Ο Σεμπαστιέν Οζιέ τρέχει από την ημέρα που γεννήθηκε. Παραδέχεται ότι περπάτησε πιο γρήγορα από ό,τι περπατούν τα παιδιά συνήθως. Μικρός ήταν και όταν ξεκίνησε να οδηγεί. Πρώτα καρτ και μετά τα 18 του χρόνια αυτοκίνητο. Πέντε χρόνια πριν, έλαβε μέρος στο Junior World Rally Championship, σημείωσε την πρώτη του νίκη, προχώρησε, άλλαξε κατηγορία και τώρα βρίσκεται μερικά βήματα πριν από την κατάκτηση του πρώτου πραγματικά μεγάλου τίτλου. Αυτόν του πρωταθλητή στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλλυ (WRC), μαζί με το Volkswagen Polo R WRC, το όχημά του. Είναι μόλις 29 ετών, έχει «μετακομίσει» από τη Γαλλία στην Ελβετία και είναι πολύ χαρούμενος για αυτά που έχει καταφέρει μέχρι στιγμής. Πριν λίγες μέρες βρέθηκε με την ομάδα του στην Ελλάδα για τον 6o γύρο του εφετινού Παγκόσμιου Πρωταθλήματος (το οποίο απαρτίζεται από συνολικά 13 αγώνες), καθώς την Κυριακή 2 Ιουνίου ολοκληρώθηκε το 59ο Ράλλυ Ακρόπολις, στο οποίο έλαβε μέρος. Ονειρό του ήταν να ανεβεί ξανά στο βάθρο (το πέτυχε και το 2011, οδηγώντας Citroën) και να βρεθεί ακόμη ένα βήμα πιο κοντά στον μεγάλο του στόχο, την κατάκτηση του εφετινού τίτλου στο WRC. Εχασε όμως την πρωτιά από τον Φινλανδό Γιάρι ΜάτιΛάτβαλα. Τερμάτισε στην 10η θέση, αλλά είναι πρώτος στην βαθμολογία των οδηγών.

Οδηγείς το πολύ γρήγορο Volkswagen Polo R WRC. Πώς θα περιέγραφες το προσωπικό σου στυλ οδήγησης; «Αυτό που στοχεύω να κάνω σε κάθε κούρσα είναι να είμαι όσο το δυνατόν πιο αποδοτικός στον δρόμο την ώρα του αγώνα. Δεν θέλω να μου φεύγει το αυτοκίνητο και προσέχω να μην ξεφεύγω από τις γραμμές του δρόμου – κάτι που είναι πολύ δύσκολο, καθώς αυτή είναι η φύση του αγώνα. Μου αρέσει επίσης να βρίσκω το σημείο του δρόμου στο οποίο “γραπώνεται” καλύτερα το αυτοκίνητο».

Τόσο γρήγορα τρέχεις και με το ιδιωτικό σου αυτοκίνητο; «Συνήθως όχι, γιατί ως επαγγελματίες οδηγοί του WRC πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Αν σε πιάσουν να τρέχεις μέσα στην πόλη, για παράδειγμα, και σου πάρουν το δίπλωμα, τότε χάνεις αυτομάτως το δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες. Οπότε, στην πίστα διοχετεύω όλη μου την ενέργεια».

Μέχρι στιγμής είσαι πρωτοπόρος στην κατηγορία σου. Πέρα από το αυτονόητο, το να θέλεις να είσαι εσύ ο εφετινός πρωταθλητής, τι περιλαμβάνει το ιδανικό φινάλε για τη σεζόν; «Κατ’ αρχάς, θέλω πραγματικά όσο τίποτα να κατακτήσω το πρωτάθλημα εφέτος. Ξεκίνησα πολύ δυνατά, έχω αποκτήσει μια καλή διαφορά από τον δεύτερο. Προσπαθώ να είμαι συγκεντρωμένος, δεν υπάρχει χρόνος για χαλάρωση αυτή την περίοδο. Θέλω να κερδίσω στην Αθήνα, στο Ράλλυ Ακρόπολις. Αυτός είναι ο επόμενος στόχος μου. Εχουμε ακόμη οκτώ αγώνες και με έξι καλά αποτελέσματα θα τα καταφέρω. Μεσολαβεί αρκετός δρόμος ακόμη ως το ιδανικό φινάλε».

Σε ένα τόσο απαιτητικό καλαντάρι, ποια θα έλεγες ότι είναι η πίστα ή οι πίστες που σου ταιριάζουν περισσότερο; «Μου αρέσουν πολύ οι γρήγορες πίστες, αυτές στις οποίες το αυτοκίνητο έχει τη δυνατότητα να “γλιστρά”. Για παράδειγμα, οι πίστες της Σουηδίας και της Φινλανδίας είναι από τις αγαπημένες μου».

Ποια είναι η γνώμη σου για τους οδηγούς της Formula 1; Είναι καλύτεροι από εσάς τους οδηγούς του WRC; «Δεν πρόκειται για συγκρίσιμα μεγέθη. Είναι τελείως διαφορετικοί κόσμοι. Τους σέβομαι πάρα πολύ ως οδηγούς και μου αρέσει να τους παρακολουθώ. Αν είχα ποτέ την ευκαιρία να τρέξω σε Formula 1, θα το έκανα. Βέβαια, είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι οδηγός του WRC. Αυτό που θα ήθελα ίσως θα ήταν να τεστάρω ένα μονοθέσιο της F1. Δεν είναι όνειρό μου, πάντως, να γίνω οδηγός της F1».

Πολλοί λένε ότι οι οδηγοί της Formula 1 τρέχουν γρήγορα, κάνοντας κύκλους γύρω από μια πίστα. Είναι πιο εύκολο σε σχέση με αυτό που κάνετε εσείς; «Τίποτε δεν είναι εύκολο όταν τρέχεις σε κορυφαίο επίπεδο. Απλώς είναι διαφορετικές οι ικανότητες και οι απαιτήσεις. Οταν τρέχεις στην F1, είναι τρομακτικά δύσκολο να είσαι τόσο ακριβής σε κάθε γύρο. Για εμάς είναι διαφορετικό όταν τρέχουμε, μετρούν διαφορετικά οι χρόνοι. Οπως σε όλα τα σπορ, έτσι και εδώ, πιστεύω ότι προοδεύεις όταν αποκτάς εμπειρίες. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ετσι, θεωρώ ότι για τους οδηγούς της Formula 1 είναι πιο εύκολο, εμπειρικά, να θυμούνται κομμάτια της εκάστοτε πίστας και να τα καταφέρνουν όλο και καλύτερα».

Ποια είναι για εσένα η μεγαλύτερη πρόκληση σε μια πίστα ράλι WRC; «Το πιο σημαντικό είναι να προσαρμόζεσαι στις συνθήκες του αγώνα, που πολλές φορές αλλάζουν διαρκώς. Μπορεί να έχεις τεστάρει την πίστα πριν από τον αγώνα με διαφορετικές συνθήκες από αυτές που θα συναντήσεις στο επίσημο ράλι. Κάτι τέτοιο κάνει την πίστα τελείως διαφορετική. Επομένως, το σημαντικό είναι να μπορείς να εκτιμήσεις τι θα συναντήσεις στον αγώνα και να ελιχθείς άμεσα».

Ποια είναι η γνώμη σου για το Ράλλυ Ακρόπολις; Είναι δύσκολος αγώνας; «Εχει ωραίες ειδικές διαδρομές και κουβαλά μεγάλη ιστορία. Αν και πρόκειται για πολύ τραχιά διαδρομή, κάτι που δεν προτιμώ, μου αρέσει. Πέρυσι δεν τα είχα πάει πολύ καλά στην Αθήνα, οπότε εφέτος θέλω είμαι στο βάθρο».

Πολλοί σε παρομοιάζουν με τον Σεμπαστιέν Λεμπ. Πώς σου φαίνεται αυτό; «Το ακούω πολύ συχνά. Είναι ωραίο να σου το λένε, αλλά προτιμώ και θέλω να αφήσω το δικό μου στίγμα. Ας πάρω πρώτα έναν τίτλο και ας αρχίσουν μετά οι συγκρίσεις μαζί του. Εχω πολύ δρόμο μπροστά μου. Εύχομαι εφέτος να γίνει η αρχή».

Ποια ήταν η καλύτερη στιγμή σου ως τώρα στους αγώνες του WRC; «Νομίζω πως ήταν η νίκη στη Σουηδία εφέτος, στο 61ο Ράλλυ Σουηδίας. Ηταν ένας δύσκολος αγώνας, από την αρχή μέχρι το τέλος. Ημουν μόλις ο δεύτερος οδηγός εκτός Σκανδιναβίας που κατάφερε να κερδίσει αυτόν τον αγώνα στα τόσα χρόνια που γίνεται και νίκησα τον Σεμπαστιέν Λεμπ, τον πρώτο που “άνοιξε τον δρόμο”. Οπότε, μιλάμε για μεγάλη τιμή».

Πώς είναι η καθημερινότητά σου; Εχεις ελεύθερο χρόνο; «Δεν θα έλεγα ότι έχω αρκετό. Ολη την ημέρα, κάθε μέρα, τους πιο πολλούς μήνες του χρόνου, ασχολούμαι με τους αγώνες. Βλέπουμε με την ομάδα μου τις πίστες, τις αναλύουμε, προπονούμαι καθημερινά. Ηταν ένα όνειρο για εμένα να γίνω επαγγελματίας οδηγός του WRC, δεν είναι κάτι που συμβαίνει συχνά στον καθένα. Προσπαθώ να το απολαμβάνω όσο το δυνατόν περισσότερο. Ακόμη και στις δύσκολες ώρες, που μου λείπουν οι φίλοι μου και οι γονείς μου, προσπαθώ να σκέφτομαι πόσο μου αρέσει αυτό που κάνω και πως τελικά, ναι, αξίζει τον κόπο».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 2 Ιουνίου 2013