Σχεδόν ένα εκατομμύριο άτομα «φιλοξενούνται» καθημερινά στους συρμούς του μετρό της Αθήνας προκειμένου να γλιτώσουν από τον επίγειο «εφιάλτη» της κίνησης – ή μάλλον της… ακινησίας. Το αττικό μετρό άλλαξε σε μεγάλο βαθμό τον κυκλοφοριακό χάρτη της πρωτεύουσας προσφέροντας σημαντική «ανάσα» σε πάρα πολλούς πολίτες. Τώρα μια νέα μελέτη, η πρώτη του είδους της στη χώρα μας, επικεντρώνεται κυριολεκτικώς στις… ανάσες εντός των συρμών του μετρό, «φιλτράροντας» και αναλύοντας τον αέρα τους. Τα ενδιαφέροντα ευρήματά της μαρτυρούν πως οι ρύποι – και κυρίως τα μικροσωματίδια ΡΜ – δεν λείπουν από τον αέρα του πολύβουου μετρό της Αθήνας, όπως και οι «καυτές» θερμοκρασίες κατά την καλοκαιρινή περίοδο, ικανές να προκαλέσουν ακόμη και δυσφορία στο κοινό. Ωστόσο οι ερευνητές που βρίσκονται πίσω από τα καινούργια ευρήματα σημειώνουν ότι σε πρώτη ανάγνωση αυτά δεν είναι ανησυχητικά αφού η έκθεση του κοινού στον ορισμένες φορές «βαρύ» αέρα των συρμών δεν έχει διάρκεια – παρά ταύτα οι έρευνες συνεχίζονται με περισσότερες μετρήσεις, τις οποίες αναμένουμε με ενδιαφέρον. Σε κάθε περίπτωση,το αττικό μετρό είναι αδιαμφισβήτητα ένα μετρό νέας γενιάς που δεν φέρει – τουλάχιστον ακόμη – τα… βάρη αρχαιότερων μετρό σε άλλες πόλεις του κόσμου. Παρ’ όλα αυτά μπορεί πάντα, κατά τους ειδικούς, να γίνει καλύτερο βοηθώντας τους πολίτες που το χρησιμοποιούν να… ανασάνουν.

Είναι ένα μέσο μαζικής μεταφοράς που αποτελεί πλέον «ορόσημο» για την Αθήνα καθώς στους συρμούς του (μαζί και με τους δύο νέους σταθμούς, του Περιστερίου και της Ανθούπολης που δόθηκαν πριν από μερικές ημέρες στην κυκλοφορία) εκτιμάται ότι «φιλοξενεί» καθημερινά περί τις 950.000 άτομα. Αναρωτηθήκατε όμως ποτέ τι αέρα «φιλοξενείτε» στα πνευμόνια σας ενόσω ταξιδεύετε με το αττικό μετρό; Αυτό αναρωτήθηκαν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, οι οποίοι ανέλυσαν για πρώτη φορά τον αέρα μέσα στους συρμούς του μετρό της πρωτεύουσας. Η ανάλυση έδειξε ότι… απ’ όλα είχε ο «αέρινος μπαξές»: και αιωρούμενα σωματίδια και σχετικά αυξημένα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα και οργανικές πτητικές ενώσεις και θερμοκρασίες που την καλοκαιρινή περίοδο θύμιζαν… υπόγεια σάουνα.

Μην πανικοβάλλεστε όμως: σύμφωνα με τους ειδικούς που διεξήγαγαν τη μελέτη, η ατμοσφαιρική αυτή ρύπανση (που πρέπει να πούμε ότι αποτελεί «κάτοικο» πολλών μετρό ανά τον κόσμο, όπως έχουν δείξει αντίστοιχες μελέτες και μάλιστα σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με το συγκριτικά καινούργιο μετρό της Αθήνας) δεν φαίνεται –τουλάχιστον σε πρώτη ανάγνωση –να μπορεί να επηρεάσει τον ανθρώπινο οργανισμό ακριβώς επειδή οι επιβάτες εκτίθενται στους ρύπους για μικρό χρονικό διάστημα μέσα στην ημέρα. Σε κάθε περίπτωση οι επιστήμονες τηρούν στάση αναμονής διεξάγοντας ακόμη πιο ενδελεχείς μετρήσεις οι οποίες αφορούν πλέον και τους σταθμούς του μετρό, τονίζοντας παράλληλα ότι πάντα «ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο». Και στην περίπτωσή μας το καλύτερο αφορά ζωτικής σημασίας συμβουλές, όπως το εξονυχιστικό καθημερινό καθάρισμα των συρμών αλλά και η τοποθέτηση κλιματιστικών μηχανημάτων σε όλα τα βαγόνια αυτού του μέσου που ήλθε αδιαμφισβήτητα για να διευκολύνει τη ζωή μας και είναι απαραίτητο να τη διευκολύνει όσο πιο ποιοτικά γίνεται σε όλα τα επίπεδα…
Η πρώτη μελέτη του είδους


Η νέα «αεράτη» μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο τεύχος Απριλίου της επιθεώρησης «Science of the Total Environment», είναι η πρώτη που «φιλτράρει» τον αέρα στο μετρό της Αθήνας. Πρώτη συγγραφέας και επικεφαλής της ήταν η επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρία Μαργαρίτα-Νίκη Ασημακοπούλου, ενώ συμμετείχαν επίσης ο καθηγητής του Τμήματος Αυτοματισμού του ΤΕΙ Πειραιά κ. Αναστάσιος Ντούνης, ο υπεύθυνος καθηγητής της Ομάδας Κτιριακών Μελετών στο Τμήμα Φυσικής κ. Ματθαίος Σανταμούρης και η υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Φυσικής κυρία Αναστασία Σπανού.
Ποια αόρατα «πουλιά» αναζήτησαν για να… πιάσουν στον αέρα των συρμών του μετρό οι επιστήμονες; Αρχικώς τα αιωρούμενα μικροσωματίδια ΡΜ (ΡΜ10, ΡΜ2,5, ΡΜ1) τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο της επιστημονικής έρευνας τα τελευταία 15 χρόνια εξαιτίας της επίδρασής τους στην υγεία. Μελέτες έχουν δείξει ότι ειδικά τα αιωρούμενα σωματίδια πολύ μικρής διαμέτρου, που έχουν και τη μεγαλύτερη ικανότητα να εισέρχονται βαθιά στους πνεύμονες, συνδέονται με σοβαρά προβλήματα –τόσο βραχυπρόθεσμα, όπως οι έντονες ενοχλήσεις στα μάτια, στη μύτη και στον λαιμό, όσο και μακροπρόθεσμα, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο καρκίνος. Σημειώνεται ότι οι αρμόδιοι οργανισμοί έχουν θέσει ως ανώτατο επιτρεπτό όριο συγκέντρωσης των PM10 τα 50 μg/m3 (μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο), ενώ για τα ΡΜ2,5 το όριο είναι τα 25 μg/m3 . Για τα ακόμη πιο «ύπουλα» ΡΜ1, που αποτελούν τη νεότερη… άφιξη στην επικίνδυνη οικογένεια των ΡΜ, δεν έχουν τεθεί ακόμη όρια.
Η μελέτη περιελάμβανε επίσης μετρήσεις VOCs (Volatile Organic Compounds, οργανικές πτητικές ενώσεις). Πρόκειται για χημικές ενώσεις ορισμένες εκ των οποίων είναι τοξικές για τον οργανισμό και μπορούν μακροπρόθεσμα να προκαλέσουν καρκίνο, προβλήματα στο κεντρικό νευρικό σύστημα, βλάβες στους νεφρούς και στο ήπαρ, καθώς και προβλήματα στην αναπαραγωγή. Σε ό,τι αφορά τα VOCs υφίστανται πολλά και διαφορετικά όρια, ανάλογα με τις πιθανές επιδράσεις στον άνθρωπο. Συγκεντρώσεις άνω των 6 mg/m3 θεωρείται ότι βρίσκονται στην κλίμακα πιθανής δυσφορίας για τον άνθρωπο ενώ εκείνες των 25 mg/m3 και άνω είναι τοξικές για τον ανθρώπινο οργανισμό.

Στην καμπίνα των μηχανοδηγών του μετρό, λόγω ανεπαρκούς αερισμού, εντοπίζονται τα πιο υψηλά επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα σε σύγκριση με τον υπόλοιπο συρμό

Οι ειδικοί μέτρησαν και τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα των συρμών –το «αυστηρό» όριο για το CO2 είναι τα 600 ppm (parts per million, μέρη ανά εκατομμύριο), ωστόσο λαμβάνουν συνήθως υπόψη τους ένα πιο «χαλαρό» όριο που φθάνει τα 1.000 ppm. Το διοξείδιο του άνθρακα το οποίο εκλύεται με την εκπνοή του ανθρώπου αποτελεί δείκτη μέτρησης σχετικά με το πόσα άτομα βρίσκονται μέσα σε έναν χώρο, άρα και «μπούσουλα» για τον αριθμό των επιβατών στους συρμούς. Κατεγράφησαν, τέλος, τα επίπεδα θερμοκρασίας και υγρασίας εντός των συρμών.

Οι μετρήσεις έγιναν με χρήση αυτόματων αναλυτών του αέρα (πρόκειται για συσκευές αναρρόφησης του αέρα) οι οποίοι ήταν τοποθετημένοι στα μεσαία βαγόνια των συρμών. Ελήφθησαν δείγματα αέρα κατά την περίοδο Φεβρουαρίου (δηλαδή, μέσα στην καρδιά του χειμώνα, παρ’ ότι, όπως μας πληροφορεί η κυρία Ασημακοπούλου, δεν κατεγράφη τις ημέρες της δειγματοληψίας πολύ δριμύ ψύχος), καθώς και κατά την περίοδο Ιουλίου (οι καλοκαιρινές δειγματοληψίες έγιναν και σε «καυτές» ημέρες).
Ιδού τι έδειξαν τα ευρήματα: πάνω από τα όρια –για την ακρίβεια, πολύ πάνω από τα όρια –κατεγράφησαν διαφορετικοί ρύποι σε αρκετές περιπτώσεις.
«Τσιμπημένο» το διοξείδιο


Σύμφωνα με τις καλοκαιρινές μετρήσεις, τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα, που, όπως προαναφέρθηκε, αποτελούν «πυξίδα» για το πόσο γεμάτος είναι ο συρμός, ξεπέρασαν ουκ ολίγες φορές το «αυστηρό» όριο των 600 ppm, κυρίως στις ώρες αιχμής (δηλαδή, νωρίς το πρωί και το απόγευμα) –κατεγράφησαν επίπεδα ως και 1.538 ppm στη γραμμή 2 (Αγ. Δημήτριος –Ανθούπολη, αν και όταν διεξήχθη η μελέτη η συγκεκριμένη γραμμή έφθανε ως τον Αγ. Αντώνιο). Πρέπει να σημειωθεί ότι στην καμπίνα των μηχανοδηγών τα επίπεδα CO2 ήταν σταθερά γύρω στα 1.800 ppm «εξαιτίας ανεπαρκούς αερισμού», όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται στη μελέτη.
Σε ό,τι αφορούσε τα VOCs, το καλοκαίρι οι συγκεντρώσεις τους κυμαίνονταν από 0,02 mg/m3 ως 0,6 mg/m3 –ήταν γενικώς πολύ χαμηλές.
Μικροσωματίδια της αιχμής


Οι πρωινές ώρες και συγκεκριμένα μεταξύ 7 και 10 π.μ., όταν όλος ο κόσμος μετακινούνταν για να πάει στη δουλειά του, αποδείχθηκε ότι ήταν εκείνες που οι συρμοί του μετρό αποτελούσαν το «βασίλειο» και των αιωρούμενων μικροσωματιδίων. Ευτυχώς οι υψηλότερες συγκεντρώσεις που κατεγράφησαν αφορούσαν τα σωματίδια μεγαλύτερης διαμέτρου (PM10) και όχι εκείνα με μικρότερη διάμετρο (ΡΜ2,5 και ΡΜ1) –και λέμε ευτυχώς καθώς τα σωματίδια με μεγαλύτερη διάμετρο δεν «τρυπώνουν» τόσο εύκολα στους πνεύμονες. Το πρωί, με όριο τα 50 μg/m3, μετρήθηκαν επίπεδα ΡΜ10 της τάξεως των 500-600 μg/m3 και στις δύο γραμμές του μετρό, ενώ το απόγευμα οι συγκεντρώσεις ήταν χαμηλότερες (230-300 μg/m3 ). Οι συγκεντρώσεις ΡΜ1 και ΡΜ2,5 ξεπερνούσαν τα 40 μg/m3 μόνο στις πρωινές ώρες αιχμής.
Καύσωνας του… συρμού


Εκείνο που πραγματικά βρισκόταν στο «κόκκινο» το καλοκαίρι ήταν η θερμοκρασία. Συγκεκριμένα στη γραμμή 2 οι θερμοκρασίες που κατεγράφησαν ήταν μεταξύ των 26,5 και των 34,8 βαθμών Κελσίου, ενώ στη γραμμή 3 (Αιγάλεω – Αεροδρόμιο) κυμαίνονταν μεταξύ 32 και 34,7 βαθμών Κελσίου. Οπως σημειώνει η κυρία Ασημακοπούλου, «οι θερμοκρασίες αυτές προκαλούν δυσφορία. Η θερμοκρασία δεν πρέπει κανονικά να ξεπερνά τους 26-28 βαθμούς Κελσίου εντός των συρμών». Οσο για την υγρασία, βρισκόταν εντός πολύ λογικών ορίων (από 25% ως 50%).
Χειμωνιάτικες τιμές


Ας περάσουμε τώρα σε χειμωνιάτικο σκηνικό: τον χειμώνα οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα ήταν ελαφρώς αυξημένες σε σύγκριση με το καλοκαίρι (καθώς τα παράθυρα στους συρμούς είναι κλειστά) φθάνοντας ως και τα 1.600 ppm. Σχετικά αυξημένες (αν και όχι σε ανησυχητικά επίπεδα) ήταν και οι συγκεντρώσεις των VOCs: κυμαίνονταν από 0,01 ως 2,2 mg/m3 και στις δύο γραμμές του μετρό –οι υψηλότερες συγκεντρώσεις καταγράφονταν τις πρωινές ώρες αιχμής καθώς και αργά το βράδυ.
Τα επίπεδα των ΡΜ10 «έπαιζαν» μεταξύ 380 και 550 μg/m3 κατά τις πρωινές ώρες και στις δύο γραμμές, έπεφταν όμως σημαντικά το απόγευμα στα 52-85 μg/m3. Yψηλές ήταν και οι συγκεντρώσεις των PM2,5 το πρωί (άγγιζαν ως και τα 80 μg/m3), ενώ σε ό,τι αφορούσε τα ΡΜ1 ήταν χαμηλότερες και δεν ξεπερνούσαν τα 40 μg/m3.
Μπορούμε να ανασάνουμε με ανακούφιση!


Η κυρία Ασημακοπούλου εξηγεί πως, αν και τα επίπεδα των ρύπων που κατεγράφησαν στη μελέτη ήταν σχετικά υψηλά –ακόμη και αρκετές φορές μέσα στην ημέρα -, σε πρώτη ανάγνωση θεωρείται ότι δεν θέτουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. «Οταν μιλούμε για έκθεση σε ρύπους τέτοια που να μπορεί να επηρεάσει την υγεία του ατόμου, κάνουμε λόγο για έκθεση επί πολλές ώρες κάθε φορά –ένα οκτάωρο κατά μέσον όρο. Οι επιβάτες του μετρό δεν μένουν εντός των συρμών για περισσότερο από περίπου μία ώρα που διαρκεί η μεγαλύτερη διαδρομή προς το αεροδρόμιο».
Τι συμβαίνει όμως με τους εργαζομένους στο μετρό και κυρίως με τους μηχανοδηγούς που μένουν επί ώρες στην κλειστή καμπίνα χειρισμού; «Εκεί όντως μπαίνουμε σε περισσότερες σκέψεις λόγω της πολύωρης έκθεσης στα σωματίδια, παρ’ ότι οι βάρδιες των μηχανοδηγών είναι σχετικά μικρές –συνήθως τετράωρες. Για παράδειγμα, τα παρατεταμένα υψηλά επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα –αν και από ό,τι έχει φανεί πάνω από τα 2.000 ppm –συνδέονται με προβλήματα στη συγκέντρωση και ζάλη. Εχουμε προτείνει –και από ό,τι ξέρουμε οι ίδιοι οι οδηγοί το πράττουν με πρωτοβουλία τους –να ανοίγουν έστω για λίγο την πόρτα της καμπίνας στους σταθμούς ώστε να ανανεώνεται κατά το δυνατόν ο αέρας».
Ποιες είναι οι πηγές παραγωγής όλων αυτών των σωματιδίων; θα αναρωτιόταν (και εύλογα) κάποιος. Η ερευνήτρια διευκρινίζει ότι είναι πολλές και διαφορετικές: «Κατ’ αρχάς σωματίδια παράγονται από την τριβή των τροχών των συρμών στις ράγες. Παρ’ ότι το αθηναϊκό μετρό ανήκει στη σύγχρονη γενιά μετρό, δεν αποκλείεται από τον κανόνα που αναφέρει ότι η τριβή στις ράγες αποτελεί πηγή ρύπανσης σε ό,τι αφορά τα αιωρούμενα σωματίδια, όπως αναφέρουμε και στη μελέτη μας. Επίσης ρύποι εισέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον μέσω των συστημάτων κλιματισμού αλλά και από τις ανοιχτές διόδους των σταθμών και των σηράγγων. Μέσα σε όλα αυτά και το κοινό που μπαινοβγαίνει στους συρμούς σε μεγάλους αριθμούς κάνει τα σωματίδια που έχουν κατακαθήσει να… ξαναπετούν στον αέρα. Πάντως είναι σημαντικό ότι μέσα στο μετρό –τόσο στους συρμούς όσο και στους σταθμούς –απαγορεύεται το κάπνισμα, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η παραγωγή των μικρών και επικίνδυνων σωματιδίων που εκλύονται με τον καπνό του τσιγάρου».
Κλιματισμός παντού!


Το επόμενο (εύλογο) ερώτημα είναι το ποια θα ήταν η λύση ώστε να ελαχιστοποιηθεί η παραγωγή ρυπογόνων σωματιδίων. Στο ερώτημα αυτό η κυρία Ασημακοπούλου απαντά ότι είναι σημαντικό να γίνεται προσεκτικός καθαρισμός των συρμών σε καθημερινή βάση. Σε ό,τι αφορά την υγρασία αλλά κυρίως τις ομολογουμένως πολύ υψηλές θερμοκρασίες που κατεγράφησαν μέσα στους συρμούς τις καλοκαιρινές ημέρες η λύση είναι μία: συστήματα κλιματισμού. «Αρχικώς η μελέτη διεξήχθη σε συρμούς χωρίς κλιματιστικά μηχανήματα. Συνεχίζουμε τώρα μετρήσεις και σε συρμούς με μηχανές κλιματισμού (τέτοιοι είναι κυρίως οι συρμοί που πηγαίνουν στο αεροδρόμιο). Ωστόσο η τοποθέτηση κλιματιστικών σε όλους τους συρμούς θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα των πολύ υψηλών θερμοκρασιών που καταγράφονται το καλοκαίρι προκαλώντας δυσφορία. Την ίδια στιγμή θα έλυνε πιθανά προβλήματα υγρασίας».
Με δεδομένο ότι οι μέχρι στιγμής μετρήσεις στους συρμούς αφήνουν αρκετά αναπάντητα ερωτήματα, οι ερευνητές συνεχίζουν, όπως μας πληροφορεί η επιστήμονας, τη μελέτη τους διεξάγοντας αναλύσεις του αέρα και στους σταθμούς του μετρό (έχουν ήδη διεξαχθεί μετρήσεις το περυσινό καλοκαίρι, οι οποίες όμως είναι αδημοσίευτες και άρα μη ανακοινώσιμες, ενώ οι ερευνητές επιθυμούν να συνεχίσουν τη μελέτη τους ώστε να «ακτινογραφήσουν» τον αέρα των σταθμών και κατά τους χειμερινούς μήνες). Συγχρόνως, καθώς ο αέρας που αναπνέουμε υπογείως στο μετρό δεν μπορεί παρά να βρίσκεται σε… ζωντανή σύνδεση με αυτόν που κυκλοφορεί επιγείως, οι επιστήμονες πραγματοποιούν μετρήσεις και στον εξωτερικό αέρα επάνω από τους σταθμούς προκειμένου να ανακαλύψουν αν και κατά πόσον ο φορτωμένος με ρύπους αέρας της πρωτεύουσας «τρυπώνει» μέσα στο υπόγειο οικοδόμημα του μετρό.
Μάλιστα η ερευνήτρια μας πληροφορεί ότι αυτή τη στιγμή το διαπιστευμένο Εργαστήριο Μέτρησης Ποιότητας Εσωτερικού Αέρα του Τμήματος Φυσικής εξοπλίζεται με όργανα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο εφαρμογής της πρότυπης μεθόδου ανάλυσης του αέρα που ονομάζεται βαρυμετρική μέθοδος και θεωρείται ότι δίνει πιο αξιόπιστα αποτελέσματα σε σύγκριση με τους αυτόματους αναλυτές. «Οι μετρήσεις των αυτόματων αναλυτών πιστεύεται ότι κάποιες φορές μπορεί να δώσουν υπερτιμημένες τιμές. Η βαρυμετρική μέθοδος στην οποία χρησιμοποιούνται φίλτρα εκτιμάται ότι δίνει καλύτερα αποτελέσματα. Ωστόσο ως τώρα ήταν πολύ δύσκολο να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη μέθοδο, στην οποία τοποθετείται μια αντλία με φίλτρα επί οκτώ ώρες τη φορά μέσα στους συρμούς, καθώς υπήρχαν ζητήματα που αφορούσαν την αυτονομία και την ασφάλεια του συστήματος. Τώρα πιστεύουμε ότι θα λύσουμε αυτά τα θέματα για να έχουμε ακόμη πιο έγκυρες μετρήσεις».
Αδιαμφισβήτητα το μετρό της Αθήνας είναι ένα μετρό νέας γενιάς, γεγονός που του χαρίζει σημαντικό πλεονέκτημα έναντι άλλων παλαιότερων, όπως επισημαίνει η κυρία Ασημακοπούλου. Μετρήσεις που έχουν γίνει σε «αρχαιότερα» μετρό όπως της Στοκχόλμης και του Λονδίνου δείχνουν πιο αυξημένη ρύπανση. Ωστόσο, σύμφωνα και με τη νέα μελέτη, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης προκειμένου το αθηναϊκό μετρό το οποίο προσέφερε… ανάσα στο κυκλοφοριακό πρόβλημα της πρωτεύουσας να χαρίσει συνάμα την… καθαρότερη δυνατή ανάσα στους εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που το εμπιστεύονται για να «αναπνεύσουν» από την επίγεια κίνηση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ