Ξεκινούν επισήμως το μεσημέρι της Τετάρτης οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του μπλοκ των Χριστιανοδημοκρατών / Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) και των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) για τον σχηματισμό κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» στην Γερμανία.
Η διαπραγμάτευση θα αρχίσει στα κεντρικά γραφεία του CDU στο Βερολίνο υπό τους αρχηγούς των τριών κομμάτων –Άνγκελα Μέρκελ, Χορστ Ζεεχόφερ και Ζίγκμαρ Γκάμπριελ– και θα ακολουθήσουν οι συναντήσεις των ομάδων εργασίας, οι οποίες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των κομμάτων, θα ολοκληρωθούν λίγο πριν από τα Χριστούγεννα.
Ο αρχηγός του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ανέφερε ότι στόχος είναι να έχει σχηματιστεί κυβέρνηση πριν από το τέλος του έτους, ενώ εκτίμησε ότι παρά τις διαφωνίες, είναι πολύ πιθανό να επιτευχθεί τελικά συμφωνία. «Εφόσον αρχίζεις διαπραγματεύσεις, το κάνεις με στόχο την επιτυχή κατάληξη», πρόσθεσε.
Το SPD προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις με λίστα δέκα «αδιαπραγμάτευτων» σημείων, ο οποίος καταρτίστηκε στο πλαίσιο του μίνι-Συνεδρίου του την περασμένη Κυριακή και δεν αποκλείεται να αποτελέσει αιτία ακόμη και εμπλοκής στις προσπάθειες επίτευξης συναίνεσης.
Βασικό σημείο των διεκδικήσεων των Σοσιαλδημοκρατών αποτελεί η θέση υπέρ της εισαγωγής υποχρεωτικού κατώτατου μισθού 8,50 ευρώ ανά ώρα σε ομοσπονδιακό επίπεδο σε άνδρες και γυναίκες, ενώ στα δέκα σημεία περιλαμβάνονται επίσης οι επενδύσεις στις υποδομές και την παιδεία και η κοινή στρατηγική για την ώθηση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.
Αμέσως μετά τις εκλογές οι Χριστιανοδημοκράτες έσπευσαν να απορρίψουν το αίτημα για τον κατώτατο μισθό, με το επιχείρημα ότι θα οδηγήσει σε μεταφορά επιχειρήσεων εκτός συνόρων, κυρίως στην Τσεχία και στην Πολωνία και, επομένως, σε απώλεια θέσεων εργασίας.
Ο βασικός επικριτής της πρότασης, Χορστ Ζεεχόφερ, δήλωσε ωστόσο πρόσφατα ότι «εφόσον η εφαρμογή του κατώτατου μισθού γίνει κατά τρόπο ο οποίος θα εγγυάται ότι δεν θα χαθούν θέσεις εργασίας, μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία».
Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν μάλιστα ότι CDU και CSU θα «δώσουν» τον κατώτατο μισθό, με στόχο να διατηρήσουν τους φόρους στα σημερινά επίπεδα και να μην αυξήσουν τους συντελεστές από το 42% στο 49% για τους πιο εύπορους Γερμανούς, όπως ζητούν οι Σοσιαλδημοκράτες. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το ζήτημα της φορολογίας απουσιάζει εντελώς από τα «10 σημεία» του SPD.
Μεταξύ των ζητημάτων που θα τεθούν σε διαπραγμάτευση είναι ακόμη τα κοινωνικά επιδόματα για μητέρες, αλλά και η εισαγωγή διοδίων για τους ξένους οδηγούς που χρησιμοποιούν τους γερμανικούς αυτοκινητόδρομους. Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας κ. Ζεεχόφερ ήταν εκείνος που έθεσε προεκλογικά το ζήτημα και έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι δεν σκοπεύει να το αποσύρει. Σημαντικότερα ωστόσο ζητήματα, όπως η ενεργειακή μεταρρύθμιση και οι οικονομικές σχέσεις κυβέρνησης-κράτους, αναμένεται να απασχολήσουν τις ομάδες εργασίας πολύ περισσότερο.
Η ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας εκτιμάται ότι θα συγκεντρώσει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον των Σοσιαλδημοκρατών στις διαπραγματεύσεις, ενώ απασχολεί και όλη την υπόλοιπη Ευρώπη.
Εκτός από το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές στην γερμανική προσέγγιση, είναι ήδη αισθητές οι καθυστερήσεις στην λήψη αποφάσεων. Οι Σοσιαλδημοκράτες συντάχθηκαν προεκλογικά με τους κυβερνώντες Χριστιανοδημοκράτες κατά ενός νέου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους, επιμένουν ωστόσο να απορρίπτουν τον ρόλο του ΕΜΣ στην απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τάσσονται υπέρ της επιβολής φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και ζητούν ένα επενδυτικό πρόγραμμα στα πρότυπα του Σχεδίου Μάρσαλ για τις χώρες της Ευρωζώνης που τελούν υπό κρίση.
Σε αυτό το πλαίσιο αποκτά ιδιαίτερη σημασία και το πρόσωπο του νέου υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει ταυτιστεί προσωπικά με την εφαρμοζόμενη πολιτική και η Άνγκελα Μέρκελ θα θεωρήσει «ήττα» ενδεχόμενη απομάκρυνσή του, υπό την πίεση των Σοσιαλδημοκρατών που θέλουν με την αντικατάστασή του να σηματοδοτήσουν την αλλαγή πολιτικής.
Ανάμεσα στα θέματα που θα περιληφθούν στην προγραμματική συμφωνία είναι ακόμη τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, θέμα στο οποίο τόσο η καγκελάριος όσο και ο Χ. Ζεεχόφερ δεν φαίνονται διατεθειμένοι να δεχθούν σημαντικές παραχωρήσεις, κυρίως όταν πρόκειται για το δικαίωμα στην υιοθεσία. Ούτως ή άλλως το θέμα έχει τεθεί ενώπιον του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου και όλες οι πολιτικές δυνάμεις προτιμούν να λυθεί σε αυτό το επίπεδο.
Το τελικό σχέδιο συμφωνίας θα τεθεί πάντως στην κρίση των 472.000 μελών του SPD, τα οποία, με επιστολική ψήφο, θα κληθούν να το εγκρίνουν ή να το απορρίψουν μετά την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων. Για να είναι έγκυρη η διαδικασία απαιτείται η συμμετοχή του 20% των μελών.
Στο μεταξύ δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για «κενό εξουσίας» στην Γερμανία, καθώς η κρατική μηχανή λειτουργεί κανονικά, ενώ εάν προκύψει κάποιο έκτακτο ζήτημα όσο ακόμη υπάρχει υπηρεσιακή κυβέρνηση, τις αποφάσεις θα λάβουν οι αρχηγοί των κομμάτων που διεξάγουν τις διαπραγματεύσεις.