Μαζική αγωγή κατά μεγάλου πιστωτικού ιδρύματος για προώθηση παραπλανητικών επενδυτικών προϊόντων καταθέτουν 200 έλληνες πολίτες που φέρεται να έχουν χάσει ποσό της τάξης των 20 εκατ. ευρώ συνολικά. Ωστόσο ο αριθμός των «θυμάτων» εντός και εκτός της χώρας υπολογίζεται σε 10.000 και τα χρήματα που έχουν χάσει ανέρχονται σε περίπου 100 εκατ. ευρώ.
Βάση της αγωγής που καταθέτουν θεωρείται σχετικό έγγραφο του Συνηγόρου του Καταναλωτή από τις 25 Φεβρουαρίου 2013, ο οποίος, όπως αναφέρει, «δέχθηκε σημαντικό αριθμό αναφορών από επενδυτές που καταγγέλλουν τη συγκεκριμένη τράπεζα για παραπλανητική, προσυμβατική ενημέρωση κατά την προώθηση των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των καταναλωτών αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο που περιέκλειε η επένδυσή τους μετά από μια σειρά ανακοινώσεων και ενεργειών της τράπεζας από τον Δεκέμβριο του 2011, όπως την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου από εισαγωγή μετοχών λόγω μετατροπής των ΜΑΕΚ, την τροποποίηση του όρου έκδοσής τους τον Μάιο του 2012. Με αποκορύφωμα την ειδοποίηση με ημερομηνία 15 Ιουνίου 2012 για υποχρεωτική ακύρωση πληρωμής τόκου των επίμαχων αξιογράφων. Το επενδυτικό προϊόν είχε πωληθεί ως παραπλήσιο προθεσμιακής κατάθεσης πενταετούς διάρκειας με προνομιακό επιτόκιο και εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου στη λήξη του. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω ενεργειών της τράπεζας οι καταγγέλλοντες έχουν ήδη απολέσει τόκους επί του κεφαλαίου τους λόγω της υποχρεωτικής ακύρωσης πληρωμής τόκου για το έτος 2012 ενώ το ύψος της επένδυσής τους εξαρτάται από μελλοντικούς αστάθμητους παράγοντες (ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, υποχρεωτική μετατροπή των αξιογράφων σε μετοχές) με σημαντική πιθανότητα να απολέσουν σημαντικό μέρος του επενδεδυμένου κεφαλαίου τους».
Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος κ. Μιχάλης Μαρκουλάκος που εκπροσωπεί νομικά πολλά από τα θύματα της τράπεζας και συντάσσει το σχετικό έγγραφο, «πρόκειται για μια ιδιαιτέρως σοβαρή υπόθεση. Ένα από τα βασικά στοιχεία που αναδεικνύει το εύρος των παράτυπων ενεργειών της τραπέζης είναι ένα εσωτερικό κείμενό της με τίτλο «Επιχειρήματα πώλησης μετατρέψιμου ομολόγου». Σε αυτό υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με όσα ειπώθηκαν στους πελάτες του πιστωτικού ιδρύματος».

Στους πελάτες της τράπεζας δινόταν κείμενο στο οποίο υπήρχαν αναφορές ότι «ο κάτοχος του ομολόγου απολαμβάνει την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, ενώ ταυτόχρονα επωφελείται από μια πιθανή άνοδο της μετοχής σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα». Στο εσωτερικό έγγραφο του πιστωτικού ιδρύματος ωστόσο σημειωνόταν: «Υπάρχουν παράγοντες κινδύνου που χωρίζονται σε τρεις πυλώνες οι οποίοι είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα της τράπεζας, οι κίνδυνοι που προέρχονται από την έκδοση του συγκεκριμένου ΜΑΕΚ και οι κίνδυνοι που προέρχονται από τη μετατροπή προηγουμένων εκδόσεων μετατρέψιμων αξιογράφων σε ΜΑΕΚ».
Στο πολυσέλιδο έγγραφο του Συνηγόρου του Καταναλωτή επισημαίνεται ακόμη ότι «η τράπεζα προχώρησε σε παροχή επενδυτικών συμβουλών προς τους πελάτες της χωρίς να λαμβάνει υπόψη της το επενδυτικό τους προφίλ και χωρίς να προφέρει αντικειμενική και πλήρη ενημέρωση και γενικότερα χωρίς τις προαπαιτούμενες οδηγίες του νόμου αναφορικά με τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων».