Η τελευταία φορά που βρέθηκε στην Ελλάδα ήταν τη δεκαετία του ’80, με την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο δρόμος τον φέρνει ξανά εδώ, ως συντονιστή του ντιμπέιτ που διοργανώνει η Intelligence Squared Greece με θέμα «Η Ευρώπη πρέπει να κλείσει τις πόρτες της στη μετανάστευση», σε συνεργασία με το BBC World News και τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, την Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου. O Νικ Γκάουινγκ είναι ο βασικός παρουσιαστής του BBC World από το 1996 ως σήμερα. Στην καριέρα του έχει καλύψει τα μεγαλύτερα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών. Ηταν ο πρώτος που ανακοίνωσε την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν το 1989, στον θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνας βρέθηκε επί επτά συνεχόμενες ώρες «στον αέρα», ενώ η εξάωρη ζωντανή κάλυψη της 11ης Σεπτεμβρίου τού χάρισε το 2002 το Hotbird Award.

Τα τελευταία δύο χρόνια η εικόνα της Ελλάδας τραυματίστηκε, με τα επεισόδια στην Αθήνα να πρωταγωνιστούν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει;
«Δεν νομίζω ότι πρόκειται για αρνητική εικόνα, αλλά για ρεαλισμό. Πολλοί στην Ευρώπη θα σκέφτονται: «Θεέ μου, ελπίζω να μη συμβεί αυτό στη χώρα μου». Πιστεύω ότι όλοι νιώθουν κατανόηση ως έναν βαθμό. Ναι, η εικόνα είναι αρνητική υποθέτω, αλλά τι συνέβη με τους τραπεζικούς λογαριασμούς, τα χρήματα που «εξαφανίστηκαν» και εν τέλει ένα ύψος χρέους που απλώς δεν είναι βιώσιμο; Γίνεται αντιληπτό ότι η Ελλάδα ήλθε αντιμέτωπη με μια τεράστια πρόκληση τα τελευταία έξι χρόνια, για να διασφαλίσει την οικονομική της επιβίωση ή να διορθώσει το πρόβλημα. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε εσάς. Συμβαίνει στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και συνέβη στην Ιρλανδία. Θεωρώ πως υπάρχει ένας βαθμός πραγματικής ελπίδας ότι η Ελλάδα μπορεί, παρά το τεράστιο κόστος, να επαναφέρει την ισορροπία στην οικονομία της, εφόσον το ΔΝΤ αξιολογήσει θετικά τις επόμενες μέρες αυτά που γίνονται για να συνεχίσει να λειτουργεί η χώρα και να αναπτυχθεί λίγο, ώστε να ξεπεράσει τα μεγάλα της προβλήματα».
Ποιες λέξεις σάς έρχονται στο μυαλό για την Ελλάδα σήμερα;
«Η ύφεση. Για μένα προσωπικά είναι ένα αίσθημα βαθιάς στενοχώριας για το ότι μια χώρα με τόση ιστορία έχει φθάσει σε αυτό το σημείο. Και αυτό έγινε αισθητό ιδιαίτερα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Η απόσταση από την εικόνα της Ελλάδας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και του 2012, στην τελετή παράδοσης της Φλόγας, όταν ήταν δύσκολο να βρεθούν χρήματα για να στηρίξουν την ολυμπιακή αποστολή. Ισως είναι άδικο να κάνω αυτή τη σύγκριση τώρα. Θα ήθελα όμως να σας απαντήσω αφού βρεθώ κι εγώ στην πλατεία Συντάγματος για να δω με τα μάτια μου τα κλειστά καταστήματα. Εξάλλου στη Βρετανία έχουμε το ίδιο φαινόμενο».
H συνταγή λιτότητας που εφαρμόζεται στην Ελλάδα μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη;
«Δεν είμαι οικονομολόγος για να απαντήσω και υπάρχουν πολλές αντικρουόμενες απόψεις. Ζω σε μια χώρα όπου υπάρχει ένα πρόγραμμα λιτότητας, όχι τόσο σκληρό όσο στην Ελλάδα, ύψους 86 δισ. στερλινών και μέχρι στιγμής 25% του χρέους έχει ανακτηθεί μέσω της λιτότητας. Ωστόσο υπάρχει μια πολύ ισχυρή άποψη ότι η λιτότητα σκοτώνει τις ευκαιρίες, την επιχειρηματικότητα και την ευκαιρία για ανάπτυξη. Είναι ένας πολύ ζωηρός διάλογος και στη Βρετανία είναι πολλοί αυτοί που ισχυρίζονται ότι η λιτότητα είναι μια κακή πρακτική και ότι θα έπρεπε να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη για να ενεργοποιήσουμε την οικονομική δραστηριότητα. Τίθενται ωστόσο πολλά ερωτήματα για αυτή τη διευκόλυνση. Π.χ. το να «πετάς χρήματα από τα ελικόπτερα» δεν προσφέρει τίποτε παραπάνω από το να διατηρεί ως έχει την κατάσταση, αντί να φέρει ανάπτυξη».

Συναισθήματα, εθνικισμός και οικονομική αναγκαιότητα

Η μετανάστευση έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην Ευρώπη και στην Ελλάδα ειδικότερα. Ποιο είναι το σχόλιό σας για το ντιμπέιτ που συντονίζετε;

«Πρόκειται για ένα πολύ ευαίσθητο θέμα σε πολλές χώρες. Το ντιμπέιτ έχει να κάνει με το συναίσθημα του φόβου –ειδικά από τους ανθρώπους που έχουν χάσει τις δουλειές τους και είναι φορτισμένοι –ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα εισέρχονται. Πολλές χώρες στην Ευρώπη όμως υποφέρουν από έλλειψη εργατικών χεριών και χρειάζονται περισσότερο δυναμικό σε αυτόν τον τομέα. Είναι ένα ντιμπέιτ μεταξύ συναισθημάτων εθνικιστικών, αν θέλετε, και φόβων, και από την άλλη οικονομικής αναγκαιότητας. Οταν μια χώρα σαν τη Γερμανία χρειάζεται ακόμη 5 εκατομμύρια ειδικευμένους εργάτες για να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη, αυτή είναι μια διαπίστωση για το τι μπορεί να επιφέρουν στην οικονομία η μετανάστευση και η μεταφορά εργατικών χεριών αντί της εθνικιστικής ρητορικής ορισμένων πολιτικών κομμάτων που λένε ότι η μετανάστευση είναι απειλή για τις θέσεις εργασίας και για τη ζωή επίσης. Πραγματικά είναι ένα φορτισμένο συναισθηματικά, πολύπλοκο και σημαντικό ερώτημα, πολιτικά και οικονομικά».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ