Μετά το καλοκαίρι της «Μήδειας» ο Γιώργος Κιμούλης εισέρχεται στο σύμπαν του ιψενικού «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν». Το έργο, εξαιρετικά επίκαιρο, που επέλεξαν με τον σκηνοθέτη Σταμάτη Φασουλή, τον φέρνει αντιμέτωπο με τα μεγάλα ερωτήματα που και ο ίδιος θέτει στον εαυτό του. Και επιμένει ότι δεν μπορούμε να διαχωρίζουμε την τέχνη από τη ζωή –ούτε πριν ούτε τώρα.
Kύριε Κιμούλη, γιατί επιλέξατε τον «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν»;
«Είναι ο ίδιος πάντα λόγος και έχει να κάνει με τη θεματική του. Ημουν ιδιαίτερα τυχερός γιατί και ο Σταμάτης Φασουλής με τον ίδιο τρόπο ερμήνευσε το έργο. Η ασφάλεια που νιώθω με τον Σταμάτη δεν είναι κάτι που ξεκινά τώρα. Είναι ο άνθρωπος που μου έκανε γνωστά τα πρώτα μυστικά αυτής της τέχνης».
Και ποια είναι η θεματική;
«Θα μπορούσε να διατυπωθεί μέσα σε μία φράση: η ευτυχία μπορεί να υπάρξει μόνο σε συλλογικό επίπεδο. Η ατομική ανάπτυξη ή η άνοδος ενός ανθρώπου όχι μόνον καταστρέφει αυτόν που ανέρχεται, αλλά καταστρέφει και όλους τους άλλους γύρω του. Η εποχή που γράφει ο Ιψεν το έργο αυτό είναι η εποχή που η οικονομία αρχίζει να αλλάζει. Φεύγει από την περίφημη βιομηχανική κοινωνία και ακουμπά στο τραπεζικό σύστημα. Σαν ένας προάγγελος όλης αυτής της χρηματοπιστωτικής μηχανής που μπήκε γερά στον 20ό αιώνα και αναπτύχθηκε σχεδόν καταστροφικά στις αρχές του 21ου. Τα αποτελέσματα αυτής της καταστροφής τα βιώνουμε τώρα».
Ποιος είναι ο Μπόρκμαν;
«Είναι ένας τραπεζίτης ο οποίος καταχράστηκε τα χρήματα των ανθρώπων που τα εμπιστεύτηκαν στην τράπεζα για να κατασκευάσει μια κοινωνία που θα μπορεί να έχει, κατά τη γνώμη του, ένα κοινωνικό πρόσωπο. Τα καταχράστηκε για το δημόσιο καλό. Εδώ βρίσκεται και ο πυρήνας της φαντασίωσης που υπάρχει στον χώρο της νεοφιλελεύθερης σκέψης, που λέει άλλο η ατομική ανάπτυξη και άλλο ο ατομισμός. Οχι, η ατομική ανάπτυξη με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στον ατομισμό. Και φθάνουμε πλέον στο σύνθημα του τώρα που λέει «οι άνθρωποι πάνω από το κέρδος». Αυτό είναι το βασικό δίλημμα που θέτει ο Μπόρκμαν».
Γιατί όλο και πιο πολύ να πολιτικοποιείτε τον λόγο σας;
«Επειδή εμείς, για διάφορους λόγους, λειτουργήσαμε με τον ανόητο τρόπο να πιστεύουμε ότι υπάρχουν πράξεις και κινήσεις μας που είναι πολιτικά αθώες και αυτό δεν μπορεί να συνεχισθεί. Καμία κίνηση ενός ανθρώπου που ζει μέσα στην πόλη δεν είναι πολιτικά αθώα. Αφήσαμε τον διαχωρισμό ότι η πολιτική δεν επηρεάζει πλέον το 24ωρό μας. Βοήθησαν σε αυτό οι πράξεις των πολιτικών. Εγινε οικείο το ανοίκειο. Στον χώρο της Αριστεράς δεν είναι και τόσο αναίτιο αυτό. Είναι αποτέλεσμα και μιας συσσώρευσης ηττών, μιας αμηχανίας. Δεν πρέπει να συνεχίζουμε με την ανόητη ιδιώτευση».
Γιατί ο Γιώργος Κιμούλης αρνείται να φωτογραφίζεται με ορισμένους, τουλάχιστον, πολιτικούς;
«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να λειτουργεί ως υπεύθυνος μιας παράστασης δεν έχω οργανώσει ποτέ πρεμιέρα».
Γίνονται δηλαδή ερήμην σας;
«Εγώ δεν καλώ κανέναν. Αποδέχομαι τους καλεσμένους του παραγωγού. Η επιλογή με το ποιους θα φωτογραφηθώ ανέκαθεν υπήρχε. Μπορείς να με κατηγορήσεις για τις επιλογές που έχω κάνει. Πάντα όμως η οποιαδήποτε άρνησή μου να φωτογραφηθώ κουβαλούσε κανόνες ευγένειας. Ακόμη και η τελευταία –με τον υπουργό Πολιτισμού Πάνο Παναγιωτόπουλο στην Επίδαυρο. Δεν ήμουν αγενής μαζί του. Η αστική μου καταγωγή μου το απαγορεύει. Τον δέχτηκα στο καμαρίνι, με κλειστή την πόρτα. Εφερα αντίρρηση στη συμβολική σχέση που έχει ένας νυν υπουργός Πολιτισμού μιας νυν συγκεκριμένης κυβέρνησης με έναν καλλιτέχνη. Τη συμβολική αξία μιας φωτογραφίας».
Ολες οι φωτογραφίες σας με πολιτικούς ήταν της επιλογής σας;
«Ακόμη κι αυτές που μπορεί κάποιος να τις χαρακτηρίσει λανθασμένες. Υπάρχει φωτογραφία μου να χαιρετώ τον Αντώνη Σαμαρά και μια άλλη τον Κώστα Καραμανλή. Κανένας από τους δύο δεν ήταν τότε στην κυβέρνηση».
Με τα χρόνια ο πολιτικός σας λόγος συνδέθηκε όλο και περισσότερο με ένα κόμμα…
«Οχι. Ηταν πάντα σαφής και ανέκαθεν ήταν συνδεδεμένος με ένα κόμμα. Ημουν στον Συνασπισμό από την πρώτη ημέρα του συνεδρίου του. Ημουν συνεπής πάντα, αλλά με λάθη, με πολλά λάθη. Στον διαχωρισμό τέχνης και πολιτικής έχω περιπέσει και εγώ. Δεν ήμουν άλλος τότε και άλλος τώρα. Το τι λέει κάποιος και το πόσο δυνατά ακούγεται έχει να κάνει με την περίφημη δημοσιογραφική διαμεσολάβηση. Το ότι τώρα ακούγεται πιο δυνατά, σημαίνει απλώς ότι τώρα υπάρχει ένα μικρόφωνο ή ένα μεγάφωνο. Η βασική αιτία όμως είναι αλλού: στο γεγονός ότι μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων εισπράττει έναν κίνδυνο που πλησιάζει. Και αυτός ο κίνδυνος λέγεται ΣΥΡΙΖΑ. Και με διάφορους τρόπους αντιστέκονται σε αυτό».
Σκέφτεστε να μπείτε ενεργά στην πολιτική;
«Μα, είμαι στην πολιτική, όπως και εσείς».
Εννοώ ως υποψήφιος σε ψηφοδέλτιο…
«Κάθετα όχι».
Θα θέλατε να αναλάβετε εξουσία;
«Αν ήξερα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο, δεν θα ήμουν εκεί, με αυτές τις κάτω από το τραπέζι συνεννοήσεις. Κάθε απόφαση στον ΣΥΡΙΖΑ είναι συλλογική».
Και αν η απόφαση είναι συλλογική;
«Δεν αποφεύγω την απάντηση, αλλά αποφεύγω κάθε απάντηση που στηρίζεται σε ένα σενάριο».
Ενικότητα, μοναχικότητα, αξίες
Η ενεργή ανάμειξή σας με την πολιτική ενδέχεται να σας κοστίσει ως καλλιτέχνη;
«Κατ’ αρχάς, παρατηρώντας το καλοκαίρι που πέρασε, δεν μπορώ να βγάλω αυτό το συμπέρασμα. Ετυχε να είναι αποδεκτό αυτό που έκανα (σ.σ.: «Μήδεια»). Αλίμονο αν οι πράξεις μας είχαν πριν από την επιλογή τη σκέψη τού τι με συμφέρει».
Πώς και γιατί ξεχωρίζει ένας ηθοποιός; Εσείς;
«Τι μπορεί εμένα να με έκανε έτσι όπως με έκανε, μπορεί να είναι το ίδιο στοιχείο που μπορεί και να με καταστρέψει. Αναφέρομαι στην ενικότητα και τη μοναχικότητα, συνδυασμένη με το απόλυτο ενός αξιακού κώδικα. Το τελευταίο δεν το θεωρώ καθόλου αρνητικό, μόνον θετικό. Χωρίς τον φόβο να με θεωρήσουν ανόητο ή γραφικό».
Σας έχουν θεωρήσει ανόητο ή γραφικό;
«Βεβαίως. Το μόνο που με νοιάζει είναι κατά πόσο είμαι συνεπής στον αξιακό μου κώδικα, και σε αυτές τις περιπτώσεις».
Τέλος, κύριε Κιμούλη, πώς σχολιάζετε τις εξελίξεις με τη Χρυσή Αυγή;
«Χωρίς να θέλω να μειώσω τη δύναμη και την αξία του γεγονότος που δημιουργεί το ποιοτικό άλμα, θα έλεγα, πρώτον, ότι η φασιστική συμπεριφορά που μπορεί να διέπει τους νεοέλληνες δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχει σε όλες τις σχέσεις μας, διαπροσωπικές, επαγγελματικές, κοινωνικές… Το δεχόμαστε πολλά χρόνια τώρα. Δεύτερον, η εμφάνιση της Χρυσής Αυγής αποδεικνύει ότι μπορεί αυτό που λέγεται φασιστική νοοτροπία να οργανωθεί σε ένα κόμμα. Τρίτον, τον φασισμό δεν τον αντιμετωπίζεις με δικό σου εκφασισμό και, τέταρτον, η Χρυσή Αυγή όχι εκτός νόμου αλλά ενώπιον νόμου».
πότε & πού:
«Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν» του Ερρίκου Ιψεν σε απόδοση – σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή με τον Γιώργο Κιμούλη και τις Ρούλα Πατεράκη και Σμαράγδα Σμυρναίου. Πρεμιέρα στις 17 Οκτωβρίου, στο θέατρο Δημήτρης Χορν, στις 21.00.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ