Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, _ : χωρίς άποψη

—————————-

«Το παρελθόν» («Le passe», Γαλλία, 2013) του Ασγκάρ Φαραντί, με τους Μπερενίς Μπεζό, Αλί Μοσαφά και Ταχάρ Ραχίμ.
Υποβλητικό, δαιδαλώδες, εξαιρετικά παιγμένο, ηλεκτρισμένο, διαρκώς σε ένταση και γεμάτο σασπένς, αν και γυρισμένο σε κλειστούς –ως επί το πλείστον –χώρους, το τελευταίο φιλμ του ιρανού σκηνοθέτη Ασγκάρ Φαραντί ανήκει στις πολύ μεγάλες ταινίες της νέας κινηματογραφικής σεζόν, κάτι που διατυμπάνιζα από το φεστιβάλ των Καννών, όταν το είδα και ένιωσα να πετώ στους ουρανούς! Το περίμενα φυσικά.
Γνωστός από τις ταινίες «Τι απέγινε η Ελι;» και «Ενας χωρισμός» (που απέσπασε το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας πέρσι), ο ιρανός σκηνοθέτης αφήνει πίσω του την πατρίδα του όπου τοποθετούνται όλες οι προηγούμενες ιστορίες του και αυτή τη φορά, πατώντας σε γαλλικό έδαφος, φτιάχνει μια πολύ ουσιαστική ταινία για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων.
Ενας Ιρανός (Αλί Μοσαφά) πηγαίνει στο Παρίσι για να συναντήσει την πρώην σύζυγό του (Μπερενίς Μπεζό) με την οποία πρόκειται και τυπικά να χωρίσει. Από τη στιγμή που πατά το πόδι του στο σπίτι της όμως ο φιλοξενούμενος θα βρεθεί αντιμέτωπος με μυριάδες προβλήματα ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους. Την ίδια τη γυναίκα του, τα παιδιά της από προηγούμενο γάμο, τον μελλοντικό σύζυγό της (Ταχάρ Ραχίμ) αλλά και το παιδί του τελευταίου από τη δική του σύζυγο η οποία βρίσκεται σε κώμα και ενδέχεται να πεθάνει.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Φαραντί στήνει καταστάσεις και «δένει» τα πρόσωπα μεταξύ τους οφείλεται στο αλφαδιασμένο σενάριο ακριβείας που έγραψε ο ίδιος. Και είναι κυριολεκτικά αποστομωτικός αφού η ουσία αυτής της ταινίας είναι ότι καταλήγει σε ένα πολύ δυνατό σχόλιο για το πόσο δύσκολο είναι πλέον στην εποχή μας το να δημιουργήσει κανείς μια ήρεμη, χωρίς εντάσεις, φυσιολογική σχέση. Σχεδόν αδύνατον!
Ολες οι ερμηνείες των ηθοποιών βοηθούν στην ανάπτυξη της ταινίας, ωστόσο αυτή που πραγματικά ξεχωρίζει με ένα μικρό ρεσιτάλ είναι η Μπερενίς Μπεζό, η οποία «ζωγραφίζει» ενώ υποδύεται μια γυναίκα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Πριν από δυο χρόνια, η Μπεζό ήταν ένα από τα αστέρια της διοργάνωσης κρατώντας τον βασικό γυναικείο ρόλο του «The artist» (που την οδήγησε ως τις υποψηφιότητες των Οσκαρ). Για το «Παρελθόν» απέσπασε το βραβείο ερμηνείας στις Κάννες, παρ’ ότι το φαβορί ήταν η Αντέλ Εξαρχόπουλος της ταινίας «Η ζωή της Αντέλ».
Βαθμολογία: 5
Αίθουσες: ΑΒΑΝΑ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΚΗΦΙΣΙΑ – CINERAMA – ΙΛΙΟΝ – ΙΝΤΕΑΛ – ΧΟΛΑΡΓΟΣ – ΔΙΑΝΑ – GAZARTE
ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΟΛΥΜΠΙΟΝ
———————————————-

«Prisoners» (ΗΠΑ, 2013) του Ντενίς Βιλνέβ, με τους Χιου Τζάκμαν, Τζέικ Γκίλενχααλ, Πολ Ντάνο, Μαρία Μπέλο, Τέρενς Χάουαρντ, Μελίσα Λίο.
Ο τίτλος της ταινίας «Prisoners» (σ.σ.: Φυλακισμένοι) είναι μάλλον ειρωνικός διότι στην υπόθεση απαγωγής που βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της ιστορίας, φυλακισμένα δεν είναι μόνον τα δυο ανήλικα κορίτσια που έχουν πέσει θύματα απαγωγής.
Φυλακισμένος θα γίνει και ο βασικός ύποπτος (Πολ Ντάνο) από τη στιγμή που θα πέσει στα χέρια του αποφασισμένου και απελπισμένου πατέρα (Χιου Τζάκμαν), που θα ξεπεράσει τα όριά του για να βρει την κόρη του. Φυλακισμένος θα γίνει και ο ίδιος ο πατέρας, αλληγορικά αλλά και κυριολεκτικά. Τέλος, φυλακισμένος μέσα στο αδιέξοδό του θα νιώσει και ο παθιασμένος αστυνομικός που έχει αναλάβει την υπόθεση (Τζέικ Γκίλενχααλ). Ενώ προσπαθεί να κάνει σωστά τη δουλειά του, πέφτει στην παγίδα αυτού ακριβώς του πάθους του.
Μαζί τους και ο θεατής, φυλακισμένος και αυτός μέσα στην υπνωτική αφήγηση του καναδού σκηνοθέτη Ντενίς Βιλνέβ ο οποίος ακολουθώντας τη μέθοδο της υπομονής και των αργών ρυθμών έφτιαξε μια πολυεπίπεδη ψυχολογική ταινία δίνοντας σημασία στον ρεαλισμό των «νεκρών» χρόνων στους οποίους ξεδιπλώνεται η ιστορία.
Ο Βιλνέβ, του οποίου η προηγούμενη ταινία, «Μέσα από τις φλόγες», είχε προταθεί για το ξενόγλωσσο Οσκαρ, δεν γύρισε ένα καθαρόαιμο αστυνομικό θρίλερ της κλασικής αμερικανικής παράδοσης. Τα στοιχεία της έρευνας και του σασπένς ασφαλώς και υπάρχουν αλλά ισοδυναμούν με το ενδιαφέρον του σκηνοθέτη για τις σιωπές, τον βουβό πόνο των γονιών (η Μαρία Μπέλο παίζει τη μητέρα), τη σύγκρουση αστυνομικού – πατέρα, ή τα μοιραία λάθη που κάνουν και οι δύο.
Οι δυόμισι ώρες βέβαια που είναι ο χρόνος διάρκειας του «Prisoners» δείχνουν πολλές και κάποια σημεία του σεναρίου ενδεχομένως να χρειάζονταν καλύτερο συμμάζεμα προκειμένου η πλοκή να αποκτήσει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα στο μυαλό του θεατή.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ – ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ – ΝΙΡΒΑΝΑ – ΚΗΦΙΣΙΑ – ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ – ODEON ΟΠΕΡΑ – ODEON KOSMOPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – STER ΙΛΙΟΝ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ – ΦΟΙΒΟΣ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ VILLAGE – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – STER
——————

«LUTON» (Ελλάδα, 2013) του Μιχάλη Κωνσταντάτου, με τους Νικόλα Βλαχάκη, Ελευθερία Κόμη, Χρήστο Σαπουντζή

Το Luton που βρίσκεται στην Αγγλία ελάχιστη σχέση έχει με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Μιχάλη Κωνσταντάτου. Ακούγεται μεν κάποια στιγμή προς το τέλος, όχι όμως για ιδιαίτερο λόγο. Είναι ένας τίτλος παραπλανητικός, όπως άλλωστε όλη η ταινία είναι παραπλανητική –και αυτό εν μέρει ανήκει στα υπέρ της.
Γιατί το ξάφνιασμα που αισθάνθηκα ένα 20λεπτο πριν από το φινάλε ήταν γνήσιο –ο σκηνοθέτης είχε πετύχει τον στόχο του ρίχνοντάς μου στα μουλωχτά μια γερή γροθιά στο στομάχι. Ομως αργότερα, σκεπτόμενος την ταινία, είδα και τις ατέλειές της. Γιατί άλλο να σου δημιουργείται σοκ μέσα από μια τρανταχτή αποκάλυψη που ανατρέπει τα ως τότε δεδομένα αλλά έχει προκύψει από την εσωτερική κλιμάκωση μιας σταθερής πορείας (ένα παράδειγμα είναι η «Εκτη αίσθηση») και άλλο να νιώθεις σοκ, έτσι επειδή απλώς πρέπει να το νιώσεις.
Η μεταμόρφωση των τριών κεντρικών ηρώων της «ιστορίας» από πρόσωπα της «διπλανής πόρτας» σε τέρατα μπορεί μεν να δικαιολογείται από τη διαφορετικού τύπου καταπίεση που υφίστανται ξεχωριστά σε καθημερινή βάση, σεναριακά όμως μένει ξεκρέμαστη –λες και κάτι έπρεπε να συμβεί με το ζόρι για να ταρακουνηθεί μια ταινία που στο μεγαλύτερο μέρος της νιώθεις ότι κινείται σε κινούμενη άμμο.
Δεν νομίζω ότι ήταν δύσκολο να το πετύχει αυτό ο Κωνσταντάτος. Τα ατελείωτης διάρκειας μονοπλάνα (η ταινία είναι ο παράδεισος του μοντέρ) που καταγράφουν στιγμιότυπα από τη ζωή των τριών ανθρώπων, κυριολεκτικά σε υπνωτίζουν. Μια γυναίκα, η Ελευθρία Κόμη, κάνει διάδρομο, ένας ψιλικατζής, ο Χρήστος Σαπουντζής, βγάζει στην επιφάνεια όλον τον ρατσισμό του ενώ νταραβερίζεται με μια αλλοδαπή πελάτισσα, ένας μαθητής, ο Νικόλας Βλαχάκης (φτυστός ο Ρόμπερτ Πάτινσον) τρώει σούπα με τους δικούς του.
Ο χρόνος κυλά αδίστακτα χωρίς να γίνεται κάτι, ή για να το θέσω πιο σωστά χωρίς να βλέπουμε να γίνεται κάτι. Μόνο που αυτά που δεν βλέπαμε συμπυκνώνονται άτσαλα για τον νευρώδη επίλογο όταν ακόμα και η αισθητική της ταινίας αλλάζει! Ως τότε το «LUTON» θύμιζε πολύ ταινία του Γιώργου Λάνθιμου. Στο τέλος θυμίζει ταινία του Γιάννη Οικονομίδη. Εύλογα λοιπόν καταλήγει κανείς στο σοκ.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ
——————
«Επικίνδυνη οικογένεια» («Malavita», ΗΠΑ/ Γαλλία, 2013) του Λυκ Μπεσόν, με τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μισέλ Πφάιφερ, Τόμι Λι Τζόουνς.
Σε μια από τις πιο διασκεδαστικές σκηνές αυτής της απλώς συμπαθητικής «μαύρης» κωμωδίας ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, που για μια πολλοστή φορά στην καριέρα του υποδύεται έναν γκάνγκστερ, παρακολουθεί τον εαυτό του στα «Καλά παιδιά» του Μάρτιν Σκορσέζε. Η ανεκδοτολογική σκηνή που διαδραματίζεται στην κινηματογραφική λέσχη ενός χωριού της Νορμανδίας είναι ένα κλείσιμο ματιού στον θεατή αφού ο διευθυντής παραγωγής της «Επικίνδυνης οικογένειας» δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Μάρτιν Σκορσέζε. Ομως τελικά όλη η ταινία μοιάζει με «εσωτερικό» ανέκδοτο ενώ παρακολουθεί τις περιπέτειες μιας τετραμελούς οικογένειας γκάνγκστερ που υπό το πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων είναι αναγκασμένη να αλλάζει διαρκώς τόπο διαμονής. Το χωριό της Νορμανδίας στο οποίο κάνει την τελευταία στάση της είναι γεμάτο από ενοχλητικούς και αντιπαθητικούς Γάλλους που θα αναγκάσουν τη μαμά Μισέλ Πφάιφερ να προκαλέσει έκρηξη στο παντοπωλείο, την κόρη να σπάσει στο ξύλο τα αγόρια που την πλησιάζουν α λα Ούμα Θέρμαν στο «Kill Bill» και τον Ντε Νίρο να κάνει κιμά έναν υδραυλικό και τον δήμαρχο που πάνε γυρεύοντας. Ο Λυκ Μπεσόν, ο απόλυτος «πρεσβευτής» του Χόλιγουντ στην Ευρώπη («Το πέμπτο στοιχείο», «Η Ιωάννα της Λωρραίνης») διασκεδάζει ενώ θυμάται ταινίες όπως το «Ανάλυσέ το!» (επίσης με τον Ντε Νίρο) και μαζί με τον σεναριογράφο Μάικλ Καλέο δίνει στην ταινία τον χαρακτήρα ενός μεγάλου επεισοδίου των τηλεοπτικών «Sopranos» στους οποίους ο τελευταίος είχε δουλέψει ως σεναριογράφος.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ – ΑΙΓΛΗ – AΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ – VILLAGE AΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ – ΝΑΝΑ – ΟΣΚΑΡ – ΣΙΝΕ ΑΝΟΙΞΙΣ – ΣΙΝΕΑΚ – ΣΠΟΡΤΙΓΚ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ VILLAGE – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – STER
ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
>> Από τα καλύτερα κινούμενα σχέδια που έχω δει τα τελευταία χρόνια, το «Εγώ, ο Απαισιότατος» των Πιέρ Κοφέν, Κρις Ρενό, η ιστορία ενός ρώσου πράκτορα σε δυσμένεια που ξαναβρίσκει την φόρμα του χάρη στα τρία κοριτσάκια που υιοθετεί, επανέρχεται στις αίθουσες με μια συνέχεια, αν όχι εξίσου απολαυστική (το πρώτο ξάφνιασμα παραμένει άπιαστο), σίγουρα το ίδιο απολαυστική. Στο «Εγώ ο Απαισιότατος 2» («Despicable me 2». ΗΠΑ, 2013), ο Γκρου (φωνή Στιβ Καρέλ) θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση όταν η στρατιά των μινιόν, των γλυκύτατων και πολυμήχανων πλασμάτων που μιλούν σε fast forward, μεταλάσσονται σε μίνι ζόμπι και στρέφονται εναντίον του. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Γκρου έχει στο μυαλό του και την Λούσι (φωνή Κρίστεν Γουίγκ) με την οποία νιώθει τσιμπημένος αλλά και τον βασικό «κακό» της ιστορίας, έναν θηριώδη, λιπόσαρκο μεξικάνο ονόματι Ελ Μάτσο (φωνή Μπέντζαμιν Μπρατ). Η ταινία προβάλλεται τρισδιάστατη και δισδιάστατη, ενώ στην ελληνική απόδοσή της συμμετέχουν με τις φωνές τους οι Γιάννης Ζουγανέλης (που μοιάζει κιόλας με τον Γκρου) και ο Σάκης Μπουλάς (που με τηνσ ειρά του μοιάζει με τον Ελ Μάτσο).
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΑΕΛΛΩ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΝΑΝΑ – ΧΟΛΑΡΓΟΣ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – CINE CAPITOL – ΒΑΡΚΙΖΑ – CINERAMA – ΔΙΑΝΑ, ΜΑΡΟΥΣΙ – ΚΗΦΙΣΙΑ – ΟΣΚΑΡ – ΣΙΝΕΑΚ, ΠΕΙΡΑΙΑΣ – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ – ΦΟΙΒΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ – ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ VILLAGE – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – STER – ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ
>> «Ο τελευταίος εξορκισμός 2» («The last exorcism», HΠΑ, 2013) του Εντ Γκας Ντόνελι, με τους Ασλεϊ Μπελ, Τζούλι Γκάρνερ. Ακόμη και ο τίτλος αυτής της ταινίας είναι αστείος. Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για τον «Τελευταίο εξορκισμό ν. 2» αφού υποτίθεται ότι ο προηγούμενος ήταν ο… τελευταίος;
Η απάντηση είναι βεβαίως οικονομικού περιεχομένου. Η επιτυχία που σημείωσε από το φανατικό κοινό του είδους η προηγούμενη ταινία, είχε ως αποτέλεσμα μια «συνέχεια-αρπαχτή» που απευθύνεται αποκλειστικώς και μόνον στο ίδιο κοινό. Οσο περνούν τα χρόνια πάντως, έχω την εντύπωση ότι σε ό,τι αφορά τους εξορκισμούς και τον κινηματογράφο, ο Γουίλιαμ Φρίντκιν τα είπε όλα (και για όλους) το 1971 με τον «Εξορκιστή». Χίλιες φορές να ξαναδεί κανείς αυτή την ταινία που δεν έχει γεράσει καθόλου, παρά να χάνει την ώρα του με ανοησίες.
Βαθμολογία: 1 (είδα μόνον τα 45′)
Αίθουσες: ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – ODEON KOSMOPOLIS MAΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ
Τέλος προβάλλονται και οι «Χαραγμένες ζωές» του Σπύρου Τέσκου, μια ταινία που διαφημίζεται ως «ντοκουμέντο για τη Δημοκρατία και τον φασισμό στη σύγχρονη Ελλάδα». Δεν εκφέρω άποψη όμως γιατί η εταιρία διανομής της φρόντισε να μην την παρουσιάσει για τις ανάγκες της κριτικής.
Βαθμολογία: _
Αίθουσες: ΤΡΙΑΝΟΝ – ΣΙΝΕ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ