Υστερα από έξι τρίμηνα ύφεσης η οικονομία της ευρωζώνης επέστρεψε σε τροχιά ανάπτυξης δημιουργώντας προσδοκίες για έξοδο της Ευρώπης από το υφεσιακό σπιράλ. Πρόκειται για ακόμη μία θετική εξέλιξη που έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά ενθαρρυντικών στοιχείων (βιομηχανική παραγωγή, κλίμα εμπιστοσύνης κτλ.) για την προοπτική της ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι πολιτικές λιτότητας όμως που εφαρμόζονται όχι μόνο στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και του Βορρά, όπως π.χ. στην Ολλανδία, η οποία καλείται να περιορίσει το έλλειμμά της κάτω από το όριο του 3%, δημιουργούν ανησυχίες για το αν και κατά πόσον η ανάκαμψη της ευρωζώνης είναι βιώσιμη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το ΑΕΠ της ευρωζώνης ενισχύθηκε κατά 0,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2013 σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο αλλά υποχώρησε 0,7% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2012. Το μέγεθος ξεπέρασε τις εκτιμήσεις αναλυτών και οικονομολόγων, οι οποίοι ανέμεναν μικρότερη άνοδο της τάξεως του 0,2% σε τριμηνιαία βάση και μείωση 0,8% σε ετήσια.
Υπενθυμίζεται ότι στο πρώτο τρίμηνο η οικονομία στη ζώνη του ευρώ είχε συρρικνωθεί κατά 0,3%, ύστερα από αναθεώρηση των αρχικών στοιχείων που έκαναν λόγο για συρρίκνωση 0,2%.
Η επιστροφή της ευρωζώνης σε αναπτυξιακούς ρυθμούς ήταν κυρίως αποτέλεσμα της ανόδου που σημείωσε το ΑΕΠ της Γερμανίας και της Γαλλίας, ενώ έκπληξη αποτέλεσε η Πορτογαλία, η οποία, ύστερα από δυόμισι χρόνια ύφεσης, εμφάνισε ανάπτυξη 1,1%, την ισχυρότερη σε επίπεδο τριμήνου σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η οικονομία της Ισπανίας συρρικνώθηκε κατά 0,1% ενώ της Ιταλίας και της Ολλανδίας μειώθηκε κατά 0,2%. Η Κύπρος για ακόμη μία φορά εμφάνισε την ισχυρότερη υποχώρηση, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται κατά 1,4%, έπειτα από την κατά 1,7% πτώση του πρώτου τριμήνου.
Επιπλέον το δεύτερο τρίμηνο του 2013 η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη σημείωσε τη μεγαλύτερη άνοδο των τελευταίων δυόμισι και πλέον ετών. Σύμφωνα με τη Eurostat, αυξήθηκε κατά 1,1% σε σχέση με το πρώτο ποσοστό, το οποίο ήταν υψηλότερο από το τέταρτο τρίμηνο του 2010. Ωστόσο η άνοδος αυτή οφείλεται στη Γερμανία, η βιομηχανική παραγωγή της οποίας παρουσίασε αύξηση 2,5% σε μηνιαία βάση, τη στιγμή που στη Γαλλία σημειώθηκε πτώση 1,5%.
Πάντως το ότι η κατάσταση στην ευρωζώνη βελτιώνεται αποτυπώνεται και στη στάση των αγορών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι οι εταιρείες εκτός ευρωζώνης εκδίδουν ομόλογα σε ευρώ με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τεσσάρων ετών.
Η εξέλιξη αυτή, που είναι κυρίως αποτέλεσμα των χαμηλών επιτοκίων καθώς εταιρείες εκτός ευρωζώνης επιχειρούν να επωφεληθούν από το ιστορικά χαμηλό κόστος δανεισμού της περιοχής, καταδεικνύει την ολοένα αυξανόμενη εμπιστοσύνη στο κοινό νόμισμα και αποτελεί ένδειξη πως τα χειρότερα της κρίσης χρέους ίσως έχουν παρέλθει.

Πρόωροι οι πανηγυρισμοί για την ανάπτυξη
Η λιτότητα που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις εν μέσω «πιστωτικής ξηρασίας» επιδεινώνει την κατάσταση

Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι είχε βιαστεί από τον Μάρτιο του 2012 να (προ)αναγγείλει την έξοδο από το τούνελ της κρίσης. «Τα χειρότερα είναι πίσω μας» είχε υποστηρίξει τότε με βεβαιότητα ο ιταλός τραπεζίτης. Η αισιοδοξία του όμως δεν επιβεβαιώθηκε.
Ακόμη και οι μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, παρασύρθηκαν τους μήνες που ακολούθησαν στον κατήφορο της ύφεσης. Ετσι σήμερα κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει με βεβαιότητα ότι η ευρωζώνη έχει μπει για τα καλά στις ράγες της οικονομικής ανάκαμψης.
Υπάρχουν ωστόσο αρκετά στοιχεία που μπορούν να στηρίξουν μια αισιόδοξη ματιά. Το βασικότερο ασφαλώς είναι ότι για πρώτη φορά έπειτα από πολλά τρίμηνα συρρίκνωσης οι 17 χώρες του ευρώ κατέγραψαν στο δεύτερο τρίμηνο του έτους αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,3% σε σύγκριση με τους τρεις πρώτους μήνες του 2013.
Η μεγέθυνση μπορεί να ήταν οριακή για ορισμένες χώρες όπως η Γαλλία (0,3%), τα στοιχεία όμως από άλλες οικονομίες όπως η Πορτογαλία ήταν ανέλπιστα θετικά (1,1%). Αχτίδα αισιοδοξίας συνιστά και η μικρή έστω μείωση του αριθμού των ανέργων στις δύο χώρες της Ιβηρικής (Ισπανία και Πορτογαλία) έπειτα από δύο χρόνια αύξησης της ανεργίας.
Οι δείκτες επιχειρηματικής εμπιστοσύνης και ιδιωτικής κατανάλωσης κατέγραψαν επίσης βελτίωση τους τελευταίους μήνες αντανακλώντας μια αντιστροφή του αρνητικού κλίματος. Ανάλογη ήταν και η αντίδραση των αγορών καθώς υποχώρησαν τα spreads των κρατικών ομολόγων τόσο της Γερμανίας όσο και χωρών του Νότου όπως η Ιταλία και η Ισπανία.
Η ανεργία το μεγάλο πρόβλημα

Τίποτε όμως από τα παραπάνω δεν αποτελεί λόγο για πανηγυρισμούς, όπως υποστηρίζουν οικονομικοί αναλυτές και ευρωπαϊκά ινστιτούτα ερευνών. Και αυτό διότι η βελτίωση στηρίζεται εν μέρει σε συγκυριακούς παράγοντες αλλά και για τον επιπλέον λόγο ότι υπάρχουν σχεδόν άλλοι τόσοι λόγοι ανησυχίας για το επόμενο διάστημα.
«Αναμφίβολα η ανεργία παραμένει το σημαντικότερο πρόβλημα της Ευρώπης» σημειώνει σε ανάλυσή του το γερμανικό περιοδικό «Spiegel». Μια προσεκτική ματιά στα ενθαρρυντικά κατά τα άλλα στατιστικά δείχνει για παράδειγμα ότι το ποσοστό των ανέργων στην Ισπανία μειώθηκε χάρη στις εποχικές συμβάσεις απασχόλησης που συνδέονται με την τουριστική περίοδο στη χώρα.
Αλλωστε πώς θα μπορούσε να «πανηγυρίσει» ο πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι όταν στη χώρα του υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένοι 4,7 εκατ. άνεργοι; Αλλωστε, όπως σημειώνουν οικονομικοί αναλυτές στον γαλλικό «Monde», «για να υποχωρήσει μακροπρόθεσμα η ανεργία στην Ισπανία απαιτείται ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης τουλάχιστον 1,5% του ΑΕΠ», κάτι που δεν προβλέπεται να γίνει ούτε το 2014.
Το ζήτημα της «βιωσιμότητας» της ανάκαμψης στην «ατμομηχανή της Ευρώπης» θέτει σε ξεχωριστό ρεπορτάζ το «Spiegel» επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι στη Γερμανία εδραιώνεται μια κοινωνία «τριών ταχυτήτων», όπου τους καρπούς της ανάπτυξης γεύεται μόνο ένα μικρό ποσοστό υψηλόβαθμων στελεχών ή επιχειρηματιών που κερδίζουν μερικά εκατομμύρια τον χρόνο όταν ένα μεγάλο ποσοστό Γερμανών κερδίζει 1.000 ευρώ τον μήνα.
Την ίδια στιγμή η ανεργία, που δεν θεωρείται πρόβλημα στη χώρα, αγγίζει το 20% στην «τρίτη κατηγορία» του πληθυσμού των εργαζομένων χαμηλού μορφωτικού επιπέδου ή χωρίς ειδίκευση.
Το ιδιωτικό χρέος

Εκτός όμως από τις κοινωνικές ανισότητες που εντείνει η παρατεταμένη ύφεση σε συνδυασμό με τα μέτρα λιτότητας, ένας άλλος παράγοντας ανησυχίας είναι το χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Το ζήτημα αναδεικνύει σε άρθρο της η «Wall Street Journal» σημειώνοντας ότι το αυξημένο ιδιωτικό χρέος των χωρών της ευρωζώνης επιτείνει την ύφεση καθώς οι τράπεζες δεν δανείζουν, οι επιχειρήσεις δεν έχουν κεφάλαια να δαπανήσουν και τα νοικοκυριά δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να καταναλώσουν.
Καθώς όμως οι ευρωπαϊκές τράπεζες καλούνται να εξοικονομήσουν σχεδόν 3 τρισ. ευρώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις της RBS, τα επόμενα πέντε χρόνια για να ανταποκριθούν στους νέους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας, η πραγματική οικονομία θα παραμείνει «παγωμένη» το επόμενο διάστημα, αναφέρει η αμερικανική εφημερίδα.
Οι ίδιες συνθήκες επικρατούσαν και στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το σκάσιμο της φούσκας της αγοράς ακινήτων το 2008, θυμίζει ο συντάκτης του άρθρου, η καταναλωτική ζήτηση όμως τονώθηκε κυρίως χάρη στα μέτρα «νομισματικής χαλάρωσης» που υιοθέτησε η ομοσπονδιακή τράπεζα Fed. Η λιτότητα που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις εν μέσω «πιστωτικής ξηρασίας» επιδεινώνει την κατάσταση της οικονομίας.
«Η ταυτόχρονη μείωση χρεών από κυβερνήσεις, τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν είναι παρά αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «τοξικός συνδυασμός» για την ανάπτυξη» καταλήγει η εφημερίδα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ