Οι επιπλοκές που προκάλεσαν τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα ανάγκασαν τους γιατρούς να ακρωτηριάσουν τον άνδρα που είχε υποβληθεί στην πρώτη διπλή μεταμόσχευση ποδιών.

Η ανακοίνωση έρχεται ενάμισι έτος μετά την πραγματοποίηση της επέμβασης στο νοσοκομείο Λα Φε της Βαλένθια

«Ο ασθενής […] χρειάστηκε να υποβληθεί σε επέμβαση για τον ακρωτηριασμό των μεταμοσχευθέντων άκρων […] επειδή υπέφερε από επιπλοκές εξαιτίας μιας ασθένειας η οποία δεν συνδεόταν με τη μεταμόσχευση» ανακοίνωσε το δημόσιο νοσοκομείο Λα Φε.

Επιπλοκές από τα ανοσοκατασταλτικά

Ο ασθενής, σήμερα 22 ετών, αναγκάστηκε να σταματήσει τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, τα οποία εμπόδιζαν την απόρριψη των μοσχευμάτων, καθώς η αγωγή αυτή εμπόδιζε τη θεραπεία μιας ανεξάρτητης ασθένειας από την οποία έπασχε, εξήγησε το νοσοκομείο.

«Σε αυτές τις περιπτώσεις, το πρωτόκολλο υποδεικνύει πως, αν το μόσχευμα δεν είναι ζωτικό όργανο, πρέπει να αφαιρείται από τον ασθενή ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη σε θεραπεία» ανέφερε το νοσοκομείο σε ανακοίνωσή του.

Το μόνο που είχε γνωστό για τον λήπτη των μοσχευμάτων είναι ότι είχε χάσει σε ατύχημα τα δύο κάτω άκρα από το μέσο του μηρού και κάτω.

Η επέμβαση στη Βαλένθια ήταν η πρώτη διπλή μεταμόσχευση κάτω άκρων, όχι όμως και η τελευταία. Στις αρχές του 2012, γιατροί στην Τουρκία πραγματοποίησαν την πρώτη τριπλή μεταμόσχευση άκρων, και λίγο αργότερα ακολούθησε η πρώτη τετραπλή. Όμως ο ασθενής στον οποίο μεταμοσχεύτηκαν δύο χέρια και δύο πόδια ταυτόχρονα απεβίωσε λίγες μέρες αργότερα.

Πρωτοπόρος ο γιατρός που πραγματοποίησε τη μεταμόσχευση

Στην Ισπανία, η διπλή μεταμόσχευση ποδιών είχε πραγματοποιηθεί από την ομάδα του πλαστικού χειρουργού Πέδρο Καβάδας, ο οποίος είναι διάσημος στην Ισπανία για άλλες ανάλογες επεμβάσεις: το 2008 πραγματοποίησε διπλή μεταμόσχευση άνω άκρων, την πρώτη στην Ισπανία και δεύτερη στον κόσμο, και το 2009 πραγματοποίησε την πρώτη ολική μεταμόσχευση προσώπου που περιλάμβανε τη γλώσσα και την κάτω σιαγόνα.

Οι μεταμοσχεύσεις άκρων και προσώπων παραμένουν αμφιλεγόμενες σε ορισμένες χώρες, δεδομένου ότι δεν είναι απαραίτητες για την επιβίωση του ασθενή και ενέχουν τον κίνδυνο απόρριψης των μοσχευμάτων ή εμφάνισης ψυχολογικών προβλημάτων.