Μια ανάσα πριν από την αποστολή πυραύλων Patriot στην Κύπρο, με τις ευλογίες της Ουάσιγκτον, βρέθηκε η Αθήνα κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών για χειρουργικό πλήγμα εναντίον του καθεστώτος Ασαντ στα τέλη Αυγούστου. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος» έπειτα από συνομιλίες με κυπριακές και αμερικανικές πηγές, οι Ηνωμένες Πολιτείες ζήτησαν τη συνδρομή της Ελλάδας στην ενίσχυση της αντιπυραυλικής άμυνας συμμαχικών χωρών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου εν όψει πυραυλικού χτυπήματος. Μάλιστα, οι Αμερικανοί φέρονται να είχαν αρχικά ζητήσει από την ελληνική κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο να αποσταλεί μια συστοιχία Patriot στη γειτονική Τουρκία. Ωστόσο η Αθήνα αντιπρότεινε την εγκατάσταση της συστοιχίας αυτής στην Κύπρο.
Κάτι τέτοιο τελικά δεν έγινε, κυρίως εξαιτίας της υπάρχουσας αμερικανικής νομοθεσίας που απαγορεύει την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων στο νησί, καθώς και αντιδράσεων που εκφράστηκαν μεταξύ άλλων από την Αγκυρα. Επίσης, τελικά δεν χρειάστηκε, καθώς το πλήγμα εναντίον του καθεστώτος της Δαμασκού δεν υλοποιήθηκε, έπειτα από την αμερικανορωσική συμφωνία. Αυτό που έμεινε όμως ήταν η θετική αμερικανική ανταπόκριση για την εγκατάσταση των πυραύλων στο νησί –γεγονός που αποδεικνύει τόσο την πρωτοτυπία της ιδέας της Αθήνας όσο και το νέο πρίσμα υπό το οποίο η Ουάσιγκτον βλέπει τη Λευκωσία.
Οι Αμερικανοί χτύπησαν την πόρτα της Αθήνας για συνδρομή και διευκολύνσεις εν όψει πιθανών επιχειρήσεων εναντίον της Συρίας σε δύο επίπεδα. Το πρώτο έγινε με την επίσκεψη του απερχόμενου αμερικανού πρέσβη Ντάνιελ Μπένετ Σμιθ στο υπουργείο Εξωτερικών και τη συνάντησή του με ανώτερο υπηρεσιακό παράγοντα. Εγινε προσπάθεια η επίσκεψη να κρατηθεί μυστική, αλλά αφορούσε την παροχή διευκολύνσεων στη βάση της Σούδας όπου αμερικανικά πολεμικά πλοία θα μπορούσαν να ανεφοδιαστούν.
Πολύ πιο ενδιαφέρον ήταν, όπως απεδείχθη, το δεύτερο επίπεδο στο οποίο κινήθηκαν οι Αμερικανοί. Ως γνωστόν, μία από τις βασικές ανησυχίες τους αφορούσε πιθανά αντίποινα του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ σε περίπτωση στρατιωτικού πλήγματος στο χημικό του οπλοστάσιο. Τα αντίποινα θα μπορούσαν μεταξύ άλλων να στραφούν εναντίον τριών χωρών-συμμάχων των ΗΠΑ: της Τουρκίας, της Ιορδανίας και του Ισραήλ. Οι Αμερικανοί έχουν εδώ και καιρό εγκαταστήσει πυραύλους Patriot στην Ιορδανία, ενώ το Ισραήλ διαθέτει ανεπτυγμένη αντιπυραυλική άμυνα.
Το μεγάλο ερώτημα ήταν με ποιον τρόπο θα ενισχυόταν η αντιπυραυλική άμυνα της Τουρκίας, που έχει και τη μεγαλύτερη συνοριακή μεθόριο με τη Συρία. Εδώ και πάνω από έναν χρόνο το ΝΑΤΟ έχει εγκαταστήσει συστοιχίες Patriot σε τουρκικό έδαφος –για προληπτικούς λόγους. Οι Αμερικανοί αναζητούσαν όμως το κάτι παραπάνω.
Η ιδέα, την οποία σύμφωνα με κυπριακές πηγές μετέφερε ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Τσακ Χέιγκελ προς τον έλληνα ομόλογό του κ. Δ. Αβραμόπουλο, ήταν να μεταφερθεί μία ελληνική συστοιχία Patriot στην Τουρκία. Η χώρα μας διαθέτει τέσσερις συστοιχίες Patriot PAC-2, αναβαθμισμένου τύπου. Αναμφίβολα, εφόσον το αμερικανικό αίτημα γινόταν δεκτό, η εμπλοκή της χώρας μας σε στρατιωτικές επιχειρήσεις θα ήταν ενεργότερη και βαθύτερη.
Τότε έπεσε στο τραπέζι από τον κ. Αβραμόπουλο, σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό κ. Αντ. Σαμαρά, η πρόταση να εγκατασταθεί η ελληνική συστοιχία στην Κύπρο. Το σκεπτικό ήταν ότι το νησί βρισκόταν σε ιδεατή θέση για να διασφαλίσει την αντιπυραυλική θωράκιση και της Τουρκίας, ενώ παράλληλα η Αθήνα θα απέφευγε να βρεθεί στη δύσκολη θέση της αποστολής της συστοιχίας σε τουρκικό έδαφος.
Παράλληλα, συνεχίζουν οι ίδιες πηγές, η ελληνική κυβέρνηση θα έδειχνε την καλή της διάθεση να σταθεί στο πλευρό των ΗΠΑ, ενώ θα ενίσχυε τον ρόλο της Κύπρου.
Η Ουάσιγκτον, αν και μάλλον δεν περίμενε την ελληνική αντιπρόταση, την είδε με καλό μάτι. Αν και αναγνώρισε τις δυσκολίες στο να πειστεί η Αγκυρα, ανέλαβε να μεταφέρει την ιδέα στην τουρκική ηγεσία. Αλλωστε οι Αμερικανοί επιδίδονται εσχάτως σε έντονο «διπλωματικό φλερτ» προς τη Λευκωσία. Αυτό φάνηκε στην πρόσφατη συνάντηση του κ. Αναστασιάδη με τον Τζο Μπάιντεν, με το γραφείο του αμερικανού αντιπροέδρου να εκδίδει στη συνέχεια ανακοίνωση για τη στρατηγική σχέση Ουάσιγκτον – Λευκωσίας.
Ωστόσο, όπως είχαν προβλέψει οι Αμερικανοί, η Αγκυρα δεν συμφώνησε, επιμένοντας προφανώς στην εγκατάσταση των Patriot στην επικράτειά της. Παράλληλα οι ίδιοι οι Αμερικανοί τόνισαν στους Κυπρίους ότι ο σχετικός αμερικανικός νόμος, που χρονολογείται από το 1975 περί εμπάργκο όπλων, θα τους δημιουργούσε πρόβλημα και η κυβέρνηση Ομπάμα θα μπορούσε να δεχθεί τα πυρά κριτικής των Ρεπουμπλικανών.
Τούτο δεν αναιρεί πάντως, επιμένουν διπλωματικοί κύκλοι, το νέο πρίσμα υπό το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα, η Κύπρος έχει αρχίσει να θεωρείται από διάφορες πλευρές «κράτος πρώτης γραμμής» για τα δυτικά συμφέροντα και έχει φροντίσει να το αποδείξει με διάφορες κινήσεις το τελευταίο διάστημα. Κυπριακές πηγές σημείωναν ότι η Λευκωσία μοιάζει να κερδίζει ρόλο σταθεροποιητικού παράγοντα και επιδιώκει να αποτινάξει την εικόνα μιας χώρας που απλώς έχει προβλήματα με την Τουρκία. «Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και αν δεν υπήρχε ο συγκεκριμένος αμερικανικός νόμος, η φυσιολογική θέση των Patriot ήταν η Κύπρος» καταλήγουν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ