Ο χρόνος συνήθως επουλώνει τις πληγές. Δεν είναι περίληψη από το οπισθόφυλλο άρλεκιν γυναικείας λογοτεχνίας. Λυπάμαι αν απογοητεύσω κάποιους ή κυρίως κάποιες. Το παραπάνω αποτελεί συμπέρασμα οικονομικοκοινωνικής υφής που δικαιολογεί σε ένα βαθμό την πνευματική αδράνεια του τόπου και την νωθρότητα του κόσμου, ως απάντηση στα βίαια μέτρα που σε καθημερινή βάση σχεδόν, επιβάλλονται.

Ο χρόνος, λοιπόν, λειτουργεί ευεργετικά, προς όφελος της εκάστοτε κυβέρησης, η οποία ευελπιστεί, με την πάροδο του προαναφερόμενου συνοδοιπόρου της, ότι τα θύματα της κρίσης, δηλαδή όλοι οι πολίτες, θα ξεχάσουν εν μέρει μέσα από τη ρουτίνα και τους ρυθμούς της ζωής τους, τον οικονομικό τους γολγοθά και θα προσμένουν απλά στο μέλλον κάποια αόριστη και πολλά υποσχόμενη κατά τα άλλα ανάσταση. Το μνημείο του άγνωστου υπεύθυνου περιμένει τη λεζάντα του υπαίτιου, του φταίχτη με άλλα λόγια για την αισχρή κατάσταση της χώρας. Η πολιτική έχει πλέον καταβαραθρωθεί.

Η εξαίρεση του κανόνα, δηλαδή η πραγματική ασχολία και έγνοια για τα κοινά από έναν (πνευματικό) άνθρωπο, τείνει να θεωρηθεί έγκλημα κατά συνήθεια. Η διαπίστωση αυτή σωρηδόν πως όλοι οι βουλευτές είναι ανάξιοι αντιπρόσωποι του Έθνους, ψεύτες και εν τέλει εγκληματίες έχει ισοπεδώσει το κύρος του Συντάγματός μας, το διεθνές μας βεληνεκές και την πίστη μας προς τους θεσμούς του κράτους. Δεν αντιλέγει κανείς ότι η κύρια ευθύνη βαραίνει αυτούς, όμως ποιούς συγκεκριμένα;

Πίσω από ένα πέπλο ανωνυμίας τα φορτώνουμε όλα σε όλους. Ένας ολόκληρος κομματικός σχηματισμός κατηγορείται από έναν άλλο έτσι, αόριστα, με επιχειρήματα αερολογίας που δεν θα τα ξεστόμιζε ούτε καν ένας μέτριος μαθητής γυμνασίου. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο χάνεται το όποιο δίκιο έχει ο οιοσδήποτε κατήγορος. Οι πολίτες έχουμε απηυδίσει. Αυτό κανείς δεν το αμφισβητεί. Όμως αυτή η απόγνωση, όπως συνέβη και με το κίνημα(;) των αγανακτισμένων διοχετεύεται με τη λάθος μορφή. Στο όνομα μιας ανωνυμίας που ευνοεί τους φυγόπονους πολιτικούς που πράγματι έφταιξαν και με τη συνδρομή της ασυλίας τους, ισοπεδώνεται ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου κατά γενική ομολογία είναι σαθρό.

Η ανωνυμία όμως δεν σταματά εδώ. Η ανωνυμία της μάσκας σε επεισόδια από αναρχικούς, αντιεξουσιαστές, αντικομφορμιστές ή όπως αλλιώς κανείς επιλέξει να τους ονομάσει, ενισχύει το παράνομο της πράξης τους ή τον φόβο της σύλληψής τους. Συγκαταλέγομαι σε αυτούς που εναντιώνονται σε κάθε μορφής άνομης και παράνομης βίας και πόσο μάλλον σε καταστροφές περιουσιών με ενδεχόμενες παράπλευρες ανθρώπινες απώλειες. Παρ’ όλα αυτά, θα ήθελα να δω το πρόσωπο αυτού που καταστρέφει τη δημόσια περιουσία για την οποία ο καθένας μας φορολογείται ή φαντάζομαι ο γιος του αδικοχαμένου υπάλληλου της Μαρφίν θα ήθελε να δει τον αυτουργό, έμμεσο, ηθικό, άμεσο, μικρή σημασία έχει, του χαμού του γονιού του.

Η ανωνυμία έχει πολλές πτυχές επίδρασης. Θα μπορούσαμε να μέναμε για απέραντες ώρες στο θέμα αυτό και να εστιάζαμε για παράδειγμα στην παράλλειψη είτε λόγω οκνηρίας είτε λόγω ωχαδερφισμού καταγγελίας σημαντικών πράξεων διαφθοράς, όπως ο χρηματισμός γιατρών σε δημόσια νοσοκομεία ή η δωροδοκία κρατικών υπαλλήλων.

Η κατάληξη είναι ότι στο όνομα της ανωνυμίας και πίσω από το πέπλο της σημειώθηκαν τεράστιες παρανομίες και τελέστηκαν βαρύτατα οικονομικά εγκλήματα (εγκλήματα λευκού περιλαιμίου μέσω ίδρυσης off shore εταιριών κλπ.) σε βάρος χιλιάδων πολιτών.

Η ισονομία, η ισότητα και ο σεβασμός στο συνάνθρωπο έχουν χάσει την ουσιαστική τους αξία και ακούγονται μόνο στις προεκλογικές εκστρατείες.

Όλα όμως προκύπτουν από ατομικές επιλογές. Το ζήτημα αν το μελάνι της υπογραφής μας θα είναι αόρατο εξαρτάται από το πόση ευθύνη βαστάμε να φέρουμε και από το πόσο φοβόμαστε την Ιστορία.

* Δικηγόρος Αθηνών