Η αριθμητική στην τέχνη αποτελεί χωρίς αμφιβολία παγίδα. Τι να σου πουν τα νούμερα όταν έχεις να κάνεις, για παράδειγμα, με τον Τζίμι Σκοτ, έναν από τους σπουδαιότερους τζαζ τραγουδιστές που πάτησαν το πόδι τους στη Γη, τον Τζον Ζορν, έναν πειραματιστή που η μουσική του δεν γνωρίζει σύνορα και ταμπέλες –αλλά που και οι δύο έχουν τη χειρότερη δυνατή σχέση με τις πωλήσεις; Ευτυχώς, στην περίπτωση της Καναδής Νταϊάνα Κραλ τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά.
Μουσικός αφοσιωμένη στο έργο της, εξαιρετική τραγουδίστρια, άκρως ιδιαίτερη πιανίστρια και ταλαντούχα συνθέτρια, η Κραλ έχει σαρώσει τις λίστες των επιτυχιών με τα όχι και τόσο «εύκολα» άλμπουμ της. Το περιοδικό «Billboard» την ανέδειξε δεύτερο καλύτερο καλλιτέχνη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Και είναι η μοναδική τζαζ τραγουδίστρια που έχει καταφέρει να φθάσει στην κορυφή των αμερικανικών τσαρτ με οκτώ άλμπουμ. Στις ΗΠΑ έχει πουλήσει περί τα 6 εκατομμύρια άλμπουμ και στον υπόλοιπο κόσμο αλλά 15. Ολα αυτά χωρίς εκπτώσεις στη μουσική της, με μοναδικό, ίσως, βοηθητικό στοιχείο την ομορφιά της. Αλλά από πότε η ομορφιά αποτελεί μείον για έναν καλλιτέχνη;
Σύζυγος εδώ και δέκα χρόνια του ιδιοφυούς Ελβις Κοστέλο, με τον οποίο έχει αποκτήσει δύο παιδιά, έχω την εντύπωση ότι η Νταϊάνα Κραλ δεν θα μπορούσε να ζητήσει κάτι περισσότερο από τη ζωή της. Μπορεί η Νόρα Τζόουνς να τα έχει καταφέρει ακόμη καλύτερα από εμπορικής πλευράς, όμως η Κραλ είναι πάνω απ’ όλα τζαζ τραγουδίστρια. Ακόμη και η υπέροχη Μέλοντι Γκαρντό, με την άρτια τεχνική, κινείται σε άλλο πεδίο. Η Ντι Ντι Μπριτζγουότερμού είχε πει, όταν είχα ζητήσει τη γνώμη της για την άνοδο των λευκών τραγουδιστριών της τζαζ τα τελευταία χρόνια: «Είναι πολύ ταλαντούχες αλλά, με εξαίρεση τηνΝταϊάναΚραλ,δεν τραγουδούν τζαζ. Πιστεύω ότι στην ανάδειξη αυτών των τραγουδιστριών έχει συμβάλει και το μάρκετινγκ. Τους φαντάζομαι να ψάχνουν απεγνωσμένα να εντοπίσουν τη μεγάλη λευκή τραγουδίστρια και στο πρόσωπο τηςΝόρα Τζόουνςνα βλέπουν εκατομμύρια πωλήσεων –όπως και έγινε».

Το σίγουρο είναι ότι είχε απόλυτο δίκιο όταν μίλησε για την Κραλ. Παροτρύνω μάλιστα όσους δεν την έχουν ακούσει ως σήμερα… να μην πάνε πολύ μακριά, καθώς μόλις κυκλοφόρησε το νέο άλμπουμ της, «Glad Rag Doll», ένα tour de force του ταλέντου της. Ο,τι θα ήθελε να ξέρει κανείς από αυτή τη σπουδαία τραγουδίστρια βρίσκεται εδώ συμπυκνωμένο. Από τη σοφή επιλογή τραγουδιών, τη μαεστρία της στο στούντιο και το ταλέντο της στο πιάνο ως τη μινιμαλιστική και εκφραστική ερμηνεία της –στον δρόμο που χάραζε η Μπίλι Χόλιντεϊ όταν έλεγε«δεν νιώθω ότι τραγουδώ αλλά ότι παίζω πνευστό», συνταγή που ακολούθησε αργότερα και ηΣίρλεϊ Χορν.
Γαλουχημένη με δίσκους 78 στροφών
Γεννημένη στο Ναναΐμο της Βρετανικής Κολούμπια, η Νταϊάνα Κραλ άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία τεσσάρων ετών –μια αδυναμία την οποία «κόλλησε» από τον πατέρα της –και ήδη στα 15 της εργαζόταν ως πιανίστρια σε τοπικά κλαμπ. Για το πρόσφατο άλμπουμ της, όπου μεταφέρει στον 21ο αιώνα τραγούδια από τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, η Κραλ δεν χρειάστηκε παρά να ανατρέξει στις παιδικές μνήμες της:«Γνώριζα αυτά τα τραγούδια πολύ προτού ακούσω κλασική τζαζ. Ο παππούς μου ήταν ανθρακωρύχος. Δεν είχαν πολλά χρήματα, αλλά είχαν ένα πιάνο και στα κυριακάτικα μπάρμπεκιου έπαιζε ο θείος μου και εμείς τραγουδούσαμε αυτά τα παλιά τραγούδια από παλιές παρτιτούρες. Ετσι έμαθα τον Τζιν Γκόλντκιτ και τον Μπιξ Μπάιντερμπεκ και κομμάτια του Τζιν Οστιν, όπως το «When My Sugar Walks Down The Street»».«Εφταιγε» όμως και η τεράστια δισκοθήκη του πατέρα της, με δίσκους 78 στροφών, που αποτέλεσαν το σάουντρακ της εφηβείας της –εν αντιθέσει προς τους συνομηλίκους της, που άκουγαν ροκ.
Το 1993 κυκλοφόρησε την πρώτη δουλειά της, «Stepping Out», και τράβηξε την προσοχή του σπουδαίου παραγωγού Τόμι Λι Πούμα της Verve, ο οποίος και ανέλαβε το δεύτερο, «Only Trust Your Heart», δύο χρόνια αργότερα. Με το άλμπουμ-αφιέρωμα στον Νατ Κινγκ Κόουλ που ακολούθησε μπήκε σε σταθερή τροχιά επιτυχίας, κερδίζοντας υποψηφιότητες για Γκράμι, υψηλές πωλήσεις και ό,τι άλλο αυτή συνεπάγεται.
Το στακάτο παίξιμό της και η μίνιμαλ «καπνισμένη» ερμηνεία της έγιναν σήμα κατατεθέν της, σε σημείο που να δίνει νέα διάσταση ακόμη και σε γνωστά στάνταρντ του παρελθόντος. Τα «Τhe Look of Love» και «The Girl In The Other Room», όπου μοιραζόταν τις συνθέσεις με τον Ελβις Κοστέλο, την κατέστησαν μια από τις πιο σημαντικές τζαζ φωνές των τελευταίων 20 ετών, ενώ με το «Quiet Nights» έδειξε ότι μπορεί να κάνει τα πάντα.

Ενα βήμα πίσω, δύο βήματα εμπρός
Στο πρόσφατο άλμπουμ «Glad Rag Doll» η Νταϊάνα Κραλ προχώρησε ακόμη πιο… πίσω, προκειμένου να πάει τελικώς ένα βήμα μπροστά διασκευάζοντας τραγούδια από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα –σε συνεργασία με τον πολυπράγμονα παραγωγό Τι Μπόουν Μπερνέτ. Οταν ο Ελβις Κοστέλο έριξε την ιδέα στο τραπέζι ηΚραλφοβήθηκε μήπως η συνεργασία της με τον Μπερνέτ κατέληγε σε κάτι διαφορετικό από αυτό που η ίδια σχεδίαζε. Στην πορεία όμως κατάλαβε πως είχε βρει στο πρόσωπό του μια «αδερφή ψυχή». Και με τη συνδρομή εξαιρετικών μουσικών, το αποτέλεσμα δικαίωσε την επιλογή της. Ανάμεσά τους ο κιθαρίστας-όνειρο για κάθε ιδανική ηχογράφησηΜαρκ Ρίμποτ, ο οποίος τη συνοδεύει νότα προς νότα, και η ρυδμ σέξιον τωνΤζέι ΜπελρόουζκαιΝτένις Κράουτς, πουδίνει όγκο σε τραγούδια όπως τα «There Ain’t No Sweet Man That’s Worth the Salt of My Tears», «Here Lies Love», «Wide River to Cross» και «Glad Rag Doll».
Ακούστε μόνο το «Lonely Avenue» τουΝτοκ Πόμους. Θα συμφωνήσετε ότι, αν η αμεσότητα και η ειλικρίνεια είναι δύο απαραίτητα στοιχεία στο τζαζ τραγούδι, αυτά υπάρχουν και με το παραπάνω στη… σαν χάδι ερμηνεία τηςΝταϊάναΚραλ. Και επειδή τίποτε δεν γίνεται τυχαία σε παραγωγές της ξένης δισκογραφίας, ηΚραλ ποζάρει στο κάλυμμα –την επιμέλεια του οποίου έχει αναλάβει ηΚολίν Ατγουντ, βραβευμένη με Οσκαρ για τη δουλειά της στο «Chicago» –ως «κορίτσι» των περίφημων Ziegfeld Follies. Είναι ένα άλμπουμ από το οποίο θα ακουστούν αρκετά αποσπάσματα στον χώρο που της αξίζει: το Ηρώδειο.

πότε & πού:
Νταϊάνα Κραλ, την 1η Ιουλίου, στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ