Τις τελευταίες δεκαετίες έγιναν πολλά και σημαντικά πράγματα στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, «ίδρυση νέων πανεπιστημίων και ΤΕΙ, νέων Σχολών και Τμημάτων με νέα γνωστικά αντικείμενα, ραγδαία ανάπτυξη των μεταπτυχιακών σπουδών, μεγάλη αύξηση του πανεπιστημιακού προσωπικού και αισθητή επέκταση των υποδομών». Όμως, το σύστημα αναπτύχθηκε άναρχα, έτσι χωρίς πρόγραμμα.
Η αναρχία, τα λάθη και οι υπερβολές αφορούν όλες τις πλευρές ανάπτυξης του συστήματος και ειδικότερα την εκτεταμένη και αυθαίρετη διασπορά Ιδρυμάτων, Σχολών και Τμημάτων, ανά την Ελληνική επικράτεια, καθώς και την ίδρυση αρκετών μονάδων χωρίς προοπτική. Η ίδρυση και η χωροταξική κατανομή πολλών από τις μονάδες αυτές έγινε με το επιχείρημα της περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας και χωρίς επιστημονικά κριτήρια, γεγονός που δημιούργησε εμπόδια στην ορθολογική ακαδημαϊκή συγκρότηση των ιδρυμάτων, οδήγησε σε κατασπατάληση πόρων και δημιούργησε υποβαθμισμένες ακαδημαϊκές περιοχές στο χάρτη της τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Τις αδυναμίες αυτές επιχειρεί να θεραπεύσει το Σχέδιο «Αθηνά». Ειδικότερα, το Σχέδιο επιδιώκει τον εξορθολογισμό του συστήματος α) μέσα από την συγχώνευση, την μεταφορά και την κατάργηση εκπαιδευτικών μονάδων, και β) εισάγει την ανοίκεια στο ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα υπέρ-δομή του ομόσπονδου πανεπιστημίου. Το Σχέδιο προβλέπει την ένταξη πέντε πανεπιστημίων της Αττικής (Οικονομικό, Γεωπονικό, Πάντειο, Πειραιώς και Χαροκόπειο) στο υπέρ-πανεπιστήμιο Αδαμάντιος Κοραής και δύο ΤΕΙ (Αθήνας και Πειραιά) στο «σούπερ» ΤΕΙ Αττικής.
Το σχήμα δεν ακούγεται απλά αλλόκοτο, είναι αλλόκοτο. Διευκρινίζω όμως ότι το σχέδιο είναι αναγκαίο και σωστό ως προς το πρώτο σκέλος του, αλλά λάθος και άχρηστο ως προς το δεύτερο. Η αναδιάρθρωση, εφόσον γίνει με ακαδημαϊκά κριτήρια και χωρίς σκοπιμότητες, θα οδηγήσει σε αναβάθμιση του συστήματος, θα συμβάλλει στην ορθολογικοποίηση του και θα είναι προς το συμφέρον των φοιτητών. Τα μικροπροβλήματα που θα δημιουργηθούν κατά τα πρώτα χρόνια των αλλαγών σύντομα θα ξεπεραστούν.
Το τίμημα που θα καταβληθεί για την ανασυγκρότηση θα είναι μικρό και θα εκφράζεται σε όρους ξεβολέματος ορισμένων ομάδων. Το σημαντικότερο είναι να μην επικρατήσουν για μία ακόμη φορά σκοπιμότητες ανάλογες με εκείνες που δημιούργησαν το σημερινό πρόβλημα. Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν απογοητευτική και για τον πρόσθετο λόγο ότι θα δείξει πως το πολιτικό μας σύστημα είναι ανίκανο, ακόμη και κάτω από τις σημερινές τραγικές συνθήκες, να διδαχθεί από τα λάθη του και να ανταποκριθεί στις ευθύνες του.
Ενώ οι συγχωνεύσεις, οι μετακινήσεις και οι καταργήσεις Τμημάτων είναι αναγκαίες, ώστε να εκσυγχρονιστεί και να αναβαθμιστεί το σύστημα, η ιδέα του «Ομόσπονδου Ιδρύματος» δείχνει να φύτρωσε από το πουθενά. Ως γνωστόν, η ιδέα της «υπέρ-δομής» στον πανεπιστημιακό χώρο, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη και τελευταία φορά στην Μεγάλη Βρετανία. Αν αυτή αποτελούσε δόκιμη ακαδημαϊκή δομή, θα είχε χρησιμοποιηθεί και από άλλες χώρες. Σε κάθε περίπτωση στη χώρα μας μια τέτοια ρύθμιση δεν έχει να προσφέρει τίποτε, ούτε σε οικονομίες κλίμακας, που πιθανόν να είχαν στο μυαλό τους οι εισηγητές, μάλλον σε αύξηση του κόστους θα οδηγήσει.
Αλλά ενώ η προτεινόμενη ρύθμιση δεν έχει να προσφέρει τίποτε, στην πράξη θα προκαλέσει πολλά λειτουργικά (και όχι μόνο) προβλήματα (αύξηση της γραφειοκρατίας, τριβές μεταξύ των διοικήσεων των επιμέρους Ιδρυμάτων, σύγχυση κ.ά). Το σπουδαιότερο, η νέα υπέρ-δομή θα τσαλακώσει την «προσωπικότητα» και την ιστορία των υποψηφίων προς ένταξη Πανεπιστημίων, ορισμένα από τα οποία (π.χ. το Οικονομικό και το Γεωπονικό) έχουν ιστορία εκατό χρόνων περίπου. Το αποτέλεσμα της ένταξης θα οδηγήσει σε ένα πολτώδες εκπαιδευτικό μόρφωμα που θα στερείται ταυτότητας και αποστολής, ενώ θα σβήσει από τον ακαδημαϊκό χάρτη ιστορικά ιδρύματα με τεράστια προσφορά στον τόπο και μεγάλες προοπτικές για το μέλλον. Όχι κύριε Υπουργέ, κανένας δεν έχει το δικαίωμα να διαπράξει ένα τόσο μεγάλο ατόπημα, έστω κι αν αυτός είναι εκλεγμένος εκπρόσωπος του Ελληνικού λαού, για τον απλό λόγο ότι δεν είναι αυτό το νόημα της εντολής που έχει πάρει.
Στις δηλώσεις του ο Υπουργός Παιδείας διατύπωσε την άποψη ότι τα πανεπιστήμια πρέπει να γίνουν κόμβος αριστείας. Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει με μια τέτοια πρόταση; Η δυσκολία με τη δημιουργία ενός κέντρου αριστείας δεν βρίσκεται στο να το λες, αλλά στο να το κάνεις. Ένα τέτοιο κέντρο προσπαθεί να δημιουργήσει το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών τα τελευταία 30 χρόνια κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και πλήθος περιορισμών. Και τώρα που πλησιάζουμε τον στόχο, έρχεται το Σχέδιο Αθηνά να ανακατέψει το Ίδρυμα με τέσσερα άλλα Πανεπιστήμια, με διαφορετικές αφετηρίες και πορείες. Αυτό σημαίνει ότι προκειμένου να ανακαλύψει κάποιος το Οικονομικό, ή οποιοδήποτε άλλο Ίδρυμα, πρέπει να σηκώσει πρώτα τον φερετζέ του Ομόσπονδου Πανεπιστημίου.
Έτσι όμως δεν δημιουργούνται κέντρα αριστείας. Η εφαρμογή του Σχεδίου Αθηνάς ως προς αυτό το σκέλος δεν θα είναι προς όφελος κανενός από τα Πανεπιστήμια που θα ενταχθούν σ’ αυτό. Συνοπτικά αναφέρω ότι η δημιουργία ενός κέντρου ακαδημαϊκής αριστείας απαιτεί την ύπαρξη μιας κρίσιμης μάζας διεθνώς αναγνωρίσιμων καθηγητών που θα είναι αφοσιωμένοι στην υλοποίηση της ίδιας, φοιτητές υψηλού επιπέδου, φιλικό θεσμικό πλαίσιο, αξιοκρατικές διαδικασίες επιλογών και πόρους.
* Ο Ανδρέας Κιντής είναι ομότιμος καθηγητής και πρώην Πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών