδιωτικού πλούτου και εις τας κερδοσκοπικάς ενεργείας μερικών ασυνειδήτων οι οποίοι επωφελούνται της εν Ελλάδι καταστάσεως διά να αποκομίσουν παράνομα οφέλη» (ΑΠ 4093, 12 Νοεμβρίου 1941). Στο άνω σημείο του εγγράφου με ιδιόχειρη σημείωσή του ο έλληνας πρεσβευτής στο Λονδίνο έδινε οδηγίες προκειμένου «να γίνη ευρεία δημοσιογραφική και ραδιοφωνική χρήσις των κατωτέρω προς διαφώτισιν κατά το δυνατόν του ελληνικού λαού». Αλλοι καιροί, ομολογουμένως…

Τσολάκογλου
«Θα μετανοήσουν πικρώς…».
Η απειλή εκτοξευόταν σε βάρος των έντιμων Ελλήνων, δημοσίων λειτουργών που αρνούμενοι να συμμορφωθούν στις υποδείξεις Τσολάκογλου «από αισθηματολογίαν» απείχαν της ευσυνείδητης (κατά τον ίδιο) επιτέλεσης των καθηκόντων τους, ήτοι της προσχώρησής τους στις εντολές του Ράιχ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Τσολάκογλου ζητούσε από πάνω και την έγκριση του επιτετραμμένου της γερμανικής πρεσβείας Kurt von Graevenitz προτού το δημοσιεύσει και για «τυχόν τροποποιήσεις» (ΑΠ Ε/293/Ι/1, 29 Ιουλίου 1941). Στη φωτογραφία ο Τσολάκογλου υπογράφει τη συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ