Να μην ταχθεί υπέρ κανενός από τους δύο υποψηφίους, Νίκο Αναστασιάδη και Σταύρο Μαλά, στις επαναληπτικές εκλογές της Κυριακής για την ανάδειξη του πρόεδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας αποφάσισε η ΕΔΕΚ και ο Γιώργος Λιλλήκας.

Σε ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου αναφέρεται πως οι θέσεις της ΕΔΕΚ, όπως κατατέθηκαν στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, δεν της επιτρέπουν να τοποθετηθεί υπέρ κάποιου υποψηφίου στον δεύτερο γύρο.

Επιπρόσθετα, η ΕΔΕΚ καλεί τους πολίτες «να ενεργήσουν με γνώμονα τη διασφάλιση της ακεραιότητας του προγράμματος, των θέσεων και των αρχών που κατέθεσε στην προεκλογική περίοδο και με δεδομένο ότι η προγραμματική διακήρυξη και οι προτάσεις του κόμματος στα κρίσιμα ζητήματα του τόπου δεν ταυτίζονται με τις θέσεις κανενός από τους δύο υποψηφίους».

Η ΕΔΕΚ, καταλήγει η ανακοίνωση, θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί στην αποτροπή της πόλωσης, με πρωτοβουλίες για την ισχυροποίηση του ενδιάμεσου χώρου, ο οποίος επιφορτίζεται με πρόσθετες ευθύνες.

Την Τρίτη ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ Γιαννάκης Ομήρου είχε χωριστές συναντήσεις με τους υποψηφίους του δεύτερου γύρου Αναστασιάδη και Μαλά. Ο κ. Ομήρου δεν απέκρυψε την έντονη ενόχληση του, γιατί ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος έσπευσε να δηλώσει ότι οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές στηρίζουν τον κ. Μαλά.

Ο Γιώργος Λιλλήκας κάλεσε τους υποστηρικτές του να ασκήσουν κατά βούληση το εκλογικό δικαίωμά τους την ερχόμενη Κυριακή. Σε ομιλία του στη Λεμεσό, ο κ. Λιλλήκας δήλωσε ότι με τους Νίκο Αναστασιάδη και Σταύρο Μαλά έχει τεράστιες διαφορές θέσεων και δεν θα δώσει ψήφο εμπιστοσύνης σε κανένα. Πρόσθεσε ότι «αρνείται να συναντηθεί με τους δυο υποψηφίους, όχι γιατί αρνείται τον διάλογο, αλλά γιατί δεν βλέπει πώς μπορούν να υπάρξουν πραγματικές συγκλίσεις, με το χάσμα απόψεων που τους χωρίζει».

Το Ευρωπαϊκό Κόμμα αποφασίζει εντός της ημέρας τη στάση που θα τηρήσει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Η απόφαση θα ληφθεί από το Κεντρικό Συμβούλιο του κόμματος. Η συζήτηση θα διεξαχθεί επί της εισήγησης του Εκτελεστικού Γραφείου για στήριξη της υποψηφιότητας του Νίκου Αναστασιάδη.

Ανοιχτό το ενδεχόμενο υπουργοποίησης του Χριστόφορου Πισσαρίδη

Δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να αναλάβει τη θέση του υπουργού Οικονομικών της Κύπρου, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση, ο νομπελίστας οικονομολόγος, Χριστόφορος Πισσαρίδης.

Σε εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του στοBloomberg και ερωτηθείς αν του έγινε επίσημη πρόταση από τους υποψηφίους για την κυπριακή προεδρία, ο κ. Πισσαρίδης απάντησε ότι δεν έχει δεχθεί επίσημη πρόταση, ωστόσο παραδέχθηκε πως έχει μιλήσει με τους υποψηφίους.

Στη συνέντευξη ο κ. Πισσαρίδης αναφέρει ότι ηΚύπρος χρειάζεται οικονομολόγους, διότι έχει πολλά προβλήματα και τονίζειότι πρέπει να αποφευχθεί το κούρεμα καταθέσεων, αφού μια τέτοια εξέλιξη θα αποθαρρύνει μελλοντικές επενδύσεις στη χώρα. Επισημαίνει παράλληλα ότι η Κύπρος βασίζεται πολύ στο ξένο χρήμα και απέρριψε ότι γίνεται ξέπλυμα μαύρου χρήματος στη χώρα του.

«Η Κύπρος ελέγχεται από το ευρωσύστημα, υπάρχουν Αρχές και γίνεται έλεγχος. Γίνεται συζήτηση, αλλά δεν έχουν εντοπιστεί συγκεκριμένα κρούσματα. Οι Ρώσοι έχουν πολλές καταθέσεις στην Κύπρο, αλλά δεν σημαίνει ότι είναι βρόμικες» είπε χαρακτηριστικά.

Ο «Φιλελεύθερος» της Κύπρου δημοσιεύει τις δηλώσεις του κ. Πισσαρίδη, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να γίνει καλή διαπραγμάτευση της Κύπρου με την Τρόικα, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα δημιουργήθηκε λόγω της έλλειψης συγκεκριμένου πλαισίου διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση.

Προτεραιότητα για τη νέα κυβέρνηση, τόνισε, πρέπει να είναι οι εισηγήσεις για το πώς θα γίνει αποπληρωμή του χρέους προς την Τρόικα και πως θα πεισθούν οι δανειστές με πιο καλή διαπραγματευτική τακτική.

Για το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων ημικρατικών οργανισμών, ανέφερε ότι γίνεται υπερβολικός θόρυβος, ενώ θα πρέπει να εξακριβωθούν τα έσοδα που θα προκύψουν από τις ιδιωτικοποιήσεις. «Μάλλον δεν θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ και επομένως δεν είναι αρκετά», αναφέρει ο νομπελίστας οικονομολόγος.

Ο κ. Πισσαρίδης εμφανίστηκε πάντως αισιόδοξος ότι η Κύπρος θα βγει απ’ την κρίση και ανέφερε το παράδειγμα της Ιρλανδίας, χώρας με επίσης χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές και ροή κεφαλαίων από ξένες εταιρείες, που βυθίστηκε στην κρίση από το τραπεζικό της σύστημα και που τώρα ετοιμάζεται να βγει ξανά στις αγορές.