Οπως έγινε γνωστό πριν από λίγες ημέρες, η Ελλάδα θα βρίσκεται μέχρι το… 2040 υπό επιτήρηση από την Ε.Ε. σύμφωνα με τη νέα κοινοτική νομοθεσία, καθώς, για να διασφαλιστεί η δημοσιονομική πορεία της χώρας πρέπει να κηδεμονεύεται ως την εξόφληση του 75% των δανείων της! Ετσι, το 2040, προκύπτει πλέον ως το νέο έτος τερματισμού της επιτήρησης φυσικά με τη λογική ότι όλα θα πάνε όπως είναι σχεδιασμένα.
Καλά όλα αυτά. Να τα δεχθούμε, όπως “δεχθήκαμε” και τις δανειακές συμβάσεις, τα μνημόνια και τα λάθη τους, που, ας μην το ξεχνάμε, σύμφωνα με τους ίδιους τους δανειστές έπεσαν έξω και οδήγησαν την Ελλάδα σε ακόμα πιο βαθύ γκρεμό. Εστω όμως ότι αυτός ο σχεδιασμός για την επιτήρηση ως το 2040 έγιινε σωστά, από τους σύγχρονους… Αινστάιν της Ευρώπης. Δεν αναρρωτήθηκαν όμως για κάτι βασικό: άραγε, το 2040, θα υπάρχει η “ενωμένη” Ευρώπη όπως την ξέρουμε σήμερα για να ασκεί επιτηρήσεις;
Οπως δείχνουν συνεχώς οι μετρήσεις της ευρωπαικής κοινής γνώμης τα δύο τελευταία χρόνια η εμπιστοσύνη των πολιτών των κρατών μελών σε αυτή έχει καταρρεύσει: οι βόρειοι δεν θέλουν τους νότιους γιατί πιστεύουν ότι τους έχουν φορτωθεί στην πλάτη και οι νότοιοι τους βόρειους γιατί πιστεύουν ότι τους έχουν φορτωθεί στο σβέρκο, ενώ όλοι μαζί είναι πλέον κατά πλειοψηφεία συστηματικα ευρωσκεπτικιστές – για πρώτη φορά. Αυτό πολλοί το υποεκτιμούν ενώ δεν θα έπρεπε: ας θυμηθούν ότι σε συνθήκες που σε σχέση με σήμερα μοιάζουν παραδεισένειες, ο γαλλικός λαός – και όχι μόνον αυτός – είχε απορρίψει το “ευρωπαικό σύνταγμα”. Κια ς πεειμένουν τις ευρωεκλογές σε λίγους μήνες να δουν την έκφραση της δυσαρέσκιας των πολιτών της Ευρώπης,, που δεν θα έχει προηγούμενο.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο στη γκρίζα ζώνη: να είναι και να μην είναι ομοσπονδία, να έχει και να μην έχει πολιτική ένωση, ενώ έχει κοινό νόμισμα. Αν θέλει να επιβιώσει, θα πρέπει να προχωρήσει. Ομως είναι πολύ δύσκολο, αν όχι εντελώς αδύνατο, οι λαοί της σημερινής Ευρώπης να αποδεχθούν στο σύνολό τους είτε δια δημοψηφισμάτων είτε δια κοινοβουλευτικών κυρώσεων την πορεία προς μία πλήρη ενοποίηση. Και κάτι τέτοιο δεν γίνεται χωρίς αυτούς, από τους διαφόρους διορισμένους μανδαρίνους των Βρυξελλών.
Πίσω φυσικά από όλα αυτά, κυριαρχεί το ζήτημα της πραγματικής οικονομικής κατάστασης των κρατών μελών: από την ώρα που οι αποκλίσεις έχουν γίνει τόσο μεγάλες και που η Γερμανία έχει επιλέξει να ασκεί πλήρη ηγεμονισμό πλην του σκέλους του να σηκώνει το κόστος που πάντοτε τον συνοδεύει, το ρήγμα είναι πλέον μονόδρομος. Με άλλα λόγια, αυτό που αισθάνονται σήμερα οι λαοί, εκ των πραγμάτων, θα αναγκαστούν να το υιοθετήσουν και κάποιες, τουλάχιστον, κυβερνήσεις στα επόμενα χρόνια.
Αν θέλουν λοιπόν οι σχεδιαστές του ευρωπαικού μέλλοντος να φτάσουν ως το… 2040 και να ασκούν επιτηρήσεις, ας φροντίσουν να αλλάξουν αμέσως πλεύση: “Ενωση” με τόσο σκληρό και ανελαστικό νόμισμα σε οικονομίες που δεν το αντέχουν και με έξωθεν πολιτική επιβολή, δεν πάει μακριά. Εχει ορίζοντα είναι πολύ βραχύτερο.