Ένα πράγμα μοιάζει σίγουρο. Το εκλογικό αδιέξοδο στην Ιταλία που παρέσυρε πτωτικά τα ομόλογα της ευρωπεριφέρειας, τα χρηματιστήρια και το ευρώ, σηματοδοτούν την επιστροφή της ευρωκρίσης στην πρώτη γραμμή των ανησυχιών στον κόσμο των αγορών και των οικονομιών.

Ορισμένοι μάλιστα άρχισαν να παραλληλίζουν την Ιταλία… με την Ελλάδα, καθώς αναζωπυρώνονται οι ανησυχίες για ένταση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης.
Κάποιοι υπογραμμίζουν πως αν και η πολιτική αστάθεια στην γείτονα δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη, εντούτοις το σοκ ήταν μεγάλο, καθώς οι αγορές είχαν επαναπαυτεί με τις δημοσκοπήσεις. Έτσι πολλοί θυμούνται πλέον την αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης στην Ελλάδα μετά την πρώτη εκλογική αναμέτρηση που οδήγησε σε έναν δεύτερο γύρο εκλογών.

Για τις αγορές μάλιστα η πολιτική αστάθεια θεωρείται ως το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα. Αυτό αποτυπώθηκε και στις τιμές των ιταλικών ομολόγων παρασύροντας πτωτικά και τους άλλους τίτλους της ευρωπεριφέρειας. Οι ανησυχίες για την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία αποτυπώθηκαν και στην δημοπρασία βραχυπρόθεσμων τίτλων ύψους 8,75 δις ευρώ, όπου το κόστος δανεισμού ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο. Αν η πώληση εντόκων γραμματίων όμως θεωρείται «εύκολη υπόθεση» καθώς τα αγοράζουν οι τράπεζες ως collaterals για να δανειστούν από την ΕΚΤ, η άνοδος του επιτοκίου εγείρει ανησυχίες για την έκβαση της επικείμενης δημοπρασίες 10ετών τίτλων, που θεωρείται κρίσιμο τεστ της διάθεσης των επενδυτών.
Για τους αναλυτές, τα θεμελιώδη μεγέθη της Ιταλικής οικονομίας είναι εύθραυστα και η ύφεση παραμένει βαθιά. Στην καλύτερη περίπτωση το πολιτικό αδιέξοδο θα «παγώσει» τις προσδοκίες της αγοράς για ανάκαμψη στην περιοχή. Στην χειρότερη, η ύφεση θα βαθύνει καθώς η καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας θα υποχωρήσουν.
Καθώς μάλιστα η Ιταλία έχει τεράστια σημασία για την πορεία του ευρώ και της ευρωζώνης μετά από έξι μήνες όπου τα ασφάλιστρα κινδύνου ήταν σε πτωτική τάση, το εκλογικό αποτέλεσμα επανέφερε τον πολιτικό κίνδυνο στην ζώνη του ευρώ, αντιστρέφοντας την πορεία τους.
Όλα αυτά, υποδεικνύουν ότι η μετάβαση από τους τεχνοκράτες στους πολιτικούς δεν θα είναι εύκολη. Ούτε όμως η ανάκληση των μεταρρυθμίσεων είναι άμεσα πιθανή, καθώς, όπως λέγεται, οι απαιτήσεις των αγορών θα κρατούν τους πολιτικούς σε εγρήγορση. Πίσω από όλα αυτά υπάρχει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η βοήθεια της οποίας μπορεί να χρειαστεί εάν το κόστος δανεισμού αρχίσει να μεγαλώνει. Δεν θα δοθεί όμως προτού συμφωνηθούν συγκεκριμένες πολιτικές με τη νέα κυβέρνηση.
Τα δεδομένα δείχνουν πάντως πως όσο οι φόβοι και ανησυχίες γύρω από τις επιπτώσεις της λιτότητας, των μεταρρυθμίσεων της πολιτικής αβεβαιότητας, του λαϊκισμού και της κοινωνικής συνοχής βρίσκονται πάνω στο τραπέζι, η κρίση χρέους και το ίδιο το μέλλον της ευρωζώνης έχουν ακόμη μπροστά τους πολλά επεισόδια.