ΤΟ ΒΗΜΑ –NEW YORK TIMES

Οσοι εκτός Ιταλίας θεωρούσαν ότι η εποχή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι είχε παρέλθει, με την τελευταία κρίση _ στην οποία διέταξε πέντε υπουργούς του κόμματός του να παραιτηθούν _ θα προσγειωθούν στην ιταλική πραγματικότητα. Για τους Ιταλούς η κρίση ήταν θλιβερά αναμενόμενη, πράγμα που λέει πολλά για την κατάσταση του πολιτικού τοπίου της χώρας.
Εκτιμώ ότι η παραίτηση των υπουργών θα ρίξει την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ενρίκο Λέτα, ο οποίος προέρχεται από το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα. Ο,τι συμβεί τους επόμενους μήνες _ αν θα αναδυθεί ένα νέο, υπεύθυνο κέντρο ικανό να μεταρρυθμίσει το πολιτικό σύστημα ή αν οι εξτρεμιστές θα συνεχίσουν να το διασπάνε _ θα έχει επιπτώσεις σε όλη την Ευρώπη για ολόκληρες δεκαετίες.
Ορισμένοι παρακολουθούν τις εξελίξεις μισοχαμογελώντας, ελπίζοντας ότι η κρίση θα σηματοδοτήσει το τέλος της κυριαρχίας του Μπερλουσκόνι στην ιταλική πολιτική. Αυτό βεβαίως συνοδεύεται από το ρίσκο να σταματήσει η αδύναμη οικονομική ανάκαμψη της χώρας, απειλεί ολόκληρη την ευρωζώνη και μπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση του ιταλικού πολιτικού συστήματος.
Αλλά στην καρδιά της κρίσης βρίσκεται η ίδια η κεντροδεξιά. Ο Μπερλουσκόνι έστρεψε προς τον εξτρεμισμό το κεντροδεξιό κόμμα του, τον Λαό της Ελευθερίας, που ήταν κάποτε μια μετριοπαθής πλειοψηφία και σήμερα μοιάζει με ένα συνονθύλευμα μαχητικών ομάδων.
Αφότου οι υπουργοί παραιτήθηκαν το Σάββατο, αρκετοί πρώην πιστοί οπαδοί του Μπερλουσκόνι δήλωσαν αντίθετοι προς την κατεύθυνση που έχει πάρει το κόμμα. Πρέπει όμως να μαζέψουν το θάρρος να αποσχιστούν και να πάρουν μαζί τους ένα κομμάτι του κόμματος διαφορετικά το ιταλικό σύστημα θα αμφιταλαντεύεται επικίνδυνα στο χείλος του γκρεμού.
Αν πέσει η κυβέρνηση Λέτα, είναι σχεδόν αδύνατο να σχηματιστεί νέα πλειοψηφία στο παρόν κοινοβούλιο πράγμα που σημαίνει νέες εκλογές. Και όπως δείχνει η πρόσφατη ιστορία, οι νέες εκλογές θα φέρουν μόνο νέα παράλυση, αν όχι χάος.
Το πρόβλημα είναι ότι τα δυο μεγάλα κόμματα _ ο Λαός της Ελευθερίας και το κατακερματισμένο Δημοκρατικό Κόμμα _ έχουν βαθιά δυσπιστία μεταξύ τους αλλά κανένα δεν είναι αρκετά ισχυρό για να σχηματίσει μόνο του πλειοψηφία. Θα συνεχίσουν τις αλληλοκατηγορίες ακόμη και όσο γίνονται προσπάθειες να σχηματιστεί άλλος ένας συνασπισμός.
Και τα δυο κόμματα πρέπει να συγκεντρώσουν τον μεγαλύτερο αριθμό διαθέσιμων δυνάμεων, να αντλήσουν από μικρότερα κόμματα και να κάνουν το ήδη περίπλοκο μείγμα ακόμη πιο θολό. Ο σχηματισμός συνασπισμού πάντα προϋποθέτει τεράστιους συμβιβασμούς που υπονομεύουν την ικανότητα δράσης της κυβέρνησης. Το πολιτικό κατεστημένο που προκύπτει από ένα τέτοιο φιάσκο είναι συνήθως ανίκανο. Αυτό θα επαναληφθεί και τούτη τη φορά.
Ορισμένοι ελπίζουν ότι μια θεσμική μεταρρύθμιση _ ίσως ένα προεδρικό σύστημα παρόμοιο με εκείνο της Γαλλίας _ θα διορθώσει το αυτοκαταστροφικό σύστημα της Ιταλίας.
Όμως υπάρχει μια βαθιά αιτία για απαισιοδοξία: η εγγενής δυσλειτουργία της ίδιας της πολιτικής διαδικασίας. Σήμερα έχουμε ένα κλασικό φαύλο κύκλο _ προκειμένου να πάρουμε μια κυβέρνηση που να μπορεί να κυβερνήσει, πρέπει να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα αλλά το πολιτικό σύστημα δεν αλλάζει αν δεν έχουμε αποτελεσματική κυβέρνηση. Απαιτείται αλλαγή αλλά δεν είναι σαφές από πού θα έρθει.
Μερικοί ελπίζουν ότι η δεξιά θα γεννήσει ένα σύγχρονο κόμμα υπέρ της ελεύθερης αγοράς που θα υψωθεί από τις στάχτες του μπερλουσκονισμού. Ποιος όμως θα ηγηθεί; Ο προκάτοχος του Λέτα, ο Μάριο Μόντι, προσπάθησε και απέτυχε.
Στα αριστερά, υπάρχει ελπίδα για μια πιο ρεαλιστική και δημοσιονομικά υπεύθυνη προσέγγιση του κράτους πρόνοιας και της επιχειρηματικής κουλτούρας. Ο δήμαρχος της Φλωρεντίας Ματέο Ρέντσι έχει τις περισσότερες πιθανότητες να γίνει ο ιταλός Τόνι Μπλερ. Αλλά έχει πολύ δρόμο ακόμη μπροστά του.
*Η Pialuisa Bianco είναι ιδρύτρια της ιταλικής μηνιαίας επιθεώρησης για διεθνή ζητήματα «Longitude» και στρατηγική σύμβουλος του ιταλού υπουργού Εξωτερικών