«Οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι όλες ίδιες. Κάθε δυστυχισμένη οικογένεια, όμως, υποφέρει με τον δικό της τρόπο». Τη φράση αυτή του Λέοντος Τολστόι από την «Αννα Καρένινα» φαίνεται πως αμφισβητεί τους τελευταίους μήνες ο ρωσικός –και όχι μόνο –Τύπος. Αφορμή η επίθεση με οξύ στον διευθυντή μπαλέτου του ιστορικού θεάτρου Μπαλσόι της Μόσχας Σεργκέι Φιλίν. Και αυτό επειδή, παρ’ ότι έχουν πλέον περάσει κάμποσα χρόνια από τη σοβιετική περίοδο, οι ρωγμές στο «οικογενειακό προφίλ» των ιστορικών σκηνών της χώρας μοιάζουν να δημιουργούνται για τις ίδιες λίγο-πολύ αιτίες: παρασκηνιακές ίντριγκες, απληστία, πάλη του παλιού με το καινούργιο και σε κάποιες περιπτώσεις έλλειψη επαγγελματικής συνείδησης.
Τα πρόσφατα γεγονότα στο Μπαλσόι ξεπερνούν σε αγριότητα κάθε προηγούμενο. Φαίνεται δε ότι παρά την σύλληψη και ομολογία του 29χρονου χορευτή Πάβελ Ντμιτριτσένκο και των δύο συνεργών του το μυστήριο δεν έχει λυθεί ακόμη.
Στελέχη του Μπαλσόι υποστηρίζουν ότι οι ανακριτικές αρχές βιάστηκαν να θεωρήσουν ότι η υπόθεση εξιχνιάστηκε. Οι ίδιοι μάλιστα κατήγγειλαν τα αρμόδια όργανα για «αγενή» συμπεριφορά στα όρια της απειλής αφού, σε πρόσφατη συνάντηση, φέρεται να ακούστηκε η φράση «μην ξεχνάτε ότι κυκλοφορούν ακόμη οργανωτές της επίθεσης στους κόλπους τους συγκροτήματος».
Η βάρβαρη ενέργεια εναντίον του Φιλίν τον περασμένο Ιανουάριο φαίνεται πως άνοιξε τον ασκό του Αιόλου στο Μπαλσόι, το οποίο τα τελευταία χρόνια ταλανίζεται από σκάνδαλα. Εν αρχή ην το ιλιγγιώδες κόστος της πρόσφατης ανακαίνισης η οποία υπερέβη το 1 δισ. δολάρια (16 φορές επάνω από την αρχική εκτίμηση) και οδήγησε σε μεγάλες καθυστερήσεις την επανέναρξη της λειτουργίας της ιστορικής σκηνής τον Οκτώβριο του 2011. Στο μεσοδιάστημα το Μπαλσόι τροφοδότησε ουκ ολίγες φορές τις σελίδες του διεθνούς Τύπου. Ανάμεσα στις πλέον συζητημένες ιστορίες οι καταγγελίες της χορεύτριας Αναστασίας Βολότσκοβα που χαρακτήρισε το θέατρο «ένα μεγάλο μπορντέλο» λέγοντας πως οι μπαλαρίνες προσκαλούνται σε πάρτι από τη διοίκηση και στην περίπτωση που δεν δεχτούν, τους αρνούνται ρόλους.
Η πρόσφατη απόφαση της επίσης χορεύτριας του Μπαλσόι Σβετλάνας Λούνκινα να μην επιστρέψει στη Μόσχα αλλά να παραμείνει στον Καναδά όπου βρισκόταν προκειμένου να προστατευθεί από τις απειλές που δεχόταν στη ρωσική πρωτεύουσα, στάθηκε ένα ακόμη «επεισόδιο» στο πολύκροτο σίριαλ. Το ίδιο και η κριτική του πρώην μουσικού διευθυντή του θεάτρου Αλεξάντρ Βεντέρνικοφ, o οποίος παραιτήθηκε δηλώνοντας ότι πλέον στη φημισμένη σκηνή «τα γραφειοκρατικά συμφέροντα είναι πιο σημαντικά από τα καλλιτεχνικά», αλλά και οι καταγγελίες που δημοσίευσε το γερμανικό περιοδικό «Spiegel» σύμφωνα με τις οποίες τα εισιτήρια για τις παραστάσεις του Μπαλσόι συχνά πωλούνται στη ρωσική μαφία, η οποία με τη σειρά της τα μεταπωλεί στη μαύρη αγορά.
Ο χορός των «δελφίνων»
Σε ό,τι αφορά την επίθεση εναντίον του 42χρονου Φιλίν –ο οποίος δηλώνει ότι θα επιστρέψει στα καθήκοντά του αμέσως μόλις ολοκληρώσει την απαιτούμενη θεραπεία αποκατάστασης –η γενική αίσθηση στους κόλπους του Μπαλσόι είναι πως ο Ντμιτριτσένκο «παρακινήθηκε σε αυτή του την ενέργεια». Τάδε έφη πριν από λίγες ημέρες ο γενικός διευθυντής του Μπαλσόι Ανατόλι Ικσάνοφ στην κρατική τηλεόραση θεωρώντας ότι στην πραγματικότητα «δεν ήταν αυτός ο οποίος έδωσε την εντολή για την επίθεση».
Ο νεαρός χορευτής, πάντως –γνωστός ιδιαίτερα από την ερμηνεία του ρόλου του «Ιβάν του Τρομερού» -, στην ανάκριση, ως κίνητρο για την ενέργειά του δεν ανέφερε τον πρώτο του ισχυρισμό, το γεγονός δηλαδή ότι ήθελε να εκδικηθεί τον Φιλίν επειδή στερούσε από τη σύντροφό του, επίσης χορεύτρια του Μπαλσόι Αντζελίνα Βοροντσόβα, τους πρωταγωνιστικούς ρόλους τους οποίους κατά τη γνώμη του άξιζε, αλλά το ότι ο διευθυντής του μπαλέτου δεν κατένειμε με τον ενδεδειγμένο τρόπο τις αμοιβές των χορευτών.
Οι περισσότεροι, ωστόσο, της συζύγου του Φιλίν συμπεριλαμβανομένης, θεωρούν όλα αυτά «προφάσεις». Χαρακτηριστικό το γεγονός ότι πριν από μόλις λίγα 24ωρα περισσότεροι από 300 καλλιτέχνες του Μπαλσόι υπέγραψαν έκκληση προς τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να διατάξει εκ νέου έρευνα θεωρώντας ότι ο Ντμιτριτσένκο ομολόγησε κατόπιν πιέσεως.
Ενδιαφέρον κεφάλαιο στην όλη ιστορία, πάντως, είναι η εμπλοκή του ονόματος του σούπερ σταρ χορευτή Νικολάι Τσισκαρίτζε, τον οποίο ο Ικσάνοφ «φωτογράφισε» ως ύποπτο για πιθανή συμμετοχή στην επίθεση, πριν από τη σύλληψη του Ντμιτριτσένκο. «Δελφίνος» από κοινού με τον Φιλίν για τη θέση του διευθυντή του μπαλέτου μετά την παραίτηση του Γκενάντι Γιάνιν το 2011 (ο οποίος εξαναγκάστηκε να φύγει όταν κυκλοφόρησαν στο Διαδίκτυο ερωτικού περιεχομένου φωτογραφίες του), ο 39χρονος Τσισκαρίτζε θεωρείται σφοδρός πολέμιος της νυν διοίκησης του Μπαλσόι ενώ αίσθηση είχαν προκαλέσει οι δηλώσεις του μετά την περιώνυμη ανακαίνιση, σύμφωνα με τις οποίες το ιστορικό θέατρο πλέον θύμιζε «τούρκικο ξενοδοχείο».
Ο ίδιος ο 39χρονος χορευτής από την πρώτη στιγμή αντέδρασε έντονα στις υποψίες που έπεσαν πάνω του επικαλούμενος «ακλόνητο άλλοθι» ενώ αμφισβήτησε και τις εκτιμήσεις του Φιλίν ότι η επίθεση είχε να κάνει με λόγους που αφορούν τη δουλειά του. «Ξέρουμε από προηγούμενα ανάλογα περιστατικά στη χώρα μας ότι κατά κανόνα αυτά οφείλονται σε ερωτικούς δεσμούς, σε ζήλια» δήλωσε.
Από τον Λιουμπίμοφ στο νέο Μαριίνσκι
Ασύγκριτη από πλευράς αγριότητας, η επίθεση στον Φιλίν φέρνει στη μνήμη ακόμη ένα ηχηρό σκάνδαλο που συγκλόνισε το καλοκαίρι του 2011 το φημισμένο θέατρο Ταγκάνκα της Μόσχας αυτή τη φορά, και έλαβε μεγάλη έκταση διεθνώς. Ο λόγος για την έντονη φραστική επίθεση που δέχθηκε ο βετεράνος (ιδιαίτερα αγαπητός στη χώρα μας) σκηνοθέτης και ιδρυτής του θεάτρου Γιούρι Λιουμπίμοφ στη διάρκεια μίνι περιοδείας στην Τσεχία όταν ήρθε σε αντιπαράθεση με μέλη του θιάσου για οικονομικούς λόγους. Οι τόνοι οξύνθηκαν επικίνδυνα, με αποτέλεσμα ο 95χρονος σήμερα σκηνοθέτης να παραιτηθεί μία εβδομάδα αργότερα δηλώνοντας ότι δεν αντέχει άλλο «τις ταπεινώσεις, την έλλειψη διάθεσης για δουλειά και τη μοναδική επιθυμία για χρήμα». Ολα αυτά ενώ ο ρωσικός καλλιτεχνικός κόσμος βρίσκεται ίσως στα πρόθυρα νέων αναταράξεων με αφορμή τα εγκαίνια της δεύτερης σκηνής του ιστορικού θεάτρου Μαριίνσκι (πρώην Κίροφ) της Αγίας Πετρούπολης, που αναμένονται στις 2 Μαΐου. Οι πρώτες εικόνες από το κτίριο δίχασαν την κοινή γνώμη: αξιωματούχοι δήλωσαν ότι θυμίζει περισσότερο «εμπορικό κέντρο» παρά θέατρο, ενώ οι πλέον τολμηροί δεν δίστασαν να ζητήσουν από τον δήμαρχο της πόλης την κατεδάφισή του (!) παρά το υψηλότατο κόστος κατασκευής.
Ασύγκριτη από πλευράς αγριότητας, η επίθεση στον Φιλίν φέρνει στη μνήμη ακόμη ένα ηχηρό σκάνδαλο που συγκλόνισε το καλοκαίρι του 2011 το φημισμένο θέατρο Ταγκάνκα της Μόσχας αυτή τη φορά, και έλαβε μεγάλη έκταση διεθνώς. Ο λόγος για την έντονη φραστική επίθεση που δέχθηκε ο βετεράνος (ιδιαίτερα αγαπητός στη χώρα μας) σκηνοθέτης και ιδρυτής του θεάτρου Γιούρι Λιουμπίμοφ στη διάρκεια μίνι περιοδείας στην Τσεχία όταν ήρθε σε αντιπαράθεση με μέλη του θιάσου για οικονομικούς λόγους. Οι τόνοι οξύνθηκαν επικίνδυνα, με αποτέλεσμα ο 95χρονος σήμερα σκηνοθέτης να παραιτηθεί μία εβδομάδα αργότερα δηλώνοντας ότι δεν αντέχει άλλο «τις ταπεινώσεις, την έλλειψη διάθεσης για δουλειά και τη μοναδική επιθυμία για χρήμα». Ολα αυτά ενώ ο ρωσικός καλλιτεχνικός κόσμος βρίσκεται ίσως στα πρόθυρα νέων αναταράξεων με αφορμή τα εγκαίνια της δεύτερης σκηνής του ιστορικού θεάτρου Μαριίνσκι (πρώην Κίροφ) της Αγίας Πετρούπολης, που αναμένονται στις 2 Μαΐου. Οι πρώτες εικόνες από το κτίριο δίχασαν την κοινή γνώμη: αξιωματούχοι δήλωσαν ότι θυμίζει περισσότερο «εμπορικό κέντρο» παρά θέατρο, ενώ οι πλέον τολμηροί δεν δίστασαν να ζητήσουν από τον δήμαρχο της πόλης την κατεδάφισή του (!) παρά το υψηλότατο κόστος κατασκευής.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ