Εχω μιλήσει με πολλούς ντιζάινερ, αλλά στην περίπτωση της Κονστάνς Γκισέ κοντοστάθηκα. Οχι μόνο γιατί το όνειρο και η απόδραση παραμονεύουν σε όλα όσα σχεδιάζει, αλλά και γιατί διαθέτει έναν ιδιαίτερα οργανωμένο και ρέοντα λόγο. Επειτα από σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων, οικονομικών και πολιτιστικής διαχείρισης, η Γκισέ ανέλαβε το 2003 το μάνατζμεντ του γραφείου των ξακουστών ντιζάινερ, αδελφών Μπουρουλέκ. Σύντομα γοητεύτηκε από το ντιζάιν, και παρ’ ότι εργαζόμενη, βρήκε τον χρόνο να το σπουδάσει. Εξι χρόνια αργότερα, αποχωρώντας από τους Μπουρουλέκ, αναδύθηκε ως μια πλήρως σχηματισμένη υπερταλαντούχα ντιζάινερ με δημιουργίες που σαφώς υπόσχονται πολλά.
Σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων και ντιζάιν, δύο φαινομενικά ασύμβατοι τομείς. Τροφοδότησε ποτέ ο ένας τον άλλον; «Κάτι που μαθαίνεις στις θεωρητικές σπουδές είναι η σύνθεση –και το έργο του ντιζάινερ είναι πάντα η σύνθεση: πρέπει συνέχεια να κάνω επιλογές, να βρίσκω τη σωστή ισορροπία και να τα βάζω όλα σε ένα δημιούργημα. Μου είναι πιο εύκολο λόγω των αρχικών σπουδών μου να κάνω τις ιδέες μου σαφείς. Οταν φτιάχνεις κάτι, προσπαθείς να βάλεις μέσα του πάρα πολλές ιδέες και εκεί χάνεις τη δεξιότητα να δημιουργείς μια ισορροπημένη σύνθεση –αν όμως έχεις εκπαιδευτεί σε αυτό, είναι πιο εύκολο. Είναι ένα είδος γυμναστικής του νου».
Σε αυτή τη «γυμναστική» ποια όργανα χρησιμοποιείτε; «Πιστεύω ότι δεν μπορούμε να ζούμε μόνο με εργαλεία, δεν είμαστε μόνο ορθολογικά όντα. Τα συναισθήματα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και εργαζόμαστε. Είναι πολύ σημαντικό τα αντικείμενα που σχεδιάζω να υποβάλλουν κάποιο συναίσθημα. Θέλω να επαναφέρω στη ζωή μας το όνειρο, την έκπληξη, την απλότητα».
Πώς επιτυγχάνεται το όνειρο στον σχεδιασμό ενός αντικειμένου; «Πραγματικά παλεύω ενάντια στην τεχνολογική παρουσία –η κατασκευαστική λεπτομέρεια πρέπει να είναι ενσωματωμένη στα αντικείμενα. Αν θέλεις ο κόσμος να μπορεί να ονειρευτεί με αφορμή ένα αντικείμενο, δεν πρέπει να φαίνεται ο τρόπος με τον οποίο φτιάχτηκε. Αν προβάλλεις τη δεξιότητα στην κατασκευή του, δεν αφήνεις τον χρήστη να «ξαπλώσει επάνω του» και να ονειρευτεί. Τα χρώματα, αλλά κυρίως η υφή, αποτελούν επιπλέον δρόμους προς το όνειρο. Ενα αντικείμενο που σε προκαλεί να το αγγίξεις έχει μια αισθησιακή, σχεδόν ερωτική διάσταση –κάτι πολύ σημαντικό για μένα».
Σας ενδιαφέρει η θεατρική διάσταση στο ντιζάιν; «Μου αρέσει όταν κοιτάζω τις φωτογραφίες των αντικειμένων μου ή όταν τα παρουσιάζω να τα κάνω να συμπεριφέρονται λες και είναι χαρακτήρες. Μια θεατρική παράσταση, όμως, ξεκινάει στις 8.00 το βράδυ και τελειώνει στις 9.30. Ενα αντικείμενο που ζει μαζί σου δίνει καθημερινές παραστάσεις, οπότε είναι πολύ πιο δύσκολο να λες ψέματα για αυτό. Πρέπει να είσαι αληθινός. Αυτή την περίοδο σχεδιάζω τα εσωτερικά της αλυσίδας ξενοδοχείων Accor και αισθάνομαι ότι πρόκειται για μια ενδιάμεση κατάσταση:
οι πελάτες δεν κάθονται για πολύ, οπότε υπάρχει μια αίσθηση θεατρικής παράστασης, αλλά την ίδια στιγμή υπάρχει και μια πραγματικότητα».
οι πελάτες δεν κάθονται για πολύ, οπότε υπάρχει μια αίσθηση θεατρικής παράστασης, αλλά την ίδια στιγμή υπάρχει και μια πραγματικότητα».
Διάβασα ότι ο παππούς σας ήταν εφευρέτης και κατασκευαστής. Πόσο σας επηρέασε αυτό; «Ο παππούς μου ήταν ένας εφευρέτης αγροτικών μηχανών. Μία από τις εφευρέσεις του ήταν ένα μηχάνημα που φύτευε σπόρους διαδοχικά σε πολύ μικρές ζώνες. Τον θυμάμαι καλά. Στα οκτώ μου, μου αγόρασε ένα τραπέζι –νομίζω το ζήτησα η ίδια –στο οποίο καθόμουν συνέχεια και έφτιαχνα ξύλινα πράγματα με τα χέρια μου. Οι γονείς μου κοιτούσαν έκπληκτοι, δεν συνηθίζεται ένα μικρό κορίτσι να παίζει με ξύλα. Στα έντεκα, μου πήραν ένα πριόνι με κορδέλα, που το έχω ως σήμερα. Οταν ήμουν πολύ νεότερη, έψαχνα ένα επάγγελμα που να συνδυάζει διανοητική και χειρωνακτική εργασία. Και όταν αποφάσισα να γίνω ντιζάινερ, κατέληξα ότι θέλω να ασχοληθώ με την ίδια τη δημιουργία. Αγαπούσα την τέχνη, αλλά δεν ήμουν έτοιμη να γίνω εικαστικός –το ντιζάιν ήταν η τέλεια λύση ώστε να συνδυάσω την επιθυμία για τέχνη, αλλά και την ικανότητα και το πάθος μου να φτιάχνω πράγματα».
Υπάρχει μια κόκκινη γραμμή που διαχωρίζει το ντιζάιν από το έργο τέχνης; «To ντιζάιν συνδέεται με την τέχνη, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, το όριο που τα διαχωρίζει δεν μου είναι σαφές. Τα αντικείμενα φτιάχνονται για να χρησιμοποιούνται, αυτή είναι η διαφορά τους. Μετά, βέβαια, μπορεί να εκτίθενται σε γκαλερί και ακολούθως να ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές, ωστόσο υποδύονται τα έργα τέχνης, δεν είναι έργα τέχνης. Και εγώ δεν είμαι καλλιτέχνης».
Υπάρχει κάποιο μέρος το οποίο θα θέλατε να επισκεφθείτε; «Θα ήθελα να μπορούσα να δω την τέχνη, τη ζωγραφισμένη 32.000 χρόνια πριν, στα τοιχώματα του σπηλαίου Σοβέ. Για εμένα το μέρος αυτό είναι μυθικό επειδή πολλά από τα στοιχεία της πρόσφατης ιστορίας της τέχνης βρίσκονται εκεί. Το να κοιτάμε την τέχνη του μακρινού παρελθόντος μάς κάνει να νιώθουμε πιο ταπεινοί. Σήμερα επαναλαμβάνουμε όσα γίνονταν 20 χρόνια πριν, αλλά μπορείτε να φανταστείτε ότι στην περίπτωση του σπηλαίου μιλάμε για χιλιάδες χρόνια πριν; Είμαστε εκπαιδευμένοι να κάνουμε τα ίδια και την ίδια στιγμή προοδεύουμε διαρκώς».
Πιστεύετε ότι οι δημιουργίες σας ταιριάζουν μόνο σε έναν μινιμαλιστικό χώρο; «Οταν ξεκίνησα τον σχεδιασμό των εσωτερικών της ξενοδοχειακής αλυσίδας Accor, έβαλα μέσα όλα τα αντικείμενα που έχω σχεδιάσει και το αποτέλεσμα ήταν πολύ περίεργο. Απεναντίας, τα ίδια αντικείμενα στην έκθεση σε Καθεδρικό Ναό του 17ου αιώνα στη Μαγέν της Βορειοδυτικής Γαλλίας εντάχθηκαν επιτυχώς στον ισχυρό ιστορικό χαρακτήρα του κτιρίου. Οταν βλέπω τα αντικείμενά μου σε διαμερίσματα φίλων, πιστεύω ότι εναρμονίζονται πλήρως και ας έχουν την τάση να ξεχωρίζουν με τα χρώματά τους. Νομίζω ότι μπορούν να σταθούν και σε μινιμαλιστικούς και σε πιο κλασικούς χώρους. Θα έλεγα ότι αυτό διευκολύνεται επειδή διαθέτουν τρόπον τινά κλασικά γνωρίσματα».
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ