Ο διαγωνισμός του Υπουργείου Πολιτισμού και του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς είχε 89 συμμετοχές από όλον τον κόσμο, αλλά το πρώτο βραβείο κέρδισαν έξι έλληνες αρχιτέκτονες. Η ομάδα αποτελείται από τους Βαγγέλη Αντωνόπουλο, Θάλεια Βέττα, Γιώργο Γαβαλά, Μαρία-Κυριακή Ρήγα, Αναστασία Σταμούλη και Μαρία Πυλαρινού. Πρόκειται, εξάλλου, για παλιούς φίλους και συνεργάτες, που είχαν ξαναδουλέψει μαζί στο παρελθόν. «Ανά δύο ή ανά τέσσερις», όπως διευκρινίζει ο Βαγγέλης Αντωνόπουλος, «αλλά ποτέ όλοι μαζί». Πάντως, η μεγάλη ομάδα, απ’ ό,τι φαίνεται, λειτούργησε θετικά: «Σε μια ισότιμη ομάδα έξι ατόμων, τα καλά όλων δεν λειτουργούν αθροιστικά, αλλά πολλαπλασιαστικά. Είναι σαν να έχεις μια κριτική επιτροπή πριν από την κριτική επιτροπή. Κάθε ιδέα που πέφτει βασανίζεται πάρα πολύ» μας εξηγεί η Θάλεια Βέττα. «Αποφασίσαμε να συμμετέχουμε επειδή μας άρεσε πολύ το θέμα του διαγωνισμού. Ηταν ένα ωραίο κίνητρο να κάνουμε αρχιτεκτονική και να εργαστούμε λίγο πιο δημιουργικά και πιο ελευθέρα επάνω σε ένα αντικείμενο. Δεν φτιάχνεις μουσεία κάθε μέρα» λέει η Μαρία Πυλαρινού.

Η πρόκληση

Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός ήταν αναμφισβήτητα εξαιρετικά πολύπλοκος. Το Σιλό – ένα βιομηχανικό, αυστηρό κτίριο στο ύψος της Δραπετσώνας, εκεί που δένουν τα πλοία για Κρήτη και Ικαρία, το οποίο ξεκίνησε να λειτουργεί το 1936 ως αποθήκη και σταμάτησε να λειτουργεί το 2010 – ήταν μια πρόκληση: πάνω από το 90% του κτιρίου έμενε εδώ και χρόνια χωρίς καμία ανθρώπινη παρουσία. «Το μέγεθος του έργου και της παρέμβασης, η σημαντικότητα του κτιρίου, αλλά και το ερώτημα του πώς επεμβαίνεις σε ένα κτίριο που υπάρχει τόσα χρόνια με μια εντελώς διαφορετική χρήση, έκαναν τον συγκεκριμένο διαγωνισμό εξαιρετικά δύσκολο» λέει η Αναστασία Σταμούλη. Εκτός από το κτίριο, όμως, η ομάδα είχε να ανεμετρηθεί και με την παράκτια ζώνη. «Πρόκειται ουσιαστικά για δύο διαγωνισμούς σε έναν» διευκρινίζει η Θάλεια Βέττα. «Από τη μία έχεις την ανάπλαση όλης της παράκτιας ζώνης του ΟΛΠ, που έχει έκταση 90 στρέμματα, αλλά και τον σχεδιασμό του νέου Μουσείου Ενάλιων Αρχαιοτήτων, στον χώρο του παλαιού κτιρίου Σιλό».

Η λύση

Επειτα από «αναζητήσεις και αγωνίες», η ομάδα αποφάσισε να βρει μια λύση συμβιβαστική: «Θέλαμε να σεβαστούμε τόσο το παλιό κτίριο όσο και να κάνουμε φανερή την καινούργια, σύγχρονη επέμβαση, και αυτό είναι πολύ διακριτό στη μελέτη μας. Προσπαθήσαμε να βρούμε μια ισορροπία μεταξύ του παλιού και του καινούργιου, του ιστορικού και του σύγχρονου» υποστηρίζει η Θάλεια Βέττα. Το αυστηρό, βιομηχανικό κτίριο του Μεσοπολέμου ανοίγεται πλέον προς τη θάλασσα, μέσω μιας οργανικής φόρμας που θυμίζει καράβι, ή ακόμη και θαλάσσιο κήτος. Στα σπλάχνα του θα φιλοξενείται ο κύριος όγκος του μουσείου, δουλεύοντας υποβοηθητικά και παράλληλα με τα ίδια τα εκθέματα του μουσείου. Οσον αφορά την ίδια την πολιτιστική ακτή: «Θέλαμε να στραφούμε προς τη θάλασσα. Ας μην ξεχνάμε πως ακριβώς από πίσω βρίσκεται μια πόλη που ασφυκτιά χωρίς καμία εκτόνωση, κάτι που της δίνει έναν πολύ δυναμικό χαρακτήρα. Επιλέξαμε τα νέα αρχιτεκτονικά ιδιώματα που θα χρησιμοποιήσουμε να είναι ελεύθερα και πιο εξπρεσιονιστικά – και αυτό να αντανακλά και στη λειτουργία του» λέει η Θάλεια Βέττα.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Απριλίου 2013