«Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα υπήρξε καταλύτης καθοριστικών εξελίξεων αναφορικά με τη θέση της Χρυσής Αυγής στο ελληνικό πολιτειακό στερέωμα. Αποτέλεσετη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της αδικαιολόγητης και ανυπόφορης ανοχής της Ελληνικής Δημοκρατίας απέναντι στον κατεξοχήν εχθρό της: μια εγκληματική οργάνωση η οποία, συνδυάζοντας την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία με μαφιόζικες πρακτικές, έσπειρε ανενόχλητη το σπόρο της βίας και της τοξικής της ιδεολογίας στην ελληνική κοινωνία, τμήμα της οποίας φάνηκε σαν έτοιμο από καιρό να τον υιοθετήσει». Πρόκειται για τις πρώτες γραμμές της ανακοίνωσης που έδωσε σήμερα, Πέμπτη, στη δημοσιότητα η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και με την οποία επιχειρεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα «Χρυσή Αυγή: Τι μέλλει γενέσθαι; Οι άμυνες του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας».
«Εάν το πρωθυπουργικό περιβάλλον δεν διαμόρφωνε το πολιτικό πεδίο, τα όργανα του κράτους δεν θα κινούνταν» είπε αιχμηρά στην τοποθέτησή του ο τέως υπουργός Δικαιοσύνης κ. Αντώνης Ρουπακιώτης επισημαίνοντας μάλιστα πως το ίδιο αυτό περιβάλλον είναι που μέχρι σήμερα «έδενε» τις δυνατότητες των αρχών, εισαγγελικών και αστυνομικών, να πράξουν τα δέοντα σύμφωνα με το Σύνταγμα και τις αρχές δικαίου. «Ενώ μέχρι τώρα δέσμευε τις δυνατότητες των θεσμών και του κράτους, έρχονται τώρα να εκφέρουν μια αποτελεσματική δράση απέναντι στη Χρυσή Αυγή, ώστε να βγαίνει μετά ο Πρωθυπουργός σαν τον Αϊ-Γιώργη τον Καβαλάρη, ότι κατατρόπωσε το θηρίο» επισήμανε.
Είναι ένας συνδυασμός παραγόντων που απαίτησαν τόση βιασύνη από την πλευρά της κυβέρνησης, σύμφωνα με τον πρώην υπουργό. Οι πιέσεις από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης με φόντο την ελληνική προεδρεία στις αρχές του 2014, οι επίσημες δηλώσεις από την πλευρά του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και από την επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων κυρία Σεσίλια Μάλμστρομ που ζητούν να τελειώνουμε με τη Χρυσή Αυγή, αλλά και το ταξίδι του Πρωθυπουργού στην Αμερική έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Φυσικά, καταλύτης υπήρξε η δολοφονία Φύσσα, το «ζεστό αίμα», όπως είπε ο κ. Ρουπακιώτης, που δεν μπορούσε να μείνει χωρίς απάντηση από την κυβέρνηση.
Η χρόνια αδράνεια δεν διορθώνεται με υπερβάλλοντα ζήλο
«Το ότι χρειάστηκε ένας φόνος Έλληνα για τις εξελίξεις αυτές είναι πολιτειακό όνειδος. Έστω και έτσι όμως, είναι καλό ότι το κράτος και η κυβέρνηση θέλει να σπάσει το απόστημα. Κάλλιο αργά παρά ποτέ» αναφέρει η δήλωση της ΕΕΔΑ. Η παγίδα όμως σε αυτή την περίπτωση είναι ότι τυχόν «λάθη» – εξάλλου ως λάθος εξέλαβε μεγάλος μέρος της κοινωνίας τη μη προφυλάκιση των τριών βουλευτών – δεν θα σημαίνουν μόνο εκπτώσεις συνταγματικότητας και νομιμότητας, αλλά και πιθανότητες απαλλαγής των εμπλεκομένων σε εγκληματικές ενέργειες.
Οι ένοχοι λοιπόν πρέπει να τιμωρηθούν, τονίζει η ανακοίνωση της ΕΕΔΑ, ωστόσο μεταξύ της ατιμωρησίας και της «παραδειγματικής» τιμωρίας υπάρχει η αρχή της νομιμότητας, δηλαδή η δίκαιη και αναλογική ποινή σε όσους καταγνωστεί η ενοχή. «Μεταξύ ενός κράτους που για χρόνια άφηνε τη Χρυσή Αυγή να το ευτελίζει και τώρα τρέχει για τα αυτονόητα, υπάρχει ο κανονικός δρόμος: το συντεταγμένο κράτος δικαίου» αναφέρεται.
Κριτήριο δίωξης η άμεση εμπλοκή σε πράξεις βίας
Η ΕΕΔΑ εντοπίζει ως προφανή ένδειξη ότι η ελληνική Δικαιοσύνη απέχει πολύ από το να βρει έναν συντεταγμένο βηματισμό, τη μη προσωρινή κράτηση τμήματος της ηγετικής ομάδας της Χρυσής Αυγής. Ως προς το ζήτημα αυτό ο συνταγματολόγος κ. Νίκος Αλιβιζάτος, τόνισε ότι «το κριτήριο, που θέλω να ελπίζω ότι είχε, ο αρμόδιος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και βάρυνε στην κρίση των ανακριτών είναι η άμεση εμπλοκή σε πράξη βίας». Όπου ως άμεση εμπλοκή νοείται και η προτροπή, η ενημέρωση και ο συντονισμός πράξεων βίας.
Για τα ζητήματα αυτά, όπως έδειξαν οι εξελίξεις, αρκούσε η υπάρχουσα νομοθεσία, δηλαδή το άρθρο 187 του ποινικού κώδικα, ώστε να ασκηθούν διώξεις, όμως «υπάρχει στο μέλλον μεγάλος κίνδυνος και πρέπει να αντιμετωπιστούν τα κενά που υπάρχουν» τόνισε ο συνταγματολόγος. Ιεραρχώντας τα ζητήματα επάνω στα οποία θα πρέπει να εκπονηθούν ολοκληρωμένα σχέδια, με αποφασιστικότητα αλλά χωρίς παρορμήσεις, είναι τα εξής: η ρατσιστική βία, η αντιμετώπιση εγκληματικών οργανώσεων π.χ. να ανοίξει η συζήτηση για την διάλυση πολιτικού κόμματος, η έκπτωση βουλευτή και οι αναπληρωματικές εκλογές.
Μικροκομματικές επιλογές έβαλαν «στοπ» στο αντιρατσιστικό
Η αντιμεταναστευτική ατζέντα και ρητορεία, στην οποία παρασύρθηκε η κυβέρνηση εξαιτίας της Χρυσής Αυγής, τροφοδοτούν τον ναζισμό νομιμοποιώντας στην κοινωνία τη ρατσιστική βία, αλλά και κάθε βία, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΕΔΑ. Ατζέντα που σε μεγάλο βαθμό έβαλε «στοπ» και στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο επί των ημερών του κ. Ρουπακιώτη στην ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.
«Δεν είμαι αφελής ότι το νομοσχέδιο αυτό θα αναχαίτιζε τη Χρυσή Αυγή» είπε ο πρώην υπουργός στη διάρκεια της εκδήλωσης, χαρακτηρίζοντας το αντιρατσιστικό ως μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί ο μείζων κίνδυνος της Χρυσής Αυγής και να δούμε, ως πολιτικό σύστημα πια, τι κάνουμε για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου που ανεβαίνει. Απέδωσε δε το «όχι» της μείζονος συμπολίτευσης σε επιλογή εκλογικού χαρακτήρα που έγινε σε βάρος των θεμελιωδών θεσμών, αλλά και των πολιτών που απειλούνται.
Απαραίτητη μια υπεύθυνη μεταναστευτική πολιτική
Στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών, στο οποίο για μεγάλο διάστημα την ατζέντα μονοπωλούσε και στη συνέχεια διαμόρφωνε η Χρυσή Αυγή, αναφέρθηκαν όλοι οι ομιλητές, τονίζοντας ότι πρόκειται για ένα πεδίο όπου χρειάζεται να προταθούν λύσεις από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος. «Το δικαίωμα στην ασφάλεια παραμένει ταμπού στην Ελλάδα» επισήμανε ο κ. Αλιβιζάτος, εκφράζοντας την άποψη ότι ελευθερία χωρίς εξασφάλιση της ασφάλειας δεν γίνεται. Όσοι λοιπόν ασχολούνται με την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ανθρώπων, και κυρίως η Αριστερά, πρέπει να τολμήσουν να αρθρώσουν μια υπεύθυνη μεταναστευτική πολιτική.
Στον ρόλο της Αριστεράς αναφέρθηκε και ο πρώην υπουργός, επισημαίνοντας ότι είναι απαραίτητο να πάρει θέσει στο ζήτημα της αντιμετώπισης του μεταναστευτικού προβλήματος, το οποίο «θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια επί των πολιτών ελλήνων ή νομίμως κατοικούντων, επί του γεγονότος ότι δεν αντιμετωπίζεται το τεράστιο ρεύμα των μεταναστών, ώστε να μην στερούνται κι εκείνοι της δυνατότητας να ασκούν τα άλλα τους δικαιώματα».
Το κείμενο τεκμηρίωσης-ανακοίνωση της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου