Πριν από λίγο καιρό ζήτησαν από τον Γούντι Αλεν να πει δυο-τρία πράγματα για τη ζωή του. Είπε: «To ότι είμαστε ζωντανοί, το ότι χαιρόμαστε τις μικρές, ηλίθιες στιγμές μας, είναι κάτι τυχαίο. Βρίσκουμε περισπασμούς για να μην έρθουμε αντιμέτωποι με το γεγονός ότι είμαστε περαστικοί από αυτή τη ζωή και επιβιώνουμε για μικρό διάστημα σε ένα σύμπαν που ίσως στο μέλλον εξαφανιστεί εντελώς. Και ό,τι αξίζει, ό,τι θαυμάζεις, είτε είναι ο Σαίξπηρ, είτε ο Ντα Βίντσι, είτε ο Μπετόβεν, θα εξαφανιστεί. Η Γη θα εξαφανιστεί. Ο Ηλιος το ίδιο. Δεν θα μείνει τίποτε. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να περάσεις τη ζωή σου χωρίς να τα σκέφτεσαι όλα αυτά. Να βρεις κάτι που θα σε αποσπά από όλα. Εμένα μου ταιριάζει η δουλειά μου. Η δημιουργία. Το κλειδί είναι να βρεις κάτι για να περνάει η ώρα, για να ξεχαστείς».
Είναι σαφές ότι ο άνθρωπος έχει σκεφτεί περισσότερο απ’ όσο πρέπει στη ζωή του. Και έπειτα από τόση σκέψη και προσοδοφόρα ψυχανάλυση που μετέτρεπε σε τέχνη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να σκέφτεσαι και τόσο. Αρκεί να κάνεις κάτι που να σου αρέσει για να περνάει η ώρα. Ασφαλώς είχε δίκιο. Δεν το λέει μόνο η λογική, το λένε και οι αριθμοί. O Γκαίτε έγραψε τον «Φάουστ» όταν ήταν 81 ετών. Ο ΦρανθίσκοΓκόγια έπρεπε να φτάσει στα 70 για να εξωτερικεύσει όλη του την καταραμένη τέχνη. Ο Γαλιλαίος, σε μια εποχή που το προσδόκιμο ζωής έφτανε τα 25 χρόνια, δημοσίευσε το τελευταίο κείμενό του όταν ήταν 74. Ο Γουόρεν Μπάφετ είναι 83 ετών και ακόμη βγάζει λεφτά. Ο Πικάσο πέθανε με μπογιά στα χέρια του, στα 91.
Πριν από λίγες ημέρες, το περιοδικό «Time» δημοσίευσε ένα κείμενο για την τέχνη της ζωής.Αφού έκανε αναφορά σε καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, ανθρώπους που έζησαν ως τα βαθιά γεράματα δημιουργώντας, επιχειρηματολόγησε και με τη βοήθεια της επιστήμης, μέσα από τα λόγια του καθηγητή Νευρολογίας του UCLA, δρος Τζωρτζ Μπαρτζώκη: «Οι γιατροί πρέπει να σκέφτονται δημιουργικά, οι δικηγόροι το ίδιο, οι άνθρωποι των αγορών πρέπει να σκαρφιστούν πράγματα που θα μας κάνουν να μην καταλαβαίνουμε πώς ακριβώς βγάζουν λεφτά. Η δουλειά τους μπορεί να μη μείνει αιώνια, αλλά, κάνοντας αυτό που έχουν πείσει τον εαυτό τους ότι είναι πλασμένοι να κάνουν, νιώθουν ευχαριστημένοι, λιγότερο λυπημένοι και φέρονται καλύτερα και στο σώμα τους».
Και, κάπως έτσι, ζουν περισσότερο. Το θέμα δεν είναι (μόνο) τα χρήματα. Το κλειδί της ζωής είναι να βρεις κάτι που σε βοηθά να νιώθεις ευκίνητος, προσαρμοστικός, οραματιστής, να έχεις ιδέες και να λύνεις προβλήματα. Να αποφεύγεις να κάνεις κάτι μηχανικά, κάτι βαρετό. Να ξεγελάσεις τον εαυτό σου και μαζί με αυτόν και τον ενοχλητικό χρόνο.
Υπάρχουν και επιστήμονες που διαφωνούν. Που λένε ότι το μυαλό αδυνατίζει με την ηλικία, όπως το υπόλοιπο σώμα, πως η σκέψη φθίνει. Αλλά, στην πραγματικότητα, η σκέψη έχει την ικανότητα να αυτοδιορθώνεται, να μετατρέπει το μειονέκτημα σε πλεονέκτημα. Μπορεί μεγαλώνοντας να χάνεις την ικανότητα απομνημόνευσης που είχες στα 20 και στα 30, μπορεί να μην είναι τόσο εύκολο να χειριστείς έναν υπολογιστή, αλλά ο εγκέφαλος ισορροπεί με άλλον τρόπο. Στη γλώσσα, στην κουβέντα, στην εμπειρία. «Οταν βάζεις το μυαλό σου να δουλέψει, ακόμη και αν μεγαλώνει, καταφέρνει να αυτοδιορθώνει πράγματα» λέει ο Μπαρτζώκης. Και επίσης, μεγαλώνοντας, έχεις και λιγότερους λόγους να ανησυχείς. Μπορεί όταν είσαι σε παραγωγική ηλικία να είσαι πιο ακμαίος, αλλά έχεις δεκάδες πράγματα στο μυαλό σου: έρωτες, χρέη, υποθήκες, δάνεια, ανατροφή παιδιών. Οταν είσαι μεγαλύτερος, μπορείς να ηρεμήσεις απ’ όλα αυτά…
Πόσες φορές δεν διαβάζουμε κείμενα για ανθρώπους που πεθαίνουν λίγες ημέρες μετά τον θάνατο συντρόφου τους, για γονιούς που υποκύπτουν στην εκφυλιστική τους ασθένεια λίγο μετά τον γάμο της κόρης τους. Αυτό αποδεικνύει πως, πέρα από τη βιολογία, υπάρχει και η δύναμη της θέλησης η οποία μπορεί να σε κρατήσει στη ζωή.
Το ερώτημα είναι τι γίνεται στην Ελλάδα του 2013 και πώς μπορείς να ερωτευτείς μια δουλειά, να παθιαστείς με κάτι, να ξεχάσεις την πραγματικότητα δημιουργώντας, όχι απαραίτητα κάτι μεγαλειώδες· απλώς δημιουργώντας. Πώς γίνεται μέσα σε αυτές τις συνθήκες τρόμου, παραίτησης, ανάγκης για επιβίωση και διαρκούς επίθεσης από τη χυδαία πραγματικότητα. Πώς μπορούν οι συνταξιούχοι, που θεωρούνται σχεδόν περιττοί από την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, να σώσουν τον εαυτό τους; Η απάντηση σε αυτό δεν υπάρχει, όσες έρευνες και να γίνουν στο UCLA. Η γιαγιά μου, πάντως, κοντά στα 80, μοδίστρα στο επάγγελμα, έλεγε πρόσφατα «πρέπει να βρω ξανά κάτι να κάνω, μια δουλειά να την ερωτευτώ, δεν περνάει αλλιώς η ζωή». Και δεν έχει ακούσει καν για την ύπαρξη του σχεδόν συνομήλικού της Γούντι Αλεν.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ