ΤΟ ΒΗΜΑ – Le Monde
Η σκηνή είναι πλέον καθημερινή στη Βραζιλία, σχεδόν συνηθισμένη. Εκατοντάδες άνθρωποι διαδηλώνουν εκφράζοντας την δυσαρέσκειά τους, προτού διαλυθούν από τα δακρυγόνα που πέφτουν βροχή στις συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες μασκοφόρων και στην πάντα βίαιη βραζιλιάνικη αστυνομία. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, την Δευτέρα 21 Οκτωβρίου, ο κόσμος διαδήλωνε κατά της δημοπρασίας ενός θαλάσσιου κοιτάσματος πετρελαίου. Οι καθηγητές της δημόσιας εκπαίδευσης, σε απεργία επί 79 ημέρες, ψήφισαν μόλις την περασμένη Πέμπτη την επιστροφή στα μαθήματα. Οι τραπεζικοί υπάλληλοι κάνουν στάσεις εργασίας εδώ και εβδομάδες. Ακόμη και τα μέλη της στρατιωτικής αστυνομίας διαδήλωσαν ζητώντας αυξήσεις στους μισθούς.
Ο μακρύς κατάλογος των διαδηλώσεων εκφράζει καλά το ταραγμένο κοινωνικό κλίμα. «Η δύναμη της πολιτικής δημιουργίας έχει στερέψει», λέει ο Βλαντίμιρ Σαφάτλ, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. «Η κατάσταση είναι μοναδική, εντελώς νέα από το τέλος της δικτατορίας ( 1964-1985). Ζούμε μια κρίση εκπροσώπησης, όπου τα κόμματα δεν αντιλαμβάνονται το επίπεδο της δυσαρέσκειας του πληθυσμού. Αυτή η πολιτική ανικανότητα οδηγεί σε διαμαρτυρίες και ριζοσπαστικοποίηση».
Στην πρώτη γραμμή είναι η πρόεδρος Ντίλμα Ρούσεφ. Μετά από δυόμισι χρόνια στην εξουσία, η διάδοχος του Λούλα έχει ματατραπεί ξαφνικά σε εξιλαστήριο θύμα, σε στόχο της αποδοκιμασίας που εξέφρασαν σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι στην κορύφωση της εξέγερσης.
Σε ελεύθερη πτώση στις δημοσκοπήσεις, η Ρούσεφ προσπάθησε να επιβάλει μια τεράστια μεταρρύθμιση σε ένα πολιτικό σύστημα που έχει γίνει για την πλειοψηφία των διαδηλωτών αφόρητο σύμβολο διαφθοράς και πελατειακού κράτους. Η μεταρρύθμιση ματαιώθηκε εν τη γενέσει της από μια ισχυρή πλειοψηφία βουλευτών και γερουσιαστών. Η πρόεδρος υποσχέθηκε να επιστρέψει σε αυτή μετά τις προεδρικές εκλογές του 2014, αλλά ακόμα και μέσα στο κόμμα της (Κόμμα των Εργατών, PT), ακούστηκαν φωνές εναντίον μιας τέτοιας περιπέτειας.
Στις αρχές Ιουλίου, η πρόεδρος εγκαινίασε το πρόγραμμα «Περισσότεροι γιατροί», το οποίο περιλαμβάνει την ανάπτυξη πολλών εκατοντάδων γιατρών από το εξωτερικό και σχεδόν 3.500 Κουβανών στις φτωχότερες περιοχές της Βραζιλίας, όπου αρνούνται να εγκατασταθούν Βραζιλιάνοι γιατροί. Αν και θεωρήθηκε σαν μια πρώτη απάντηση στην εξέγερση του Ιουνίου, η οποία ξεσκέπασε τις ανεπάρκειες στην δημόσια Υγεία, στις δημόσιες συγκοινωνίες και στην εκπαίδευση, στην πραγματικότητα η πρωτοβουλία είχε προετοιμαστεί αρκετούς μήνες πριν από το ξέσπασμα της εξέγερσης.
Οταν οι ανώτατες αρχές υπενθύμισαν ότι όλα τα έσοδα από τα δικαιώματα που προκύπτουν από την πώληση του μεγαλύτερου κοιτάσματος πετρελαίου στη Βραζιλία θα διατεθούν για την Παιδεία (75 %) και για την Υγεία (25 %) , δεν διευκρίνισαν ότι η κατανομή αυτή είχε αποφασιστεί πριν από το 2013. Κατόπιν τούτων, η δημοτικότητα της προέδρου ανέκαμψε λίγο στις δημοσκοπήσεις φτάνοντας στο 38%, πολύ κάτω από το 58% που συγκέντρωνε πριν από την έναρξη της κοινωνικής αναταραχής.
Ακόμα και έτσι, αν γίνονταν προεδρικές εκλογές σήμερα η Ρούσεφ θα τις κέρδιζε, σε όλα τα ενδεχόμενα σενάρια. Αλλά οι περισσότεροι παρατηρητές προβλέπουν μια πιο ανοιχτή κούρσα μετά την ανακοίνωση στις 6 Οκτωβρίου της συμμαχίας μεταξύ του Εντουάρντο Κάμπος, αρχηγού του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Βραζιλίας (PSB), και της Μαρίνας Σίλβα, που τερμάτισε δεύτερη στις προεδρικές εκλογές του 2010, και της οποίας η υποψηφιότητα στις εκλογές του 2014 παρεμποδίστηκε από την άρνηση της Δικαιοσύνης να νομιμοποιήσει το πολιτικό κόμμα της. Και οι δύο ηγέτες είναι πρώην μέλη σε κυβερνήσεις συνασπισμού του Λούλα.
Το PT δημιουργήθηκε το 1980 και, για πρώτη φορά, δεν βρίσκεται στο πλευρό «ενός κοινωνικού κινήματος, αλλά από την άλλη πλευρά του δρόμου», λέει ο Φερνάντο ντε Μπάρος ε Σίλβα, διευθυντής του περιοδικού Piaui. «Το μοναδικό πραγματικά δημοφιλές κόμμα που έχει δει η Βραζιλία», προσθέτει, «έχει μεταμορφωθεί σε εκπρόσωπο του κατεστημένου, εναντίον του οποίου εξεγείρονται οι άνθρωποι σήμερα».