Οποιος ενδιαφέρεται γι’ αυτό που δηλώνεται με τη στερεότυπη και γενικόλογη έκφραση «υγιεινή διατροφή» ξέρει ότι συνεχώς προστίθενται στο λεξιλόγιό του καινούριες λέξεις. Λέξεις που δηλώνουν ουσίες χρήσιμες τις περισσότερες φορές για τον ανθρώπινο οργανισμό. Από τα γκότζι μπέρι που φυτρώνουν υποτίθεται σε πλαγιές των Ιμαλαΐων μέχρι τα κριλ, της Βόρειας Θάλασσας. Ακόμη μία τέτοια όχι απευθείας κατανοητή λέξη είναι και το συνένζυμο. Αλλά για την αποκρυπτογράφησή του είναι απόλυτα λογικό να ξεκινήσουμε από τη λέξη «ένζυμο». Τα ένζυμα λοιπόν είναι ουσίες που παίζουν σε έναν ζωντανό οργανισμό τον ρόλο του καταλύτη, γι’ αυτό θεωρείται ότι ανήκουν στους λεγόμενους βιοκαταλύτες, αφού σχετίζονται με την ύπαρξη ζωής. Συμμετέχουν δηλαδή σε σημαντικές αντιδράσεις σχετικές με το σώμα μας. Είτε διασπούν (=αποικοδομούν) τα θρεπτικά συστατικά σε απλούστερα μόρια είτε συνδυάζουν μόρια έτσι ώστε να να ευνοούνται κάποιες κυτταρικές δράσεις που κρατούν ζωντανό το κύτταρο. Και μέσα στο σώμα μας οι αντιδράσεις αυτές πραγματοποιούνται μόνον επειδή υπάρχουν τα ένζυμα. Η δράση τους είναι σε κυτταρικό επίπεδο και εκτυλίσσεται μέσα στο κάθε κύτταρο. Και για όλα είναι υπεύθυνα τα ένζυμα. Τόσο που λένε ότι αν κατανοείς τα ένζυμα κατανοείς το κύτταρο. Αρκεί να σκεφθούμε ότι και ένας μικροοργανισμός, αόρατος διά γυμνού οφθαλμού, όπως το βακτηρίδιο Esericchia coli, διαθέτει περίπου 1.000 διαφορετικούς τύπους ενζύμων, που «πλέουν» μέσα στο κυτταρικό υγρό. Ο ρόλος τους είναι να βοηθούν να γίνονται γρήγορα διάφορες αντιδράσεις. Η χημική σύσταση των ενζύμων μάς επιτρέπει να τα θεωρούμε πρωτεΐνες, δηλαδή ένα κομπολόι από αμινοξέα. Από 100 έως και 1.000 αμινοξέα μπορείς να συναντήσεις σε ένα ένζυμο. Με μοναδικό τρόπο διαδοχής και να έχουν πάρει ένα σχήμα επίσης ιδιαίτερο, κάτι σαν κλειδί που ταιριάζει σε μια ειδικά γι’ αυτό κατασκευασμένη κλειδαριά. Εδώ όμως είναι η ώρα να μπει στη σκηνή και ένα άλλο εργαλείο, που κάνει το κλειδί να είναι ακόμη πιο μοναδικής κατασκευής. Διότι κάποια ένζυμα δεν ενεργοποιούνται χωρίς τη βοήθεια και άλλων συν-παραγόντων (cofactors). Αυτοί μπορεί να είναι ή μεταλλικά ιόντα (Μαγνησίου, Καλίου, Ασβεστίου) ή συνένζυμα. Τα συνένζυμα δεν είναι πρωτεΐνες. Είναι μικρού μοριακού βάρους οργανικές ενώσεις, που προέρχονται από βιταμίνες και κάνουν ακόμη πιο εξειδικευμένη τη δράση του ενζύμου ως καταλύτη.
Για τη σύνδεσή τους με τα ένζυμα, τα συνένζυμα δεν παραχωρούν ούτε δέχονται προς ιδία χρήση ηλεκτρόνια. Τα μοιράζονται, έτσι ώστε να συναποτελούν ένα νέφος που ανήκει και στους δύο… συμβαλλόμενους. Στο τέλος της επιθυμητής αντίδρασης ο δεσμός και η κοινοκτημοσύνη καταργούνται και τα συνένζυμα επιστρέφουν εκεί που πάντα βρίσκονταν μέσα στο κύτταρο. Είναι εύκολο να καταλάβει ο οποιοσδήποτε ότι αφού τα συνένζυμα προέρχονται από βιταμίνες η κατάλληλη διατροφή ευνοεί την ύπαρξη των συνενζύμων που χρειάζεται ο οργανισμός. Το Φολικό Οξύ και κάποιες από τις βιταμίνες που συμπλέγματος Β συντελούν στην παραγωγή τους (π.χ. το λεγόμενο NAD, που μεταφέρει ιόντα Υδρογόνου κατά την ενζυματική αντίδραση, από τη βιταμίνη Β3) ενώ βιταμίνες όπως η C δρουν κατευθείαν σαν συνένζυμα.
Το Συνένζυμο Q10 (coQ10) είναι το πιο διάσημο και το βρίσκει όποιος θέλει (σε αρκετά αλμυρή τιμή είναι η αλήθεια) στα ειδικά καταστήματα όπου πωλούνται πρόσθετα. Σύμφωνα με τον κ. Γ. Μανουσάκη (βλ. σχετικά «Συμπληρώματα Διατροφής», κεντρική διάθεση Α. Χριστάκης, τηλ. 210 3639.336), ομότιμο καθηγητή Ανόργανης Χημείας: «Ο οργανισμός μας μπορεί να συνθέσει ορισμένη μόνο ποσότητα Q10, στο συκώτι, όπου παράγεται και η χοληστερίνη. Η παραγωγή και των δύο ουσιών γίνεται με τη βοήθεια ορισμένων ενζύμων του ήπατος. Αρα όσοι παίρνουν φάρμακα για να ελαττώσουν τη χοληστερίνη, ιδιαίτερα όταν περιέχουν στατίνες, πρέπει να είναι προσεκτικοί διότι μπορεί τα φάρμακα αυτά να παρεμποδίζουν την παραγωγή της χοληστερίνης αλλά ταυτόχρονα επηρεάζουν και τον σχηματισμό του συνενζύμου που είναι απαραίτητο όπως αναφέρθηκε για τη λειτουργία των κυττάρων».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ