Πριν από 34 χρόνια η Κριστιάνε Φ., η πιο διάσημη τοξικομανής της Γερμανίας, πέρασε στην ιστορία χάρη σε ένα κλασικό πλέον αυτοβιογραφικό βιβλίο και τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη. Τώρα, σε ηλικία 51 ετών, δηλώνει ακόμη εθισμένη στις ουσίες. Και επιστρέφει στο προσκήνιο με ένα νέο βιβλίο-μαρτυρία.
Τα μάτια της είναι βαμμένα με προσοχή. Οι μπότες της καλογυαλισμένες και τα ρούχα της καθαρά και σιδερωμένα. Μόνο τα χέρια της την προδίδουν: είναι καλυμμένα με μικρά σημάδια, πληγές από βελόνες.
Η Κριστιάνε Φελσέρινοου βρίσκεται σε μια συνάντηση στα γραφεία του εκδοτικού οίκου Levante στο Βερολίνο, ο οποίος θα εκδώσει τη συνέχεια της βιογραφίας της. Το βιβλίο «Christian F. –Wir Kinder vom Bahnhof Zoo» (στα ελληνικά «Κριστιάνε Φ., 13, πόρνη και τοξικομανής») που εκδόθηκε το 1979 και η ταινία του Ούλριχ Εντελ που ακολούθησε την έκαναν τη διασημότερη χρήστρια ηρωίνης της Γερμανίας.
Η ιστορία της σημείωσε ρεκόρ πωλήσεων όταν εκδόθηκε και έριξε για πρώτη φορά φως στον συγκλονιστικό κόσμο του Δυτικού Βερολίνου, όπου μια μερίδα νέων βυθιζόταν σε μια άβυσσο από ναρκωτικά και αλκοόλ. Η Κριστιάνε μετακόμισε από το μικρό χωριό στο Βερολίνο.
Η μητέρα της αδιαφορούσε για εκείνη και ο πατέρας της ήταν αλκοολικός. Στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών κάπνισε χασίσι για πρώτη φορά, στα 13 της είχε ήδη εθιστεί στην ηρωίνη, στα 15 άρχισε να εκδίδεται. Η οικογένειά της διαλύθηκε και εκείνη πήγε να ζήσει στην εξοχή, κοντά στην αυστηρή γιαγιά της. Η ευκαιρία για μια νέα αρχή; Μάλλον όχι, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι παραμένει εθισμένη στα ναρκωτικά ως και σήμερα.
«Δεν μπορώ να ξεκόψω»
Η απόφαση της Φελσέρινοου να διηγηθεί εκ νέου την ιστορία της φαντάζει περίεργη. Πρόκειται μήπως για μια προσπάθεια να προειδοποιήσει τον κόσμο για τα ναρκωτικά και τις τρομερές επιπτώσεις τους; «Οχι» απαντά η ίδια. «Δεν θέλω να στείλω κάποιο μήνυμα στους νέους, παρά μόνο να πω τι έγινε από τη δική μου οπτική γωνία».
Χρειάστηκαν τρία χρόνια για να ολοκληρωθεί το νέο της βιβλίο, στη διάρκεια των οποίων συνεργάστηκε με τη συγγραφέα Σόνια Βούκοβικ, ηχογραφώντας συζητήσεις και προσπαθώντας να συναρμολογήσει το παζλ των αναμνήσεών της. «Οταν είσαι πρεζάκι, τους εξαπατάς όλους, αλλά κυρίως τον εαυτό σου» αναφέρει μιλώντας για τον εαυτό της.
«Αυτό που με εκνευρίζει περισσότερο από όλα είναι η όλη ιδέα της Κριστιάνε Φ.» συνεχίζει. «Ο κόσμος αναρωτιέται, είναι καθαρή πια ή όχι; Οχι, δεν μπορώ να ξεκόψω. Οι άλλοι πάντα ήλπιζαν σε αυτό» τονίζει.
Το σώμα της είναι λεπτό αλλά μυώδες και οι κινήσεις της δυναμικές. Δύσκολα θα αντιλαμβανόταν κάποιος τις πολύχρονες καταχρήσεις με χάπια και αλκοόλ. Οπως λέει η ίδια, κάνει ακόμη χρήση μεθαδόνης και κάπου-κάπου αγοράζει μερικά γραμμάρια ηρωίνης –συνήθως όταν δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα άγχη της καθημερινότητας.
Η σκοτεινή πριγκίπισσα
Η αφίσα της ταινίας του 1981 που βασίστηκε στην αυτοβιογραφία της Κριστιάνε Φ. Η σκηνοθεσία ήταν του Ούλριχ Εντελ και συμμετείχε ο Ντέιβιντ Μπάουι
«Οι γιατροί παραπονιούνται. Στην τελική, όμως, δική μου είναι η ζωή. Δεν είμαι καθαρή όπως ακριβώς και όλοι οι άλλοι. Παρατηρώ τα πρόσωπα των ανθρώπων στο μετρό. Ολοι τους είναι παγιδευμένοι κατά κάποιον τρόπο»
λέει. Ισως να είναι αυτή η οπτική που τη βοηθά να επιβιώνει. Οσες ελπίδες υπήρχαν να σωθεί όσο ζούσε υπό την αυστηρή επιτήρηση της γιαγιάς της χάθηκαν. Εχει κόψει τα ναρκωτικά άπειρες φορές και τα έχει ξεκινήσει άλλες τόσες.
Καταδικάστηκε για χρήση ναρκωτικών και πέρασε δέκα μήνες σε φυλακή. Εκανε αρκετές εκτρώσεις, γράφτηκε σε ένα πρόγραμμα λογιστικής αλλά το παράτησε, περιπλανήθηκε αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, κόλλησε ηπατίτιδα Γ. Εχει λιγοστούς φίλους. Πολλοί προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν οικονομικά τη γνωριμία τους μαζί της. Με τη μητέρα της δεν έχει επαφές πια, ενώ έχασε την κηδεμονία του γιου της όταν εκείνος ήταν ακόμη 12 ετών –τώρα το παιδί της ζει σε ανάδοχη οικογένεια.
Παρ’ όλα αυτά, στη ζωή της υπήρξαν στιγμές λάμψης και πολυτέλειας, μιας ζωής με άφθονη σαμπάνια, χρήματα, πάρτι και ταξίδια. Στα 18 είχε ήδη κερδίσει 400.000 γερμανικά μάρκα από τα πνευματικά δικαιώματα του βιβλίου. Γνώρισε προσωπικά τον Ντέιβιντ Μπόουι και τη Νίνα Χάγκεν, ενώ ηχογράφησε και δικούς της δίσκους. Οταν η ταινία του Εντελ προβλήθηκε στις ΗΠΑ, ταξίδεψε στο Λος Αντζελες όπου κάποια μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να την ανακηρύξουν «πριγκίπισσα των τζάνκι».
Πέρασε ένα μεγάλο διάστημα στη Ζυρίχη, στο σπίτι του ζεύγους στο οποίο ανήκε ο εκδοτικός οίκος Diogenes. Συναναστράφηκε με διανοουμένους και καλλιτέχνες της εποχής, όπως ο ελβετός συγγραφέας Φρίντριχ Ντούρενματ και ο σκηνοθέτης Φεντερίκο Φελίνι. «Οταν αναλογίζομαι το παρελθόν συνειδητοποιώ ότι η Ζυρίχη είναι μια από τις πιο όμορφες αναμνήσεις μου» λέει. Της δόθηκαν πολλές ευκαιρίες, κάτι που άλλωστε γνωρίζει και η ίδια. Και τις άφησε να περάσουν ανεκμετάλλευτες.
Ισχυρός μύθος, επικίνδυνο «πρότυπο»
Ισως φαντάζει περίεργο αλλά ο χωρίς αναστολές τρόπος ζωής της συναρπάζει ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Της στέλνουν μηνύματα στο twitter και στο facebook, τεστάρουν τις γνώσεις τους σχετικά με τη ζωή της σε διαδικτυακά κουίζ και συλλέγουν παλιές εκδόσεις του βιβλίου της. Η πορεία της επηρέασε τις ζωές των θαυμαστών της. Για άλλους αποτέλεσε πρότυπο προς αποφυγή και για άλλους προς μίμηση.
Ο εκδοτικός οίκος Levante γνωρίζει ότι πρέπει να διατηρήσει τον μύθο της προκειμένου να έχει εμπορική επιτυχία το βιβλίο, χωρίς όμως να εξιδανικεύσει ούτε την τοξικομανή συγγραφέα, ούτε τον τρόπο ζωής της που συνεπάγεται μια θανάσιμα επικίνδυνη καθημερινότητα.
Η Κριστιάνε ακόμη και σήμερα έχει έσοδα ύψους περίπου 2.000 ευρώ τον μήνα από τα πνευματικά δικαιώματα του πρώτου της βιβλίου και της ταινίας. Πλέον η Φελσερίνοου επιζητεί την αναγνώριση από το κοινό, παρά τους αρνητικούς τίτλους στις εφημερίδες. Πρόκειται για το προσωπικό της δράμα που, όμως, ως διασημότητα δεν παραλείπει να αναδεύει συνεχώς. Η ομάδα του εκδοτικού οίκου προσπαθεί να την προστατέψει. Μέσα από τη συνεργασία τους κατάλαβαν ότι δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένεις από έναν τοξικομανή να απεξαρτηθεί μερικώς και να κόψει τον εαυτό του στα δύο.
Στην πραγματικότητα η κοινωνία μας χαρακτηρίζεται από μια έντονη αντίφαση στο θέμα των ναρκωτικών: πολλοί εξιδανικεύουν την αίσθηση που προκαλεί η χρήση τους, αλλά αντιμετωπίζουν απαξιωτικά τους χρήστες.
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 14 Οκτωβρίου 2013
HeliosPlus